Τί παράξενο, σὲ λίγες μέρες θὰ γιορτάσουμε τὴν Γέννηση τοῦ Χριστοῦ, ἕνα θαῦμα ποὺ ὑπερβαίνει τὶς ἰατροβιολογικὲς ἐπιστῆμες καὶ κυρίως τὴν Γενετική, μὲ ἐπιστημονικοὺς παρεμβατισμούς, περιορισμοὺς καὶ ἀποκλεισμοὺς ἱστορικὰ πρωτοφανεῖς. Σὰν νὰ μεταλλάχθηκε ἡ ἐπιστήμη σὲ ἀπιστήμη.
Θὰ πρέπει νὰ ἀποφασίσουμε τελικά, μᾶς συμφέρει νὰ περιοριστοῦμε καὶ νὰ ἀρκεστοῦμε στὴν ἐπιστημονικὴ λογική; Κάποτε μοῦ τέθηκε
αὐτὸ τὸ ἐρώτημα. Ἄν, ὡς ἐπιστήμονας, εἶχα ἀπαντήσει ὅτι ἀρκοῦμαι δὲν θά ΄μουν τώρα ζωντανὸς νὰ γράφω αὐτὸ τὸ κείμενο.Γράφει ο Παῦλος μοναχός, Βιολόγος, MD Μοριακῆς Βιολογίας καὶ Βιοϊατρικῆς – Βουλευτήρια Ἁγίου Ὄρους
Πρὶν ἔντεκα χρόνια ἔκανα τὸ διδακτορικό μου σὲ πεδίο βιοεπιστημονικοῦ ἐνδιαφέροντος. Μελετοῦσα δομὲς στὸ κυτταρικὸ τοίχωμα κάποιων μικροβίων πού, παράξενο, στὸ μικροσκόπιο εἶχαν σχῆμα κομποσχοινιοῦ. Δὲν τὸ εἶχα καταλάβει τότε. Δὲν ἤμουν κοντὰ στὴν Ἐκκλησία. Πίστευα στὸν Θεό. Εἶχα φτιάξει ὅμως τὴν δική μου, δῆθεν ψαγμένη, κοσμοθεωρία, τὸ δικό μου «εὐαγγέλιο». Ἐρευνητικὰ πήγαινα καλά. Εἶχα ἤδη ἀπὸ τὸ πρῶτο ἔτος ἀρκετὰ πειραματικὰ δεδομένα γιὰ τὴν πολυπόθητη πρώτη δημοσίευση.
Ἦταν μεγάλη τεσσαρακοστὴ ὅταν ἄρχισα νὰ ἔχω ἐνοχλήσεις στὴν μέση, οἱ ὁποῖες ἐπιδεινώθηκαν παρὰ τὰ ἀντιφλεγμονώδη ποὺ πήρα. Στὸν ὕπνο ἔβλεπα ἐφιάλτες ὅτι πεθαίνω. Ἀποφάσισα νὰ πάω στὰ ἐφημερεύοντα γιὰ περαιτέρω ἔλεγχο. Ἕνας ὑπέρηχος ἄνω κάτω κοιλίας ἦταν ἀρκετὸς γιὰ νὰ γίνει ἄμεση εἰσαγωγή. Μοῦ εἶπαν γιὰ μιὰ μεγάλη κύστη στὸν ἀριστερὸ νεφρό. Ἐπὶ εἴκοσι μέρες ἔκανα παρακεντήσεις, ἐξετάσεις γιὰ νὰ βγεῖ διάγνωση. Οἱ γιατροὶ πάντα σκυθρωποί, ὀλιγομίλητοι. Ἤξεραν, ἀλλὰ δὲν μοῦ ἔλεγαν.
Κάποια στιγμὴ ἐκνευρίστηκα καὶ πήγα στὸν διευθυντὴ τῆς κλινικῆς καὶ τὸν ρώτησα τί σχέση ἔχει ἡ ἀξονικὴ στὸν θώρακα καὶ τὸ κεφάλι μὲ τὸν νεφρό. Στρίβοντας τσιγάρο μοῦ ἀπάντησε κοφτά: «Ἔχεις καρκίνο. Ἔχεις ἕνα τεράστιο ὄγκο στὸν νεφρὸ μὲ μεταστάσεις στοὺς πνεύμονες καὶ τὴν σπονδυλικὴ στήλη». Πάγωσα…
Πίσω μου, ἡ μάνα μου καὶ ὁ ἀδερφός μου ἄρχισαν τοὺς λυγμούς. Ἐσωτερικὰ ὅλος ὁ κόσμος μου γκρεμιζόταν. Ὄνειρα, ἀγωνίες, στόχοι, σχέσεις, καθημερινότητες, κοσμοθεωρίες. Ὅλα σκόνη. Κι ὅμως, κάτι μᾶλλον Κάποιος μὲ κράταγε ὄρθιο. Μιὰ ἐσωτερικὴ φωνὴ ποὺ μοῦ ἔλεγε: Μὴν ἀνησυχεῖς, Ἐγὼ εἶμαι ἐδῶ.
Ἔφυγα ἀπὸ τὸ γραφεῖο τοῦ γιατροῦ τρομαγμένος, ἀλλὰ παραδόξως μὲ μιὰ διαύγεια, μὲ ἕνα ἐσωτερικὸ ξεκαθάρισμα. Ἕνα νέο νόημα σκόρπισε τὴν ὁμίχλη ποὺ σκέπαζε τὸν νοῦ μου. Δὲν μὲ ἔνοιαζε τόσο ποὺ θὰ πέθαινα νωρίς. Εἶχα ζήσει ἔντονα τὴν ζωή μου. Μὲ φόβιζε ἡ συναίσθηση ὅτι ἔχασκε ἀπὸ κάτω μου ὀρθάνοιχτο τὸ στόμα τοῦ βύθιου δράκοντα νὰ καταπιεῖ τὴν ψυχή μου καὶ νὰ τὴν στείλει στὴν αἰώνια κόλαση. Ἤθελα νὰ ἐξομολογηθῶ, σὰν τὸν ἄσωτο υἱὸ νὰ γυρίσω πίσω σὲ ἕνα πνευματικὸ ξεκίνημα ποὺ εἶχα ἐγκαταλείψει ἐδῶ καὶ χρόνια. Δὲν θὰ προλάβαινα νὰ φτάσω στὸ σπίτι τοῦ Πατέρα, ἀλλὰ ἴσως μὲ ἔβρισκε στὸν σωστὸ προσανατολισμό, στὸν δρόμο τῆς ἐπιστροφῆς.
Τὰ πάντα μοῦ ἔδειχναν τὸ θάνατο. Οἱ γιατροὶ καὶ κυρίως τὸ ἴδιο τὸ γνωστικό μου ὑπόβαθρο. Εἶχα ὅμως μιὰ φλογερὴ πίστη ὅτι ὁ Πρωτομάστορας Θεός, ἂν ἦταν θέλημά Του, μποροῦσε νὰ φτιάξει τὴν ἀνεπανόρθωτη βλάβη ποὺ εἶχε ὑποστεῖ τὸ σῶμα μου. Κατέβηκα στὴν ἐκκλησία καὶ ἐκεῖ στὸ κατανυκτικὸ ἡμίφως τῶν κεριῶν ἐξομολογήθηκα στὸν πνευματικὸ γιατρὸ τοῦ νοσοκομείου.
Ἂν καὶ οἱ οὐρολόγοι ἀρχικὰ δὲν ἔκριναν σκόπιμο νὰ χειρουργηθῶ, γιατὶ ἡ κατάσταση ἦταν πολὺ προχωρημένη, τελικὰ πήραν τὴν ἀπόφαση νὰ τὸ κάνουν. Μοῦ μίλησαν γιὰ μιὰ δύσκολη πολύωρη ἐπέμβαση, ποὺ στὸν ἴδιο χρόνο θὰ προσπαθοῦσαν νὰ ἀφαιρέσουν τὸν ὄγκο μαζὶ μὲ τὸν νεφρό, τὶς συμφύσεις του καὶ τὴν πιὸ μεγάλη μετάσταση στὸν πνεύμονα.
Τὴν προηγούμενη τοῦ χειρουργείου ἦταν Κυριακὴ καὶ μετὰ ἀπὸ πολλά, πολλὰ χρόνια λειτουργήθηκα καὶ κοινώνησα. Δὲν ἦταν μόνο ὅτι κοινώνησα τὸν Χριστό, (ἐπι)κοινώνησα καὶ μὲ τοὺς πιστοὺς γύρω μου. Μέσα ἀπὸ τὴν κοινὴ λατρεία ἔνοιωσα νὰ μὲ στηρίζει καὶ νὰ μὲ ἐνισχύει ἕνα προσευχητικὸ δίχτυ ποὺ τὸ κράταγαν ὅλοι μαζὶ οἱ πιστοί…
Τὰ πράγματα πήραν ἄλλη τροπή. Τὸ χειρουργεῖο κράτησε μόνο δύο ὧρες γιατὶ ὁ ὄγκος, πέραν κάθε προσδοκίας, δὲν εἶχε συμφύσεις σὲ γειτονικὰ ὄργανα καὶ βγῆκε εὔκολα σὰν μωρό. Ἡ ταχεῖα βιοψία ἔδειξε ὅτι δὲν ἔπασχα ἀπὸ καρκίνο τοῦ νεφροῦ, ἀλλὰ ἀπὸ ἕνα σπάνιο παιδικὸ ὀστεοσάρκωμα. Ὡς ἐκ τούτου, οἱ μεταστάσεις στὸν πνεύμονα θὰ ἔπρεπε νὰ ἀντιμετωπιστοῦν πρῶτα μὲ χημειοθεραπεία. Ἔτσι ἐκεῖ ποὺ φαινόμουν πολὺ νέος γιὰ νὰ ἔχω καρκίνο, ἤμουν τώρα πολὺ «γέρος» γιὰ τὸν συγκεκριμένο τύπο καρκίνου. Ἄρχισα νὰ βλέπω τὰ πρῶτα χαμόγελα στὰ πρόσωπα τῶν γιατρῶν. Μιὰ κάποια ἐλπίδα ἄρχισε νὰ ἀνατέλλει.
Ὡστόσο, τὸ πρόβλημα ἦταν ὅτι στὴν Ἑλλάδα δὲν ὑπῆρχε ἡ γνώση καὶ ἡ ἐμπειρία ἑνὸς ἐπιθετικοῦ πρωτοκόλλου ἀντιμετώπισης τοῦ συγκεκριμένου μεταστατικοῦ καρκίνου σὲ ἐνήλικα. Ἔτσι οἱ ὀγκολόγοι μοῦ πρότειναν νὰ μὲ ἀναλάβει μιὰ ἐξειδικευμένη ὀγκολογικὴ κλινικὴ τῆς Ἀμερικῆς. Στὴ σκέψη αὐτὴ μὲ προβλημάτιζε ἡ ἐνδεχόμενη ἔλλειψη ἐκκλησίας στὴν πόλη ποὺ ἦταν ἡ κλινικὴ καὶ κατ’ ἐπέκταση ἡ στέρηση τῆς Θείας Κοινωνίας. Τὸ συζήτησα μὲ τὸν πνευματικό μου στὸ Ἅγιον Ὄρος, ποὺ μετὰ ἀπὸ πολλοὺς πειρασμοὺς μπόρεσα νὰ συνδεθῶ ξανὰ μαζί του λίγο πρὶν τὸ χειρουργεῖο. Μοῦ ἔδωσε τὴν εὐλογία του νὰ πάω στὴν Ἀμερική. Ὅλα πήγαν ἀνέλπιστα καλά.
Μέσα σὲ ἐλάχιστο χρόνο ἔγιναν οἱ ἑτοιμασίες καὶ βρεθήκαμε στὴν ἄλλη ἄκρη τῆς γῆς. Ἡ πόλη ἦταν ὄμορφη, ἥσυχη, οὐσιαστικὰ προέκταση τοῦ νοσοκομείου, φτιαγμένη γιὰ νὰ ἐξυπηρετεῖ καὶ νὰ ἀναψύχει τοὺς ἀσθενεῖς καὶ τοὺς συνοδούς τους. Τὸ κυριότερο, πολὺ σύντομα ἀνακαλύψαμε ὅτι κοντὰ στὸ νοσοκομεῖο ὑπῆρχε ἑλληνορθόδοξη ἐκκλησία. Τὸ ἀπίστευτο, ἡ ἐνορία διέθετε δωρεὰν δίπλα στὸ ναὸ σπίτια μὲ πλῆρες νοικοκυριὸ γιὰ τοὺς ἀσθενεῖς τοῦ νοσοκομείου. Ἔτσι, χωρὶς νὰ τὸ καταλάβω, βρέθηκα νὰ ἀτενίζω ἀπὸ τὸ παράθυρο τῆς νέας κατοικίας μου, τὸν σταυρὸ τοῦ τρούλου τῆς ἐκκλησιᾶς καὶ νὰ δοξολογῶ τὸν Θεὸ γιὰ τὸ ἔλεος καὶ τὴν πρόνοιά Του.
Συνοπτικὰ τὸ πλάνο θεραπείας περιελάμβανε χημειοθεραπεῖες, ἀξιολόγηση, χειρουργεῖο καὶ πάλι χημειοθεραπεῖες μαζὶ μὲ ἀκτινοβολίες. Στὴν ἑορτὴ τῆς Παναγίας στὶς δεκαπέντε Αὐγούστου ἔγινε τὸ PET SCAN τῆς ἀξιολόγησης. Ὅλες οἱ ὑπερμεταβολικὲς μεταστατικὲς ἐστίες (πάνω ἀπὸ δέκα) ποὺ εἶχε δείξει τὸν Ἀπρίλιο εἶχαν ἐξαφανισθεῖ. Ὁ μεγάλος ὄγκος στὸν πνεύμονα εἶχε συρρικνωθεῖ στὸ 1cm, ἀφαιρέθηκε χειρουργικὰ γιὰ νὰ ἀποδειχθεῖ ὅτι ἦταν μόνο οὐλώδης ἱστὸς χωρὶς νεόπλασμα. Οἱ γιατροὶ ἐνθουσιασμένοι μίλησαν γιὰ ἐντυπωσιακὰ θετικὴ ἐξέλιξη. Ἀκολούθησε τὸ ὑπόλοιπο σκέλος τοῦ πρωτοκόλλου τὸ ὁποῖο εἶχε διάρκεια ὀχτὼ μῆνες.
Σὲ ὅλο τὸ διάστημα τῶν θεραπειῶν προσπαθοῦσα νὰ κοινωνῶ κάθε Κυριακὴ μὲ τὴν εὐλογία καὶ καθοδήγηση τοῦ γέροντά μου. Ἡ Θεία Κοινωνία μοῦ ἔδινε σωματικὴ καὶ πνευματικὴ δύναμη, θάρρος καὶ καρτερία. Στὸ Ἅγιο Ποτήριο εἶχα ἐναποθέσει ὅλη τὴν ἐλπίδα μου νὰ καταφέρω νὰ διαπλεύσω ἀνάμεσα στὶς συμπληγάδες πέτρες τῆς θανατηφόρου ἀσθένειας ἀπὸ τὴν μιὰ καὶ τῆς δηλητηριώδους θεραπείας ἀπὸ τὴν ἄλλη. Καὶ οἱ δεκατέσσερις κύκλοι μὲ βρήκαν αἱματολογικὰ ἕτοιμο καὶ ἔτσι ὅλα πήγαν σύμφωνα μὲ τὸ πρόγραμμα. Τὰ φάρμακα δὲν μοῦ προκάλεσαν οὔτε ἕνα ἐμετό, οὔτε μιὰ διάρροια.
Παρὰ τὴν γνωστὴ ἀνοσοκαταστολὴ ποὺ προκαλοῦν οἱ χημειοθεραπεῖες δὲν νόσησα οὔτε μιὰ φορὰ ἀπὸ κάποια λοίμωξη. Ἡ Θεία Κοινωνία ὄχι μόνο δὲν κολλάει μικρόβια, ἀλλὰ πιστεύω ἀκράδαντα ὅτι μὲ προστάτευσε ἀπὸ αὐτά. Αὐτὸ μὲ τὴν πνευματικὴ λογικὴ εἶναι αὐτονόητο, διότι οἱ παθογόνοι μικροοργανισμοὶ προσιδιάζουν λειτουργικὰ περισσότερο ἀπὸ κάθε ἄλλο ζωντανὸ ὀργανισμὸ στὸ τέλειο παράσιτο, τὸν ἀκοίμητο σκώληκα, τὸν διάβολο, ποὺ ἡ Θεία Κοινωνία καίει καὶ ἐκδιώκει.
Ὅλα τὰ παραπάνω τὰ καταθέτω γιὰ νὰ φανερώσω πρὸς δόξαν Θεοῦ, πολὺ ἀκροθιγῶς, τὴν εὺεργεσία ποὺ ἔλαβα ἀπὸ τὸ Μυστήριο τῆς Ἐκκλησίας, ποὺ τόσο ἀπαξιώνεται στὶς μέρες μας. Φυσικὰ δὲν ὑποτιμῶ τὴν συνδρομὴ τῆς Ἐπιστήμης. Δὲν θὰ μποροῦσα ἄλλωστε, λόγῳ τῆς διαδρομῆς μου. Θλίβομαι πολὺ πού, λόγῳ τοῦ κορωνοϊοῦ μὲ μέση θνητότητα περίπου 0,5%, ἔκλεισαν οἱ ἐκκλησίες, ὅταν ὁ καρκίνος ποὺ μὲ βοήθησε ἡ Ἐκκλησία νὰ ξεπεράσω ἔχει θνητότητα τουλάχιστον 80%. Ἄν, περισσότερο ἀπὸ τοὺς θεράποντες, ἐμεῖς οἱ ἀσθενεῖς εἴχαμε βροντοφωνάξει γιὰ τὴν ψυχοσωματικὴ θεραπεία ποὺ προσφέρει τὸ Νοσοκομεῖο ποὺ λέγεται Ἐκκλησία, θὰ εἶχε ἀναχαιτιστεῖ ἡ ἐπέλαση τῆς λογικοκρατίας.
Ἂς συνειδητοποιήσουν οἱ εἰδικοὶ ποὺ εἰσηγοῦνται, οἱ ἰθύνοντες ποὺ ἀποφασίζουν ἢ ἀποδέχονται, οἱ νομικοὶ ποὺ καθεύδουν, οἱ δημοσιογράφοι ποὺ στοχοποιοῦν, οἱ «νομοταγεῖς» ποὺ καταγγέλλουν, οἱ ἀστυνομικοὶ ποὺ ἐπιβάλλουν πρόστιμα, ὅτι ἐμποδίζοντας τοὺς πιστοὺς νὰ πᾶνε στὴν ἐκκλησία, ἐμποδίζουν τὸν δρόμο πρὸς τὸ θαῦμα, τὸ ὑπέρλογο, πρὸς τὸν ἀκένωτο θησαυρὸ τῶν δωρεῶν τοῦ Θεοῦ, ἀφήνοντας ὡς μόνη ἐπιλογὴ τὸ ἀδιέξοδο τῆς ἀπελπισίας. Ἡ πραγματικότητα ἤδη ἀποφαίνεται ἂν αὐτὸ ὀνομάζεται προστασία ἢ προσβολὴ τῆς δημόσιας ὑγείας.
Ζοῦμε σὲ ἕνα μεταπτωτικὸ κόσμο, ὄχι στὸν παράδεισο. Ὁ θάνατος εἶναι φυσιολογικὴ λειτουργία τῆς ζωῆς γιὰ τὴν διατήρηση τῆς πληθυσμιακῆς ἰσορροπίας καὶ βιοποικιλότητας τῶν οἰκοσυστημάτων. Ἀναπόφευκτα θὰ μᾶς ἐπισκεφθοῦν οἱ ἀσθένειες καὶ τελικὰ ὁ θάνατος. Ὁ Χριστός, θεραπεύοντας «πᾶσαν νόσον καὶ πᾶσαν μαλακίαν» στὸ Εὐαγγέλιο, ἀποκάλυψε ὅτι Ἐκεῖνος εἶναι ὁ ὑπέρτατος διαχειριστὴς τῶν ἀσθενειῶν. Εἰσερχόμενοι στὸ Μυστήριο τῆς Ἐκκλησίας δίνουμε στὸν Χριστό, τὸν Ἱατρὸ τῶν ψυχῶν καὶ τῶν σωμάτων ἡμῶν, τὴν ἄδεια νὰ χρησιμοποιήσει τὶς ἀσθένειες, τοὺς γιατρούς, τὰ φάρμακα καὶ ὅλες τὶς σχετικὲς ἐμπειρίες ὡς χειρουργικὰ ἐργαλεῖα γιὰ νὰ μᾶς θεραπεύσει ἀπὸ τὰ πάθη τῆς ψυχῆς καὶ νὰ μᾶς ἐνηλικιώσει πνευματικά. Ἔτσι γινόμαστε ἀληθινὰ ἄνω θρώσκοντα ὄντα ποὺ χαίρονται καὶ ἀγάλλονται μὲ τὸν Κύριο καὶ Δημιουργό τους.
Εἶναι πραγματικὰ ἕνα θαυμαστὸ μυστήριο, πῶς ἐντὸς Ἐκκλησίας ἡ ἀσθένεια μεταβάλλεται σὲ δύναμη, ἡ ἀναπηρία σὲ ὑπέρβαση, ὁ θάνατος σὲ ἀνάσταση. Ἂς μὴ ξεχνᾶμε ὅτι οἱ ἀρρώστιες ἦταν πάντα εὐπρόσδεκτες ἀπὸ ὅλους τοὺς Ἁγίους μας, γιὰ νὰ εἶναι ὁ νοῦς τους σταθερὰ ἀποξενωμένος ἀπὸ τὸ τρεπτό, ἐφήμερο, ἀπατηλὸ καὶ μάταιο αὐτοῦ τοῦ κόσμου. Γιὰ νὰ εἶναι ἕτοιμοι εἰς ἀπάντησιν τοῦ Κυρίου. Γιατὶ ἡ ταπείνωση, ὁ πόνος καὶ τὸ μαρτύριο τῆς νόσου εἶναι ὁ πιὸ εὔγλωττος τρόπος νὰ ἐπικοινωνήσουμε μὲ τὸν Χριστὸ ποὺ ἔπαθε καὶ σταυρώθηκε γιὰ ἐμᾶς.
Ἐπέτρεψε ὁ Θεὸς τὴν δοκιμασία τοῦ κορωνοϊοῦ γιὰ νὰ σηκώσουμε τὰ χέρια ψηλὰ καὶ νὰ μᾶς ἀνασύρει ἀπὸ τὴν λάσπη τοῦ ὑλισμοῦ καὶ τῆς κοσμικότητας. Ἐμεῖς ὅμως χωθήκαμε πιὸ βαθειὰ στὸν βοῦρκο, νὰ μᾶς κατεσθίουν οἱ βδέλλες καὶ τὰ σκουλήκια τοῦ κοσμοκράτορος τοῦ αἰῶνος τούτου. Εὔχομαι, πρὶν ἔρθουν πιὸ δύσκολες καταστάσεις, νὰ γίνει κοινὴ συνείδηση ὅτι δὲν ἀρκεῖ ἡ αὐξανόμενη μέν, ἀει-πεπερασμένη δέ, ἐπιστημονικὴ παρακαταθήκη. Κατὰ πάντα μᾶς συμφέρει ὁ ἀγωγὸς τῆς Χάριτος τοῦ Θεοῦ, ποὺ λέγεται Ἐκκλησία, νὰ εἶναι διαρκῶς ἀνοιχτὸς καὶ προσβάσιμος, νὰ γεμίζει τὶς καταφαρμακωμένες καρδιές μας μὲ ἐλπίδα καὶ τὶς ζωές μας μὲ εὐλογίες καὶ θαύματα.
Από το thesecretrealtruth
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου