Το Μέγαρο Μαξίμου ή και σκέτο Μαξίμου, είναι κάτι που ακούγεται και γράφεται καθημερινά στα πολιτικά ρεπορτάζ από το 1982 οπότε έγινε η έδρα του πρωθυπουργού. Το Μέγαρο Μαξίμου πήρε το όνομα από τον Δημήτριο Μάξιμο (1873-1955) του οποίου υπήρξε κατοικία.
Ο Μάξιμος διέτελεσε για πολλά χρόνια διοικητής της Εθνικής Τράπεζας και στη συνέχεια πολιτικός με το Λαϊκό Κόμμα. Ήταν υπουργός εξωτερικών (1933-1935), γερουσιαστής και εξωκοινοβουλευτικός πρωθυπουργός (1947), όταν ηγήθηκε
κυβέρνηση συνεργασίας σε μια προσπάθεια των Αμερικανών να συσπειρώσουν τις πολιτικές δυνάμεις, για να αντιμετωπίσουν την «κομμουνιστική απειλή».Η κατοικία ωστόσο ξεκίνησε να χτίζεται, το 1912, από τον εφοπλιστή Αλέξανδρο Μιχαληνό και τη σύζυγο του Ειρήνη Μανούση. Το 1916 πεθαίνει ο Μιχαληνός αφήνοντας το σπίτι ημιτελές, ενώ η χήρα του θα ξαναπαντρευτεί τον Δημ. Μαξιμο. Για λίγα χρόνια το ημιτελές σπίτι αλλάζει ιδιοκτήτη, αφού η Μανούση το πούλησε στον εφοπλιστή Λ. Εμπειρίκο (πατέρας του ποιητή), γιατί, μάλλον, είχε προβλήματα με τα κληρονομικά. Η αγοροπωλησία ήταν, μάλλον, εικονική, αφού η χήρα Μανούση και, πλέον, Μαξίμου θα το ξαναγοράσει (μετά από πέντε χρόνια) από τον Εμπειρίκο. Από τις αρχές του ΄20 το ζεύγος Μαξίμου κατοικεί στην πανέμορφη οικία του.
Ο Δ. Μάξιμος υπήρξε πρωθυπουργός της Ελλάδας στην πολυκομματική κυβέρνηση συνασπισμού από τον Ιανουάριο του 1947, μέχρι και τον Αύγουστο της ίδιας χρονιάς.
Στη διάρκεια της Κατοχής το Μέγαρο Μαξίμου επιτάχθηκε και μετατράπηκε σε κατοικία του Γερμανού Ναυάρχου του Στόλου του Αιγαίου, ενώ μετά την απελευθέρωση χρησίμευσε ως κατοικία του Αμερικανού πρεσβευτή. Το 1952 το ελληνικό δημόσιο ήρθε σε συνεννόηση με τον Μάξιμο, προκειμένου να αγοράσει το κτίριο.
Συστάθηκε επιτροπή του Πολυτεχνείου για να αποτιμήσει την αξία του οικήματος (11 δισ.δρχ.) και, τελικά, ο Μάξιμος δέχθηκε να πληρωθεί μόνο το ήμισυ της αξίας (5,75 δισ.δρχ.) και προσέφερε στο Ελληνικό Δημόσιο και όλη την επίπλωση του. Η κυβέρνηση ευγνωμονούσα δήλωσε ότι θα διατηρήσει το όνομα του ως «οικία Μαξίμου».
Από τα μέσα της δεκαετίας του 1950 μέχρι το 1982, το Μέγαρο χρησιμοποιήθηκε κάποιες φορές (όχι όμως σε σταθερή βάση) ως ξενώνας για πρωθυπουργούς και προέδρους άλλων χωρών που επισκέπτονταν την Αθήνα, όπως ο Γιουγκοσλάβος πρόεδρος Τίτο το 1955 και η Βρετανίδα πρωθυπουργός Μάργκαρετ Θάτσερ το 1980.
Την περίοδο της χούντας των συνταγματαρχών, στο Μέγαρο έμενε ο αντιβασιλέας (είχε οριστεί σε αυτή τη θέση από τον Παπαδόπουλο μετά το αποτυχημένο αντιπραξικόπημα του βασιλιά Κωνσταντίνου) Γεώργιος Ζωιτάκης με την σύζυγό του Παγώνα. Η χωριατοπούλα Παγώνα Ζωιτάκη δυσανασχετούσε με την τόσο κεντρική τοποθεσία του Μεγάρου, ενώ χαρακτηριστική έμεινε η φράση της «Τι τα θέλαμε τα μέγαρα; Δεν επιτρέπεται ούτε κοτέτσι να φτιάξεις».
Το 1982 παραχωρήθηκε στο Υπουργείο Προεδρίας της Κυβερνήσεως, κατόπιν απόφασης Κουτσόγιωργα, με σκοπό την στέγαση του γραφείου του εκάστοτε πρωθυπουργού. Οι εργασίες ολικής αποκατάστασης καθώς και προσθήκης Α΄ ορόφου στο πίσω τμήμα του κτιρίου, έγιναν από τον ανάδοχο της αρχιτεκτονικής μελέτης, Αριστόδημο Μαντζουράνη με συνεργάτιδες την Γεωργία Ζώη και την Αγγελική Κοτρώνη – Μαντζουράνη.
Πρόταση να αποτελέσει η κατοικία του μελλοντική πρωθυπουργική κατοικία είχε κάνει και ο Ελευθέριος Βενιζέλος για το δικό του σπίτι επί της Βασ. Σοφίας.
[E-Daily.gr]
Από το olympia
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου