Γράφει ο Ζαφείρης Καραβίας*
Η άφιξη του Ι. Καποδίστρια στην επαναστατημένη Ελλάδα
Όταν ο Ι. Καποδίστριας έφτασε στην επαναστατημένη Ελλάδα την 12η Ιανουαρίου του 1828 για να αναλάβει τα ηνία της νεογέννητης ελληνικής πολιτείας αντίκρισε έναν τόπο εξαθλιωμένο μαστιζόμενο από τον πολυετή πόλεμο και την έλλειψη επαρκών πόρων για την αξιοπρεπή διαβίωση του πληθυσμού. Επιπλέον οι Έλληνες επαναστάτες είχαν περιέλθει σε δεινή στρατιωτική κατάσταση καθώς πέραν των
αποδεκατισμένων υπολειμμάτων του στρατού του Φαβιέρου τα οποία μετά την μακρά πολιορκία της ακροπόλεως από τον Κιουταχή το 1826 συμμετείχαν στην εκστρατεία της Χίου, δεν υπήρχε κάποιο άλλο οργανωμένο σώμα ικανό να διεξάγει πόλεμο. Ο Κιουταχής δε κατείχε την Στερεά Ελλάδα και ο Ιμπραήμ το μεγαλύτερο μέρος της Πελοποννήσου.
Οι επαναλαμβανόμενες συρράξεις με τους τούρκους είχαν επιφέρει ανυπολόγιστες ζημιές στην οικονομία και εξόντωσαν μεγάλο μέρος του πληθυσμού ενώ στις δυστυχίες αυτές έρχονταν να προστεθούν και οι εμφύλιες διαμάχες μεταξύ οπλαρχηγών που υποβίβαζαν τις συνολικές προσπάθειες του έθνους και αποτελούσαν τροχοπέδη στον δρόμο για την ελευθερία. Η εξουσία της Ελληνικής κυβέρνησης δε περιορίζονταν μόνο στην Αίγινα, τον Πόρο, την Ελευσίνα, τα Μέγαρα και λίγα νησιά συνιστώντας μια σκιώδη και προβληματική κυβέρνηση. Στις υπόλοιπες περιοχές επικρατούσαν τοπικοί άρχοντες, πρόκριτοι και πειρατές που ενεργούσαν με γνώμονα το προσωπικό συμφέρον. Συνεπώς η κατάσταση αυτή ευνοούσε την αυθαιρεσία των τοπικών οπλαρχηγών που πιέζονταν για την τροφοδοσία τους και επιδίδονταν κατ’ εξακολούθηση σε ληστείες και λεηλασίες εις βάρος του άμαχου πληθυσμού, ο οποίος φοβούμενος για την επιβίωση του εγκατέλειπε τις καλλιέργειες και τις τοπικές εμπορικές δραστηριότητες. Συχνό φαινόμενο αποτελούσε βέβαια η μη είσπραξη φόρων, ο σφετερισμός των δημόσιων πόρων, η ανομία, η προσφυγιά, τα ασυνόδευτα παιδιά τα οποία είχαν ορφανέψει από γονείς και ακολουθούσαν ανά ομάδες τα άτακτα σώματα της υπαίθρου. Επιπλέον στα νησιά επικρατούσαν οξείες κοινωνικές συγκρούσεις που δίχαζαν τον ντόπιο πληθυσμό και αποσπούσαν δυνάμεις από τους εθνικούς αγώνες. Ενώ σε αυτά τα ήδη σημαντικά προβλήματα μπορούν να προστεθούν και η απειθαρχία των ξένων, αντιναυάρχου Κόχραν και Αρχιστράτηγου Τσώρτς προς την ελληνική διοίκηση. Ο Καποδίστριας ωστόσο γνώριζε ήδη, είχε μελετήσει προσεκτικά τα ελληνικά πράγματα και έχοντας ρεαλιστική επίγνωση των υπαρχόντων δυσχερειών ξεκίνησε, χωρίς να χάνει καιρό, να εργάζεται για την εκπλήρωση του ιερού σκοπού που ανέλαβε.
Η συμβολή του Καποδίστρια στην οργάνωση του Ελληνικού Τακτικού Στρατού
Για να αντιμετωπιστεί αυτή η κατάσταση έπρεπε να δημιουργηθεί κράτος που να ενώσει κάτω από ένα ισχυρό κέντρο την κατακερματισμένη κατά περιοχές εξουσία, να δημιουργήσει διοικητικές δομές, να παράσχει ασφάλεια ζωής και περιουσίας στην ύπαιθρο, στα αστικά κέντρα και την θάλασσα, ώστε να εξασφαλιστούν μόνιμα τα μέσα συντηρήσεως πληθυσμού και εμπορίου. Η συγκρότηση τακτικού στρατού και ναυτικού για την τήρηση της τάξεως και την διεξαγωγή πολέμου κρίνονταν συνεπώς ζωτικής σημασίας για τα συμφέροντα και την λειτουργία του νεοσύστατου ελληνικού κράτους. Με το ψήφισμα της Βουλής ΝΗ’ την 18/01/28 προκηρύχθηκε η σύγκληση εθνικής συνελεύσεως τον Απρίλιο του 1928 όπου καθορίστηκε συνακολούθως το κυβερνητικό σύστημα και αυτοδιαλύθηκε η βουλή. Το ψήφισμα αυτό που διενεργούνταν εξαιτίας των έκτακτων περιστάσεων της περιόδου παρείχε υπερεξουσίες στον Κυβερνήτη. Το γεγονός αυτό αποτελούσε απαραίτητη προϋπόθεση για την εκπλήρωση της εντολής που είχε δοθεί στον Καποδίστρια από την εθνική συνέλευση της Τροιζήνας, για την δημιουργία μιας ισχυρής και σταθερής εξουσίας.
Η αποτελεσματική Οργάνωση στρατού και στόλου σε σύντομο χρονικό διάστημα είχε ως αποτέλεσμα την εξάλειψη της ληστείας και της πειρατείας στην ύπαιθρο και την θάλασσα αντίστοιχα. Ο ευφυής διπλωμάτης παράλληλα εργάζονταν επιμελώς για την συνέχιση του πολέμου καθώς σχεδίαζε να επηρεάσει αποφασιστικά την εξέλιξη του ελληνικού Ζητήματος με την δημιουργία τετελεσμένου γεγονότος στρατιωτικής κατοχής των διεκδικούμενων εδαφών. Η εξαγγελλομένη από τη συνθήκη της 6ης Ιουλίου του 1827 «ειρήνευση της ανατολής» έπρεπε να επιτευχθεί με την εξασφάλιση των μέγιστων ωφελειών που παρείχε η δεδομένη χρονική περίοδος για την Ελλάδα. Συνεπώς ο εχθρός έπρεπε να εκδιωχθεί από την ηπειρωτική Ελλάδα ως την γραμμή Αμβρακικού – Παγασητικού, σύνορα που ο Καποδίστριας έκρινε ότι ήταν δυνατόν να εξασφαλιστούν υπέρ της πατρίδος παρά τις ποικίλες αντιδράσεις των μεγάλων δυνάμεων και την αρχική αγγλική επιδίωξη για περιορισμό του Ελληνικού κράτους στην Πελοπόννησο και μερικά νησιά.
Έτσι ξεκίνησε η αναδιοργάνωση των ελληνικών ενόπλων δυνάμεων της περιόδου (1828 – 1831) κατά την όποια την ανωτάτη ηγεσία στρατού και στόλου θα ασκούσε ο κυβερνήτης στα χέρια του οποίου είχαν συγκεντρωθεί όλες οι εξουσίες, ώστε να εξασφαλιστεί η δυνατότητα της αποτελεσματικής και γρήγορης λήψης αποφάσεων. Επιπλέον η παρουσία του Καποδίστρια στην κορυφή του στρατεύματος αποτελούσε παράγοντα ενότητας και αύξησης του ηθικού για τον ταλαιπωρημένο λαό που πίστευε στις δυνάμεις και τους επιδέξιους χειρισμούς του κυβερνήτη.
Αρχικά καταργήθηκε ο βαθμός του Αρχιστρατήγου που έφερε ο Άγγλος στρατιωτικός Τσώρτς ο οποίος περιορίστηκε στην διοίκηση του στρατού της Δυτικής Ελλάδος και μόνο τιμητικά συνέχισε να φέρει τον τίτλο. Την διοίκηση της Πελοποννήσου ανέλαβε ο Κολοκοτρώνης ενώ ο Δ. Υψηλάντης ανέλαβε την διοίκηση της Ανατολικής Ελλάδος. Κατά την αναδιοργάνωση πρόεκυψε επίσης και το πρόβλημα χειρισμού των φιλελλήνων όπου έπρεπε να τηρηθούν οι απαραίτητες ισορροπίες ώστε να μην διαταραχτούν οι σχέσεις των χώρων αυτών με την κυβέρνηση. Έτσι ο κυβερνήτης διόρισε στο στράτευμα και αρκετούς ξένους επιτελάρχες κυρίως Γάλλους και Βαυαρούς.
Ο εξοντωτικός πολυετής πόλεμος άφησε την χώρα με έμψυχο στρατιωτικό δυναμικό περί των 20.000 ή 30.000 στρατιωτών και περί των 20.000 ναυτών. Επιπλέον υπήρχε μεγάλος αριθμός αξιωματικών εξαιτίας των διαφόρων διοικήσεων που για μικροπολιτικά οφέλη έδιναν τυφλά βαθμούς. Συνεπώς οι στρατιώτες έπρεπε να υπαχθούν σε στρατιωτικούς κανονισμούς να συγκροτήσουν οργανωμένα σώματα και να δεχθούν να υπηρετήσουν σε υποδεέστερη θέση από αυτή των αξιωματικών τους και με βαθμούς κατώτερους από αυτούς που είχαν ήδη. Η οικονομική δυσπραγία καθιστούσε την αναδιοργάνωση του στρατού δύσκολο έργο. Με το Διάταγμα της 3ης Φεβρουαρίου του 1828 τα άτακτα σώματα σχημάτισαν 8 χιλιαρχίες των 1.200 ανδρών με διοικητές τους «χιλίαρχους» και υποδιαιρέσεις αυτών τις πεντακοσαρχίες (500), εκαντονταρχίες (100), πενηνταρχίες (50), εικοσιπενταρχίες (25), δωδεκαρχίες (12), πενταρχίες (5) με πρόβλεψη για αντίστοιχους αξιωματικούς και υπαξιωματικούς, υπασπιστή, σημαιοφόρο, ιερέα, γιατρό, ταμία και φροντιστή. Για την συγκρότηση των νέων σωμάτων δημιουργήθηκε στρατόπεδο στην Τροιζήνα ενώ τον ανεφοδιασμό του στρατεύματος ανέλαβε αρμόδιο επιμελητήριο που έδρευε στον Πόρο. Παράλληλα τον Απρίλιο του 1828 οι δημογεροντίες διετάχθησαν να πραγματοποιήσουν καθολική και λεπτομερή απογραφή των κάτοικων των περιοχών που εξουσίαζαν ενώ η στρατολόγηση πραγματοποιούνταν ως εξής: 1 στρατεύσιμος ανά 100 κατοίκους.
Επιπλέον, μετά την αποχώρηση του Γάλλου στρατηγού Φαβιέρου από την εκστρατεία της Χίου διευθυντής των τακτικών στρατευμάτων διεκρίθη ο βαυαρός συνταγματάρχης Έυδεκ ο όποιος συγκέντρωσε στο Ναύπλιο το εναπομείναν σώμα του Φαβιέρου. Στο σώμα καταταγήκαν σύντομα νέοι εθελοντές οι οποίοι εξοπλίστηκαν με γαλλικά όπλα και προμηθεύτηκαν με κυανές στολές, όμοιες με τις γαλλικές. Ενώ ο κυβερνήτης συγκρότησε οικονομικό Συμβούλιο για την εξασφάλιση μισθοδοσίας και εξοπλισμού. Τον Ιούλιο του 1828 δε ιδρύθηκε η στρατιωτική σχολή Ευελπίδων και συνακολούθως λίγο αργότερα τον Σεπτέμβριο του 1828 ιδρύθηκε το πρώτο τάγμα πυροβολικού προσφέροντας νέες προοπτικές για τις ελληνικές ένοπλες δυνάμεις. Περί τα τέλη του 1829 ο ελληνικός στρατός εκπαιδεύονταν από πολυάριθμους γάλλους εκπαιδευτές που έφεραν τον βαθμό του ανθυπολοχαγού και στα σώματα του φιλοξενούσε ακόμη περισσότερους αξιωματικούς των οποίων η παρουσία έκανε τον ελληνικό στρατό της υπό εξέταση περιόδου να προσομοιάζει στον γαλλικό. Η εκπαίδευση δε γίνονταν συμφώνα με τους γαλλικούς κανονισμούς. Ενώ οι συνεχόμενες χρηματικές ενισχύσεις του Βασιλέα της Γαλλίας Καρόλου Ι’ προς τον Καποδίστρια συντέλεσαν στην γρήγορη και αξιόλογη συγκρότηση του ελληνικού στρατεύματος.
Η Διοικητική διαίρεση του τακτικού στρατού διαρθρώθηκε ως εξής: Α-Δ τάγματα πεζικού καθώς και πυροβολικό έδρευαν στο Ναύπλιο, Ιππικό στο Αργος, Β’ Τάγμα πεζικού στην Πάτρα και Γ τάγμα πεζικού στην Ναύπακτο. Η διάρθρωση του στρατεύματος τροποποιήθηκε εκ νέου μετά την αποφασιστική μάχη της Πετράς (07/1829), κατά την όποια εξασφαλίστηκε ο έλεγχος της Ανατολικής Ελλάδος, καθώς ο Καποδίστριας μεταρρύθμισε τις χιλιαρχίες σε 13 ελαφρά τάγματα που θα χρησίμευαν πλέον για την φύλαξη των συνόρων. Κάθε τάγμα υποδιαιρούνταν σε 4 λόχους. Ενώ όσοι αξιωματικοί περίσσεψαν από την αναδιοργάνωση κατατάχθηκαν υποχρεωτικά μαζί με άλλους εναπομείναντες άνευ σώματος παλαιούς οπλαρχηγούς σε ένα νεοσύστατο σώμα το επονομαζόμενο «ταξιαρχικό». Αξίζει να σημειωθεί ότι όλα τα μελή του σώματος αυτού δεν αναλάμβαναν ενεργή υπηρεσία αλλά λάμβαναν τιμητικά μισθό. Ο μετασχηματισμός των χιλιαρχιών σε τάγματα είχε ως αποτέλεσμα και τον επανακαθορισμό βαθμών με ανώτατο προβλεπόμενο βαθμό αυτόν του ταγματάρχη. Επιπλέον επιδιώχθηκε όπου ήταν δυνατό παλαιοί συμπολεμιστές να βρεθούν στις ίδιες μονάδες για να μην διαρραγούν οι δεσμοί μεταξύ των οπλαρχηγών και ακόλουθων αγωνιστών τους. Η Επιλογή δε των διοικητών και η εκλογή τους γίνονταν με βάση τις ικανότητες τους, την πρόσφορα στην μάχη και την υπόληψη που αυτοί κατείχαν στην συνείδηση του στρατεύματος. Ενώ σε άλλες περιπτώσεις αναφέρεται ότι στρατιώτες από διάφορα μέρη της Ελλάδος συνταχθήκαν σε κοινές ομάδες προκειμένου να λείψει το τοπικιστικό πνεύμα από τα σώματα αυτά.
Μεριμνά Καποδίστρια για ηθική διάπλαση νέων ελλήνων και στρατιωτών – Θρησκευτική Υπηρεσία Στρατού
Ο Καποδίστριας έτρεφε μεγάλο ενδιαφέρον και φροντίδα για την προστασία της ελληνικής νεότητας καθώς και για την πνευματική πρόοδο αυτής. Ως εκ τούτου συνέλεξε τα ασυνόδευτα παιδιά που ακολουθουσάν το στράτευμα και τα στέγασε στο ορφανοτροφείο της Αίγινας σώζοντας την ελληνική νεότητα από την διαφθορά και παράσχοντας σε αυτά βασική μόρφωση, χριστιανική κατήχηση και ενασχόληση με τέχνες που θα βοηθούσαν την επαγγελματική αποκατάσταση κατά την ενηλικίωση τους. Το ίδιο ενδιαφέρον επέδειξε και για την πνευματική πρόοδο των στρατιωτών κατοχυρώνοντας την Θεσμική παρουσία των ιερέων στο στράτευμα και την σχολή ευελπιδων με την ίδρυση της θρησκευτικής Υπηρεσίας Στρατού. Σύμφωνα με τους κανονισμούς της υπηρεσίας οι μαθητές διδάσκονταν θρησκευτικά και εκκλησιαστική ιστορία, προσεύχονταν καθημερινά ενώ τις Κυριακές και τις γιορτές εκκλησιάζονταν υποχρεωτικά. Ακολουθούσαν επίσης πιστά τους Ιερούς κανόνες της εκκλησίας προς την νηστεία, την εξομολόγηση και την θεια μετάληψη. Επιπλέον ο Πατέρας του Έθνους Καποδίστριας ίδρυσε ειδικό σχολειό για τους στρατιωτικούς ιερείς με διευθυντή στρατιωτικό ιερέα για την καλύτερη προετοιμασία αυτών προς τον σκοπό τον όποιο έπρεπε να ικανοποιήσουν. Συνεπώς επί Καποδίστρια μέσα από τους κόλπους του στρατεύματος επανατέθηκαν και οι βάσεις για το ηθικό υπόβαθρο της νέοκτιζόμενης ελληνικής κοινωνίας.
Η συμβολή του Καποδίστρια στην οργάνωση του Πολεμικού Ναυτικού και την εξάλειψη της Πειρατείας
Η οργάνωση του πολεμικού στόλου ρυθμίστηκε ευκολότερα. Κυρίως εξαιτίας της αναχώρησης του άγγλου Αντιναυάρχου Κόχραν τον Δεκέμβριο του 1827 γεγονός που διευκόλυνε τον Καποδίστρια ώστε να αναθέσει τις ναυτικές μοίρες που σχηματιστήκαν τότε κάτω από τον έλεγχο ελλήνων αρχηγών. Σχηματίζοντας την Μοίρα αιγαίου με αρχηγό τον Μιαούλη και τον στολίσκο πυρπολικού με αρχηγό τον Κανάρη, την Μοίρα ακτών Μεσσηνίας με αρχηγό τον Σαχτούρη, την Μοίρα Ευβοϊκού με αρχηγό τον Σαχίνη και την Μοίρα Δυτικής Ελλάδος με αρχηγό τον Άγγλο πλοίαρχο και φιλέλληνα Άστιγξ. Κατόπιν της οργάνωσης επαγγελματικού ναυτικού ο κυβερνήτης μερίμνησε για την αντιμετώπιση της πειρατείας στις βόρειες Σποράδες. Έτσι ο Μιαούλης κατ’ εντολή Καποδίστρια, την 18 Φεβρουαρίου πραγματοποίησε επιτυχημένη επιχείρηση έναντι των πειρατών της περιοχής που είχε ως αποτέλεσμα την εξάλειψη τους. Ειδικότερα οι πειρατές παραδόθηκαν αμαχητί παραχωρώντας στην κυβέρνηση και 79 πλοιάρια που πρότερα χρησιμοποιούσαν στις επιδρομές τους. Επιπλέον στο νότιο Αιγαίο έλαβε χώρα η συντριβή του πειρατικού ορμητηρίου της Γραμβούσας με την σύμπραξη του Αγγλικού και του Γαλλικού ναυτικού που έδρασαν για χάρη της κυβέρνησης μετά από ενέργειες του Καποδίστρια. Συνακολούθως ο Κυβερνήτης επιδιώκοντας την διαφύλαξη της ακεραιτότητας της Ελληνικής επικρατείας από τις ξένες επεμβάσεις και για να αξιοποιήσει με την ευκαιρία αυτή την επέκταση της ευθύνης και της εξουσίας που η Ελληνική Κυβέρνηση αξίωνε στο έδαφος στης Κρήτης, αξίωσε και επέτυχε την εκδίκαση των πειρατών και την κράτηση τους στην Ελλάδα καθώς και την επιστροφή 4 πειρατικών πλοίων που είχαν συλληφθεί και σταλεί στην Μάλτα από τους θαλασσοκράτορες Άγγλους. Η εξάλειψη της πειρατείας που παρακώλυε την ευρωπαϊκή ναυτιλία και αποτελούσε παράγοντα ανασφάλειας στην περιοχή αποτέλεσε λαμπρή επιτυχία του Καποδίστρια η οποία επιπροσθέτως ενίσχυσε το κύρος του Έλληνικού κράτους στο εξωτερικό.
Σύντομη Αποτίμηση έργου του Κυβερνήτη
Η επίμονη εργασία του Κυβερνήτη, οι διαπροσωπικές σχέσεις με αξιωματούχους, και ηγέτες ανά την Ευρώπη, η πείθω, το πάθος για την εκπλήρωση του ιερού σκοπού που ανέλαβε και η εις βάθος αντίληψη του διεθνούς πολιτικού γίγνεσθαι είχαν ως αποτέλεσμα την ταχύτατη ανασύνταξη των ελληνικών δυνάμεων, την αναβάθμιση του αξιόμαχου, την αναζωπύρωση του ηθικού των αγωνιστών καθώς και την ενίσχυση του αισθήματος ασφαλείας εν γένει. Η ενίσχυση του αισθήματος αυτού έθεσε τις βάσεις για πιο ομαλές συνθήκες διαβίωσης, την επάνοδο του πληθυσμού στις συνήθεις προπολεμικές ασχολίες και όχι μόνο, επανακινόντας έστω και σε πρώιμο στάδιο την οικονομία της ρημαγμένης τότε χώρας. Η αναδιοργάνωση των άτακτων σωμάτων και η μετατροπή τους σε σύγχρονο τακτικό στρατό αποτέλεσε καταλυτικό και αναγκαίο παράγοντα για την τόνωση και ολοκλήρωση του απελευθερωτικού αγώνα των Ελλήνων και δίκαια θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως το αποτελεσματικό «εκτελεστικό όργανο του έθνους».
Εν κατακλείδι, ο κυβερνήτηςμε τους ευφυείς χειρισμούς του επέτυχε ακόμη την εκδίωξη των τούρκων από την Στερεά, τον εκκαθαρισμό της Πελοποννήσου από τις αιγυπτιακές δυνάμεις με την βοήθεια του γαλλικού στρατού καθώς και την εξασφάλιση των συνόρων θέτοντας τα ουσιαστικά θεμέλια για την δημιουργία της νεοσύστατης Ελληνικής πολιτείας.
*O Καραβίας Ζαφείρης είναι απόφοιτος του τμήματος Πολιτικής επιστήμης και διεθνών σχέσεων του Πανεπιστήμιου Πελοποννήσου ( Σχολή Κοινωνικών και Πολιτικών Επιστήμων). Επίσης είναι κάτοχος μεταπτυχιακού τίτλου σπουδών με αντικείμενο την Ναυτιλία και ειδίκευση στο Ναυτιλιακό Management , του πανεπιστημίου Πειραιώς. Ενδιαφέροντα μελέτης του αποτελούν ποικίλα θέματα από τα πεδία της Πολιτικής, Γεωπολιτικής, Γεωοικονομίας, Ιστορίας, Διεθνών σχέσεων και στρατηγικών σπουδών.
Από το thesecretrealtruth
Η άφιξη του Ι. Καποδίστρια στην επαναστατημένη Ελλάδα
Όταν ο Ι. Καποδίστριας έφτασε στην επαναστατημένη Ελλάδα την 12η Ιανουαρίου του 1828 για να αναλάβει τα ηνία της νεογέννητης ελληνικής πολιτείας αντίκρισε έναν τόπο εξαθλιωμένο μαστιζόμενο από τον πολυετή πόλεμο και την έλλειψη επαρκών πόρων για την αξιοπρεπή διαβίωση του πληθυσμού. Επιπλέον οι Έλληνες επαναστάτες είχαν περιέλθει σε δεινή στρατιωτική κατάσταση καθώς πέραν των
αποδεκατισμένων υπολειμμάτων του στρατού του Φαβιέρου τα οποία μετά την μακρά πολιορκία της ακροπόλεως από τον Κιουταχή το 1826 συμμετείχαν στην εκστρατεία της Χίου, δεν υπήρχε κάποιο άλλο οργανωμένο σώμα ικανό να διεξάγει πόλεμο. Ο Κιουταχής δε κατείχε την Στερεά Ελλάδα και ο Ιμπραήμ το μεγαλύτερο μέρος της Πελοποννήσου.
Οι επαναλαμβανόμενες συρράξεις με τους τούρκους είχαν επιφέρει ανυπολόγιστες ζημιές στην οικονομία και εξόντωσαν μεγάλο μέρος του πληθυσμού ενώ στις δυστυχίες αυτές έρχονταν να προστεθούν και οι εμφύλιες διαμάχες μεταξύ οπλαρχηγών που υποβίβαζαν τις συνολικές προσπάθειες του έθνους και αποτελούσαν τροχοπέδη στον δρόμο για την ελευθερία. Η εξουσία της Ελληνικής κυβέρνησης δε περιορίζονταν μόνο στην Αίγινα, τον Πόρο, την Ελευσίνα, τα Μέγαρα και λίγα νησιά συνιστώντας μια σκιώδη και προβληματική κυβέρνηση. Στις υπόλοιπες περιοχές επικρατούσαν τοπικοί άρχοντες, πρόκριτοι και πειρατές που ενεργούσαν με γνώμονα το προσωπικό συμφέρον. Συνεπώς η κατάσταση αυτή ευνοούσε την αυθαιρεσία των τοπικών οπλαρχηγών που πιέζονταν για την τροφοδοσία τους και επιδίδονταν κατ’ εξακολούθηση σε ληστείες και λεηλασίες εις βάρος του άμαχου πληθυσμού, ο οποίος φοβούμενος για την επιβίωση του εγκατέλειπε τις καλλιέργειες και τις τοπικές εμπορικές δραστηριότητες. Συχνό φαινόμενο αποτελούσε βέβαια η μη είσπραξη φόρων, ο σφετερισμός των δημόσιων πόρων, η ανομία, η προσφυγιά, τα ασυνόδευτα παιδιά τα οποία είχαν ορφανέψει από γονείς και ακολουθούσαν ανά ομάδες τα άτακτα σώματα της υπαίθρου. Επιπλέον στα νησιά επικρατούσαν οξείες κοινωνικές συγκρούσεις που δίχαζαν τον ντόπιο πληθυσμό και αποσπούσαν δυνάμεις από τους εθνικούς αγώνες. Ενώ σε αυτά τα ήδη σημαντικά προβλήματα μπορούν να προστεθούν και η απειθαρχία των ξένων, αντιναυάρχου Κόχραν και Αρχιστράτηγου Τσώρτς προς την ελληνική διοίκηση. Ο Καποδίστριας ωστόσο γνώριζε ήδη, είχε μελετήσει προσεκτικά τα ελληνικά πράγματα και έχοντας ρεαλιστική επίγνωση των υπαρχόντων δυσχερειών ξεκίνησε, χωρίς να χάνει καιρό, να εργάζεται για την εκπλήρωση του ιερού σκοπού που ανέλαβε.
Η συμβολή του Καποδίστρια στην οργάνωση του Ελληνικού Τακτικού Στρατού
Για να αντιμετωπιστεί αυτή η κατάσταση έπρεπε να δημιουργηθεί κράτος που να ενώσει κάτω από ένα ισχυρό κέντρο την κατακερματισμένη κατά περιοχές εξουσία, να δημιουργήσει διοικητικές δομές, να παράσχει ασφάλεια ζωής και περιουσίας στην ύπαιθρο, στα αστικά κέντρα και την θάλασσα, ώστε να εξασφαλιστούν μόνιμα τα μέσα συντηρήσεως πληθυσμού και εμπορίου. Η συγκρότηση τακτικού στρατού και ναυτικού για την τήρηση της τάξεως και την διεξαγωγή πολέμου κρίνονταν συνεπώς ζωτικής σημασίας για τα συμφέροντα και την λειτουργία του νεοσύστατου ελληνικού κράτους. Με το ψήφισμα της Βουλής ΝΗ’ την 18/01/28 προκηρύχθηκε η σύγκληση εθνικής συνελεύσεως τον Απρίλιο του 1928 όπου καθορίστηκε συνακολούθως το κυβερνητικό σύστημα και αυτοδιαλύθηκε η βουλή. Το ψήφισμα αυτό που διενεργούνταν εξαιτίας των έκτακτων περιστάσεων της περιόδου παρείχε υπερεξουσίες στον Κυβερνήτη. Το γεγονός αυτό αποτελούσε απαραίτητη προϋπόθεση για την εκπλήρωση της εντολής που είχε δοθεί στον Καποδίστρια από την εθνική συνέλευση της Τροιζήνας, για την δημιουργία μιας ισχυρής και σταθερής εξουσίας.
Η αποτελεσματική Οργάνωση στρατού και στόλου σε σύντομο χρονικό διάστημα είχε ως αποτέλεσμα την εξάλειψη της ληστείας και της πειρατείας στην ύπαιθρο και την θάλασσα αντίστοιχα. Ο ευφυής διπλωμάτης παράλληλα εργάζονταν επιμελώς για την συνέχιση του πολέμου καθώς σχεδίαζε να επηρεάσει αποφασιστικά την εξέλιξη του ελληνικού Ζητήματος με την δημιουργία τετελεσμένου γεγονότος στρατιωτικής κατοχής των διεκδικούμενων εδαφών. Η εξαγγελλομένη από τη συνθήκη της 6ης Ιουλίου του 1827 «ειρήνευση της ανατολής» έπρεπε να επιτευχθεί με την εξασφάλιση των μέγιστων ωφελειών που παρείχε η δεδομένη χρονική περίοδος για την Ελλάδα. Συνεπώς ο εχθρός έπρεπε να εκδιωχθεί από την ηπειρωτική Ελλάδα ως την γραμμή Αμβρακικού – Παγασητικού, σύνορα που ο Καποδίστριας έκρινε ότι ήταν δυνατόν να εξασφαλιστούν υπέρ της πατρίδος παρά τις ποικίλες αντιδράσεις των μεγάλων δυνάμεων και την αρχική αγγλική επιδίωξη για περιορισμό του Ελληνικού κράτους στην Πελοπόννησο και μερικά νησιά.
Έτσι ξεκίνησε η αναδιοργάνωση των ελληνικών ενόπλων δυνάμεων της περιόδου (1828 – 1831) κατά την όποια την ανωτάτη ηγεσία στρατού και στόλου θα ασκούσε ο κυβερνήτης στα χέρια του οποίου είχαν συγκεντρωθεί όλες οι εξουσίες, ώστε να εξασφαλιστεί η δυνατότητα της αποτελεσματικής και γρήγορης λήψης αποφάσεων. Επιπλέον η παρουσία του Καποδίστρια στην κορυφή του στρατεύματος αποτελούσε παράγοντα ενότητας και αύξησης του ηθικού για τον ταλαιπωρημένο λαό που πίστευε στις δυνάμεις και τους επιδέξιους χειρισμούς του κυβερνήτη.
Αρχικά καταργήθηκε ο βαθμός του Αρχιστρατήγου που έφερε ο Άγγλος στρατιωτικός Τσώρτς ο οποίος περιορίστηκε στην διοίκηση του στρατού της Δυτικής Ελλάδος και μόνο τιμητικά συνέχισε να φέρει τον τίτλο. Την διοίκηση της Πελοποννήσου ανέλαβε ο Κολοκοτρώνης ενώ ο Δ. Υψηλάντης ανέλαβε την διοίκηση της Ανατολικής Ελλάδος. Κατά την αναδιοργάνωση πρόεκυψε επίσης και το πρόβλημα χειρισμού των φιλελλήνων όπου έπρεπε να τηρηθούν οι απαραίτητες ισορροπίες ώστε να μην διαταραχτούν οι σχέσεις των χώρων αυτών με την κυβέρνηση. Έτσι ο κυβερνήτης διόρισε στο στράτευμα και αρκετούς ξένους επιτελάρχες κυρίως Γάλλους και Βαυαρούς.
Ο εξοντωτικός πολυετής πόλεμος άφησε την χώρα με έμψυχο στρατιωτικό δυναμικό περί των 20.000 ή 30.000 στρατιωτών και περί των 20.000 ναυτών. Επιπλέον υπήρχε μεγάλος αριθμός αξιωματικών εξαιτίας των διαφόρων διοικήσεων που για μικροπολιτικά οφέλη έδιναν τυφλά βαθμούς. Συνεπώς οι στρατιώτες έπρεπε να υπαχθούν σε στρατιωτικούς κανονισμούς να συγκροτήσουν οργανωμένα σώματα και να δεχθούν να υπηρετήσουν σε υποδεέστερη θέση από αυτή των αξιωματικών τους και με βαθμούς κατώτερους από αυτούς που είχαν ήδη. Η οικονομική δυσπραγία καθιστούσε την αναδιοργάνωση του στρατού δύσκολο έργο. Με το Διάταγμα της 3ης Φεβρουαρίου του 1828 τα άτακτα σώματα σχημάτισαν 8 χιλιαρχίες των 1.200 ανδρών με διοικητές τους «χιλίαρχους» και υποδιαιρέσεις αυτών τις πεντακοσαρχίες (500), εκαντονταρχίες (100), πενηνταρχίες (50), εικοσιπενταρχίες (25), δωδεκαρχίες (12), πενταρχίες (5) με πρόβλεψη για αντίστοιχους αξιωματικούς και υπαξιωματικούς, υπασπιστή, σημαιοφόρο, ιερέα, γιατρό, ταμία και φροντιστή. Για την συγκρότηση των νέων σωμάτων δημιουργήθηκε στρατόπεδο στην Τροιζήνα ενώ τον ανεφοδιασμό του στρατεύματος ανέλαβε αρμόδιο επιμελητήριο που έδρευε στον Πόρο. Παράλληλα τον Απρίλιο του 1828 οι δημογεροντίες διετάχθησαν να πραγματοποιήσουν καθολική και λεπτομερή απογραφή των κάτοικων των περιοχών που εξουσίαζαν ενώ η στρατολόγηση πραγματοποιούνταν ως εξής: 1 στρατεύσιμος ανά 100 κατοίκους.
Επιπλέον, μετά την αποχώρηση του Γάλλου στρατηγού Φαβιέρου από την εκστρατεία της Χίου διευθυντής των τακτικών στρατευμάτων διεκρίθη ο βαυαρός συνταγματάρχης Έυδεκ ο όποιος συγκέντρωσε στο Ναύπλιο το εναπομείναν σώμα του Φαβιέρου. Στο σώμα καταταγήκαν σύντομα νέοι εθελοντές οι οποίοι εξοπλίστηκαν με γαλλικά όπλα και προμηθεύτηκαν με κυανές στολές, όμοιες με τις γαλλικές. Ενώ ο κυβερνήτης συγκρότησε οικονομικό Συμβούλιο για την εξασφάλιση μισθοδοσίας και εξοπλισμού. Τον Ιούλιο του 1828 δε ιδρύθηκε η στρατιωτική σχολή Ευελπίδων και συνακολούθως λίγο αργότερα τον Σεπτέμβριο του 1828 ιδρύθηκε το πρώτο τάγμα πυροβολικού προσφέροντας νέες προοπτικές για τις ελληνικές ένοπλες δυνάμεις. Περί τα τέλη του 1829 ο ελληνικός στρατός εκπαιδεύονταν από πολυάριθμους γάλλους εκπαιδευτές που έφεραν τον βαθμό του ανθυπολοχαγού και στα σώματα του φιλοξενούσε ακόμη περισσότερους αξιωματικούς των οποίων η παρουσία έκανε τον ελληνικό στρατό της υπό εξέταση περιόδου να προσομοιάζει στον γαλλικό. Η εκπαίδευση δε γίνονταν συμφώνα με τους γαλλικούς κανονισμούς. Ενώ οι συνεχόμενες χρηματικές ενισχύσεις του Βασιλέα της Γαλλίας Καρόλου Ι’ προς τον Καποδίστρια συντέλεσαν στην γρήγορη και αξιόλογη συγκρότηση του ελληνικού στρατεύματος.
Η Διοικητική διαίρεση του τακτικού στρατού διαρθρώθηκε ως εξής: Α-Δ τάγματα πεζικού καθώς και πυροβολικό έδρευαν στο Ναύπλιο, Ιππικό στο Αργος, Β’ Τάγμα πεζικού στην Πάτρα και Γ τάγμα πεζικού στην Ναύπακτο. Η διάρθρωση του στρατεύματος τροποποιήθηκε εκ νέου μετά την αποφασιστική μάχη της Πετράς (07/1829), κατά την όποια εξασφαλίστηκε ο έλεγχος της Ανατολικής Ελλάδος, καθώς ο Καποδίστριας μεταρρύθμισε τις χιλιαρχίες σε 13 ελαφρά τάγματα που θα χρησίμευαν πλέον για την φύλαξη των συνόρων. Κάθε τάγμα υποδιαιρούνταν σε 4 λόχους. Ενώ όσοι αξιωματικοί περίσσεψαν από την αναδιοργάνωση κατατάχθηκαν υποχρεωτικά μαζί με άλλους εναπομείναντες άνευ σώματος παλαιούς οπλαρχηγούς σε ένα νεοσύστατο σώμα το επονομαζόμενο «ταξιαρχικό». Αξίζει να σημειωθεί ότι όλα τα μελή του σώματος αυτού δεν αναλάμβαναν ενεργή υπηρεσία αλλά λάμβαναν τιμητικά μισθό. Ο μετασχηματισμός των χιλιαρχιών σε τάγματα είχε ως αποτέλεσμα και τον επανακαθορισμό βαθμών με ανώτατο προβλεπόμενο βαθμό αυτόν του ταγματάρχη. Επιπλέον επιδιώχθηκε όπου ήταν δυνατό παλαιοί συμπολεμιστές να βρεθούν στις ίδιες μονάδες για να μην διαρραγούν οι δεσμοί μεταξύ των οπλαρχηγών και ακόλουθων αγωνιστών τους. Η Επιλογή δε των διοικητών και η εκλογή τους γίνονταν με βάση τις ικανότητες τους, την πρόσφορα στην μάχη και την υπόληψη που αυτοί κατείχαν στην συνείδηση του στρατεύματος. Ενώ σε άλλες περιπτώσεις αναφέρεται ότι στρατιώτες από διάφορα μέρη της Ελλάδος συνταχθήκαν σε κοινές ομάδες προκειμένου να λείψει το τοπικιστικό πνεύμα από τα σώματα αυτά.
Μεριμνά Καποδίστρια για ηθική διάπλαση νέων ελλήνων και στρατιωτών – Θρησκευτική Υπηρεσία Στρατού
Ο Καποδίστριας έτρεφε μεγάλο ενδιαφέρον και φροντίδα για την προστασία της ελληνικής νεότητας καθώς και για την πνευματική πρόοδο αυτής. Ως εκ τούτου συνέλεξε τα ασυνόδευτα παιδιά που ακολουθουσάν το στράτευμα και τα στέγασε στο ορφανοτροφείο της Αίγινας σώζοντας την ελληνική νεότητα από την διαφθορά και παράσχοντας σε αυτά βασική μόρφωση, χριστιανική κατήχηση και ενασχόληση με τέχνες που θα βοηθούσαν την επαγγελματική αποκατάσταση κατά την ενηλικίωση τους. Το ίδιο ενδιαφέρον επέδειξε και για την πνευματική πρόοδο των στρατιωτών κατοχυρώνοντας την Θεσμική παρουσία των ιερέων στο στράτευμα και την σχολή ευελπιδων με την ίδρυση της θρησκευτικής Υπηρεσίας Στρατού. Σύμφωνα με τους κανονισμούς της υπηρεσίας οι μαθητές διδάσκονταν θρησκευτικά και εκκλησιαστική ιστορία, προσεύχονταν καθημερινά ενώ τις Κυριακές και τις γιορτές εκκλησιάζονταν υποχρεωτικά. Ακολουθούσαν επίσης πιστά τους Ιερούς κανόνες της εκκλησίας προς την νηστεία, την εξομολόγηση και την θεια μετάληψη. Επιπλέον ο Πατέρας του Έθνους Καποδίστριας ίδρυσε ειδικό σχολειό για τους στρατιωτικούς ιερείς με διευθυντή στρατιωτικό ιερέα για την καλύτερη προετοιμασία αυτών προς τον σκοπό τον όποιο έπρεπε να ικανοποιήσουν. Συνεπώς επί Καποδίστρια μέσα από τους κόλπους του στρατεύματος επανατέθηκαν και οι βάσεις για το ηθικό υπόβαθρο της νέοκτιζόμενης ελληνικής κοινωνίας.
Η συμβολή του Καποδίστρια στην οργάνωση του Πολεμικού Ναυτικού και την εξάλειψη της Πειρατείας
Η οργάνωση του πολεμικού στόλου ρυθμίστηκε ευκολότερα. Κυρίως εξαιτίας της αναχώρησης του άγγλου Αντιναυάρχου Κόχραν τον Δεκέμβριο του 1827 γεγονός που διευκόλυνε τον Καποδίστρια ώστε να αναθέσει τις ναυτικές μοίρες που σχηματιστήκαν τότε κάτω από τον έλεγχο ελλήνων αρχηγών. Σχηματίζοντας την Μοίρα αιγαίου με αρχηγό τον Μιαούλη και τον στολίσκο πυρπολικού με αρχηγό τον Κανάρη, την Μοίρα ακτών Μεσσηνίας με αρχηγό τον Σαχτούρη, την Μοίρα Ευβοϊκού με αρχηγό τον Σαχίνη και την Μοίρα Δυτικής Ελλάδος με αρχηγό τον Άγγλο πλοίαρχο και φιλέλληνα Άστιγξ. Κατόπιν της οργάνωσης επαγγελματικού ναυτικού ο κυβερνήτης μερίμνησε για την αντιμετώπιση της πειρατείας στις βόρειες Σποράδες. Έτσι ο Μιαούλης κατ’ εντολή Καποδίστρια, την 18 Φεβρουαρίου πραγματοποίησε επιτυχημένη επιχείρηση έναντι των πειρατών της περιοχής που είχε ως αποτέλεσμα την εξάλειψη τους. Ειδικότερα οι πειρατές παραδόθηκαν αμαχητί παραχωρώντας στην κυβέρνηση και 79 πλοιάρια που πρότερα χρησιμοποιούσαν στις επιδρομές τους. Επιπλέον στο νότιο Αιγαίο έλαβε χώρα η συντριβή του πειρατικού ορμητηρίου της Γραμβούσας με την σύμπραξη του Αγγλικού και του Γαλλικού ναυτικού που έδρασαν για χάρη της κυβέρνησης μετά από ενέργειες του Καποδίστρια. Συνακολούθως ο Κυβερνήτης επιδιώκοντας την διαφύλαξη της ακεραιτότητας της Ελληνικής επικρατείας από τις ξένες επεμβάσεις και για να αξιοποιήσει με την ευκαιρία αυτή την επέκταση της ευθύνης και της εξουσίας που η Ελληνική Κυβέρνηση αξίωνε στο έδαφος στης Κρήτης, αξίωσε και επέτυχε την εκδίκαση των πειρατών και την κράτηση τους στην Ελλάδα καθώς και την επιστροφή 4 πειρατικών πλοίων που είχαν συλληφθεί και σταλεί στην Μάλτα από τους θαλασσοκράτορες Άγγλους. Η εξάλειψη της πειρατείας που παρακώλυε την ευρωπαϊκή ναυτιλία και αποτελούσε παράγοντα ανασφάλειας στην περιοχή αποτέλεσε λαμπρή επιτυχία του Καποδίστρια η οποία επιπροσθέτως ενίσχυσε το κύρος του Έλληνικού κράτους στο εξωτερικό.
Σύντομη Αποτίμηση έργου του Κυβερνήτη
Η επίμονη εργασία του Κυβερνήτη, οι διαπροσωπικές σχέσεις με αξιωματούχους, και ηγέτες ανά την Ευρώπη, η πείθω, το πάθος για την εκπλήρωση του ιερού σκοπού που ανέλαβε και η εις βάθος αντίληψη του διεθνούς πολιτικού γίγνεσθαι είχαν ως αποτέλεσμα την ταχύτατη ανασύνταξη των ελληνικών δυνάμεων, την αναβάθμιση του αξιόμαχου, την αναζωπύρωση του ηθικού των αγωνιστών καθώς και την ενίσχυση του αισθήματος ασφαλείας εν γένει. Η ενίσχυση του αισθήματος αυτού έθεσε τις βάσεις για πιο ομαλές συνθήκες διαβίωσης, την επάνοδο του πληθυσμού στις συνήθεις προπολεμικές ασχολίες και όχι μόνο, επανακινόντας έστω και σε πρώιμο στάδιο την οικονομία της ρημαγμένης τότε χώρας. Η αναδιοργάνωση των άτακτων σωμάτων και η μετατροπή τους σε σύγχρονο τακτικό στρατό αποτέλεσε καταλυτικό και αναγκαίο παράγοντα για την τόνωση και ολοκλήρωση του απελευθερωτικού αγώνα των Ελλήνων και δίκαια θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως το αποτελεσματικό «εκτελεστικό όργανο του έθνους».
Εν κατακλείδι, ο κυβερνήτηςμε τους ευφυείς χειρισμούς του επέτυχε ακόμη την εκδίωξη των τούρκων από την Στερεά, τον εκκαθαρισμό της Πελοποννήσου από τις αιγυπτιακές δυνάμεις με την βοήθεια του γαλλικού στρατού καθώς και την εξασφάλιση των συνόρων θέτοντας τα ουσιαστικά θεμέλια για την δημιουργία της νεοσύστατης Ελληνικής πολιτείας.
*O Καραβίας Ζαφείρης είναι απόφοιτος του τμήματος Πολιτικής επιστήμης και διεθνών σχέσεων του Πανεπιστήμιου Πελοποννήσου ( Σχολή Κοινωνικών και Πολιτικών Επιστήμων). Επίσης είναι κάτοχος μεταπτυχιακού τίτλου σπουδών με αντικείμενο την Ναυτιλία και ειδίκευση στο Ναυτιλιακό Management , του πανεπιστημίου Πειραιώς. Ενδιαφέροντα μελέτης του αποτελούν ποικίλα θέματα από τα πεδία της Πολιτικής, Γεωπολιτικής, Γεωοικονομίας, Ιστορίας, Διεθνών σχέσεων και στρατηγικών σπουδών.
Από το thesecretrealtruth
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου