Από τα τέλη της δεκαετίας του 1920, στο Αμβούργο του Νιου Τζέρσεϊ, υπάρχει ένα τοπικό ορόσημο, που σήμερα όμως καταρρέει. Το μικρό λούνα παρκ, εμπνευσμένο από τα Παραμύθια των αδελφών Γκριμ, ήταν γνωστό ως The Gingerbread Castle και καθημερινά προσέλκυε εκατοντάδες επισκέπτες.
Η ροζ πρόσοψη του κάστρου έχει ξεθωριάσει από τότε που το πάρκο έκλεισε στις αρχές της δεκαετίας του 1980 μετά από περισσότερο από μισό αιώνα λειτουργίας. Από τότε, το ακίνητο έχει περάσει από ιδιοκτήτη σε ιδιοκτήτη -ο τελευταίος προσπάθησε να το πουλήσει στο eBay το 2006 έναντι 380.000 δολαρίων. Αν και το κάστρο συνεχίζει να εμπνέει περιέργεια και νοσταλγία στους ντόπιους, η τύχη του παραμένει αβέβαιη.
Το Κάστρο ήταν παραγγελία του Fred Henry Bennett, ενός επιχειρηματία και φανατικού με τα παραμύθια. Ήταν ιδιοκτήτης της εταιρείας F. H. Bennett Biscuit Company, η οποία κατασκεύαζε κράκερ, λιχουδιές για σκύλους και άλλα αρτοσκευάσματα στη Νέα Υόρκη.
Το 1921, ο Bennett επέκτεινε τις δραστηριότητές του και άνοιξε έναν αλευρόμυλο στο Αμβούργο του Νιου Τζέρσεϊ. Λίγο αργότερα, οι πωλήσεις της εταιρείας άρχισαν να πέφτουν και ο Bennett ασχολήθηκε με το να βρει μια καινοτόμο λύση. Σύμφωνα με ένα άρθρο του Time από το 1930, πίστευε ότι "αν οι άνθρωποι έρχονταν για να δουν το μύλο και το εργοστάσιο, τα προβλήματα των πωλήσεων θα λύνονταν από μόνα τους".
Εκείνη την εποχή όμως, το να προσελκύσει πελάτες οι οποίοι έπρεπε να κάνουν ένα οδικό ταξίδι απόστασης 50 μιλίων από την πόλη της Νέας Υόρκης ήταν μια δύσκολη κατάσταση -ειδικά όταν το κύριο αξιοθέατο ήταν απλώς ένας αλευρόμυλος. Χρειαζόταν κάτι πιο "πιασάρικο". Ένα βράδυ, για να ξεφύγει από τα προβλήματα, παρακολούθησε μια παραγωγή του Χάνσελ και Γκρέτελ στη Metropolitan Opera.
Ο Bennett ενθουσιάστηκε από το περίπλοκο σκηνικό της σειράς και έφυγε αποφασισμένος να το αναδημιουργήσει σε μεγαλύτερη κλίμακα. "Το μάτι μου έπεσε στο γραφικό, gingerbread σπίτι των νεραϊδών στη σκηνή", είπε ο Bennette στο Time, "ήταν ακριβώς αυτό που ήθελα!". Και έτσι, άρχισε να δημιουργεί κάτι στο παλιό καμίνι που υπήρχε απέναντι από το αυλή από τον μύλο.
Το έργο διήρκεσε 2 χρόνια και στοίχισε περίπου 50.000 δολάρια (736.000 σήμερα). Ως φόρο τιμής στην εταιρεία μπισκότων του Bennett, το κάστρο ήταν διακοσμημένο με μεγάλα μπισκότα και κράκερ, τα οποία οι ξεναγοί προειδοποιούσαν ότι, αν τα παιδιά προσπαθούσαν να αγγίξουν, θα γινόντουσαν πέτρα.
Ο επιχειρηματίες ανέθεσε στον αρχιτέκτονα Joseph Urban να κατασκευάσει ένα αντίγραφο σε φυσικό μέγεθος του gingerbread σπιτιού από τον Χάνσελ και Γκρέτελ δίπλα στο μύλο του στο Νιου Τζέρσεϊ. Το κάστρο είναι ένα από τα λίγα έργα του Αυστροαμερικανού αρχιτέκτονα που έχουν διασωθεί.
Δεκαετίες παραμέλησης και βανδαλισμών έχουν επιβαρύνει το κάστρο. Το 1930, το περιοδικό Time κατέγραψε τη σκηνή στο Gingerbread Castle την ημέρα των εγκαινίων του:
Η αστραφτερή οροφή του, λευκή σαν γλάσο, είναι διακοσμημένη με μια σειρά από ροζ και μπλε απομιμήσεις καρδιές καραμελών. Τεράστια μπισκότα -από φελλό- υπάρχουν στους ριγέ τοίχους. Ένας -ζωγραφισμένος- ιππότης ύψους έξι ποδιών με φανταχτερή πανοπλία πάνω σε ένα ζωγραφισμένο άλογο περιστρέφεται από έναν πυργίσκο ως ανεμοδείκτης. Μια γιγαντιαία μαύρη γάτα σχηματίζει αψίδα στην κορυφή ενός μιναρέ με ράβδους ζάχαρης. Μια φώκια στον στύλο ενός κουρέα ισορροπεί μια μπάλα που στροβιλίζεται στην άκρη της μύτης του. Στο κιγκλίδωμα της εξωτερικής σκάλας υπάρχει μια πομπή από ροζ ελέφαντες και ρινόκερους.
Ξεναγοί ντυμένοι σαν Χάνσελ και Γκρέτελ ξεναγούσαν ομάδες παιδιών στο πάρκο, καθώς αφηγούνταν ένα ποτ πουρί από παραμύθια. "Φέρναμε τα παιδιά στο κάστρο και λέγαμε, 'Αυτό είναι το Gingerbread Κάστρο που βρήκαν ο Χάνσελ και η Γκρέτελ στο μαγεμένο δάσος. Όπως μπορείτε να δείτε, είναι όλα καλυμμένα από μπισκότα, καραμέλες, κέικ και ό,τι καλό μπορείτε να φάτε'. Μετά, επισημαίναμε ότι 'υπάρχει ένας ιππότης με άλογο που τρέχει για να βοηθήσει κάποια κοπέλα που κινδύνευε'", εξήγησε η Shirley Baldwin, η "Gretel" στα τέλη της δεκαετίας του 1940.
Το Gingerbread Castle όμως δεν σαν την Disneyland. Το θεματικό πάρκο του Bennett εμφάνιζε επίτηδες πολλές από τις άσχημες πλευρές των παραμυθιών των Αδερφών Γκριμ. Για παράδειγμα, ένα από τα δωμάτια σχεδιάστηκε για να "πήξει το αίμα των νέων" είχε τοίχους "γεμάτους κόκαλα" και στο οποίο υπήρχε "το καζάνι στο οποίο ο γίγαντας μαγείρευε τα θύματά του". Το καζάνι επισημαινόταν ακόμη και στο επίσημο φυλλάδιο, το οποίο υποσχόταν ότι "τα παιδιά θα μιλούν για μέρες για το τεράστιο καζάνι -χωρούσε έντεκα παιδιά- όπου η μάγισσα μαγείρευε τα θύματά της, και μέχρι που μαγείρεψε την ίδια η Γκρέτελ".
Σύμφωνα με τη Baldwin, το να τρομάξεις τα παιδιά ήταν σημαντικό για την ξενάγηση. "Τα παιδιά ήταν πολύ εντυπωσιασμένα. Μπορούσαμε να τα τρομάξουμε και να τα πούμε ότι αν δεν ήταν καλά παιδιά, θα τα έπαιρνε η μάγισσα".
Άλλα αξιοθέατα περιελάμβαναν ένα μηχανικό τρένο, έναν τεράστιο πηγάδι ευχών και ένα αρτοποιείο που πουλούσε φρέσκα μπισκότα με gingerbread. Όλα πλέον είναι ρημαγμένα.
Σύμφωνα με ένα τοπικό ρεπορτάζ τον Οκτώβριο του 2018, ο Don Oriolo αγόρασε το ακίνητο και καταβάλλει προσπάθειες για να το καθαρίσει εδώ και περίπου ένα χρόνο.
Όσον αφορά το μέρος, ήταν μια από τις πρώτες βιομηχανικές τοποθεσίες του Νιου Τζέρσεϊ. Ο μύλος Wheatsworth κατασκευάστηκε το 1808 και λειτούργησε μέχρι και το 1943 αδιαλείπτως. Ο Bennett αγόρασε τον μύλο το 1921 και, το 1931, τον πούλησε στην National Biscuit Company (την γνωστή Nabisco). Το 1937, άλλαξε χέρια και, μέχρι τη δεκαετία του 1980, λειτουργούσε ως γραφεία. Όλο αυτό το διάστημα, το κάστρο λειτουργούσε ακόμα ως λούνα παρκ, αλλά δεν μπορούσε πλέον να συντηρηθεί και έκλεισε το 1978, με μια τελευταία προσπάθεια να ανοίξει ξανά ως πάρκο στα τέλη της δεκαετίας του '80.
Από το 3otiko
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου