Ένα παράξενο ζώο μήκους οκτώ και πλέον μέτρων, με μακρύτατο λαιμό, μικρό κεφάλι που έμοιαζε μεταξύ
κεφαλιού καμήλας και βατράχου, με τεράστια ουρά, λέπια λευκά στα νηκτικά πτερύγια, δέρμα φολιδωτό χρώματος μπλε και γκρίζου, σπλάγχνα συνολικού όγκου δύο κυβικών μέτρων, όλα αυτά δεν ήταν βεβαίως χαρακτηριστικά που τα συναντά κανείς σε κανένα από τα συνήθη όντα του πλανήτη μας.Οι φυσιοδίφες που έσπευσαν από το Παρίσι για να μελετήσουν το λείψανο του πλάσματος που βρισκόταν σε αποσύνθεση, δεν είχαν κατορθώσει να το κατατάξουν στη ζωολογική κλίμακα. Ο Καθηγητής Κορμπιέρ υποστήριζε ότι επρόκειτο περί ενός θαλάσσιου θηλαστικού, ενός είδους κήτους, σπανιότατου στις βόρειες θάλασσες. Ο συνάδελφός του, όμως, Καθηγητής Πετί εξέφρασε τη γνώμη ότι επρόκειτο μάλλον περί αμφίβιου, ενώ ένας άλλος επιστήμονας, ονόματι Λερούζ, θεωρούσε ότι το πλάσμα ήταν μάλλον ψάρι.
Και μόνον αυτή η διχογνωμία μεταξύ τριών ειδικών επιστημόνων ήταν αρκετή για να πείσει ότι το παράξενο πλάσμα ήταν από τα όντα που, ενώ ασφαλώς κυκλοφορούν στο υγρό στοιχείο της επιφάνειας του πλανήτη μας από εποχής πολύ παλαιότερης των άλλων πλασμάτων, ο άνθρωπος δεν κατορθώνει να τα βλέπει παρά σπανιότατα.
Οι επιστήμονες παρέλαβαν τμήματα των σπλάγχνων, των οποίων το μεγαλύτερο μέρος το είχαν φάει οι γλάροι, του δέρματος, του εγκεφάλου και των οστών, προκειμένου να τα μεταφέρουν στα εργαστήριά τους για περαιτέρω έλεγχο.
Η είδηση δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα “Η ΒΡΑΔΥΝΗ”, στις 07/03/1934…
Από strangepressΑπό το el.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου