Το Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών σε επιστολικό δελτάριο του 1910.
ΜΑΚΡΙΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΣΗΜΕΡΙΝΗ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΤΩΝ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ, ΟΙ ΠΡΩΤΟΙ ΕΛΛΗΝΕΣ ΦΟΙΤΗΤΕΣ ΕΛΕΓΧΟΝΤΑΝ ΑΥΣΤΗΡΑ, ΕΙΧΑΝ ΚΗΔΕΜΟΝΑ ΚΑΙ ΚΑΘΕ ΠΑΡΑΣΠΟΝΔΙΑ ΤΙΜΩΡΟΥΝΤΑΝ ΑΥΣΤΗΡΑ. ΓΙ ΑΥΤΟ, ΟΙ ΠΡΩΤΟΙ ΦΟΙΤΗΤΕΣ ΜΑΣ ΗΤΑΝ ΕΝΑ ΕΞΑΙΡΕΤΙΚΑ ΣΥΝΤΗΡΗΤΙΚΟ ΣΤΡΩΜΑ.
Το πρώτο ελληνικό πανεπιστήμιο γεννήθηκε τον Απρίλιο του 1837, με το βασιλικό διάταγμα «περί προσωρινού κανονισμού του εν Αθήναις συστηθησομένου πανεπιστημίου» που είχε
την επίσημη ονομασία «πανεπιστήμιον του Όθωνος». Είχαν προηγηθεί προσπάθειες και διατάγματα από τον καιρό του Καποδίστρια, που άλλες έμειναν στα χαρτιά κι άλλων αναβλήθηκε η εφαρμογή τους, ενώ από το 1835 είχε ιδρυθεί «θεωρητικόν και πρακτικόν διδασκαλικόν κατάστημα χειρουργίας, φαρμακοποιίας και ιατρικής» που αργότερα εξελίχθηκε στην ιατρική του πανεπιστημίου.
Η ιστορία των πρώτων βημάτων του ελληνικού πανεπιστημίου είναι άκρως ενδιαφέρουσα. Κορυφαίοι επιστήμονες της εποχής έγιναν οι πρώτοι καθηγητές του, οι οποίοι πληρώνονταν από τα δίδακτρα που πλήρωναν οι φοιτητές. Ο τότε φοιτητόκοσμος δεν είχε καμιά σχέση με τον σημερινό. Όχι μόνο πλήρωνε, εκτός από λίγους αποδεδειγμένα άπορους, αλλά σπούδαζε μέσα σε συνθήκες αυστηρής πειθαρχίας. Όταν γινόταν δεκτός στο πανεπιστήμιο, ο φοιτητής έπρεπε να παρουσιαστεί στο ίδρυμα μαζί με κάποιον κάτοικο Αθηνών, ο οποίος εκτελούσε χρέη κηδεμόνα έναντι του ιδρύματος και ήταν υπεύθυνος για τις πράξεις του νεαρού.
Οι καθηγητές είχαν υποχρέωση από τον κανονισμό να συμβουλεύουν τους φοιτητές, να τους ανακαλούν στην τάξη ή να τους βγάζουν έξω απ’ το μάθημα αν είχαν μεμπτή συμπεριφορά. Για κάθε παρεκτροπή που θεωρούσαν σοβαρή, έπρεπε να ενημερώνουν τον πρύτανη. Για κάθε φοιτητή υπήρχε κατάλογος ακαδημαϊκών επιδόσεων και κατάλογος επιδόσεων στη συμπεριφορά, την επιμέλεια και το ήθος. Την «αστυνομία», όπως αναφέρει χαρακτηριστικά ο κανονισμός, κατείχε ο πρύτανης για ολόκληρο το πανεπιστήμιο και ο «σχολάρχης» για κάθε σχολή. Και οι δυο διορίζονταν κατ’ ευθείαν από τον βασιλέα και ήταν υπόλογοι σ’ αυτόν αν στο πανεπιστήμιο σημειώνονταν δυσάρεστα γεγονότα, είτε ατομικά είτε συλλογικά.
Επειδή όλες οι εξουσίες θεωρούσαν τους φοιτητές και τα πανεπιστήμια εύφλεκτες εστίες, οι Βαυαροί έδωσαν μεγάλη σημασία στον έλεγχο του. Ο πρύτανης ήταν υποχρεωμένος «να γνωρίζει τας σχέσεις, τας συναναστροφάς και τους γνωρίμους των φοιτητών του». Φυσικά, τότε το πανεπιστήμιο ήταν μικρό και η Αθήνα είχε 15000 κατοίκους, οπότε αυτός ο έλεγχος προσωπικού τύπου ήταν σχετικά εύκολος. Ο πρύτανης ήταν υποχρεωμένος να ενημερώνει τον κηδεμόνα και τους συγγενείς των φοιτητών «δια κάθε παρεκτροπή εκ της οδού της αρετής και της ευπρεπείας».
Για παρεκτροπές εντός του πανεπιστημιακού χώρου, ο πρύτανης είχε το δικαίωμα να επιβάλλει τις ακόλουθες ποινές: Επίπληξη ιδιαιτέρως, επίπληξη μπροστά στο Συμβούλιο του πανεπιστημίου όπως ονομαζόταν τότε η σύγκλητος, αλλά και κράτηση του άτακτου φοιτητή μέσα στο πανεπιστημιακό οίκημα για 24 ώρες. Για σοβαρότερα παραπτώματα, ο πρύτανης συναποφάσιζε με το συμβούλιο και απέδιδε ποινές που έφταναν από κράτηση εντός του πανεπιστημίου μέχρι 4 βδομάδες έως και οριστική αποβολή του φοιτητή από το ίδρυμα. Για την τελευταία έσχατη ποινή, χρειαζόταν και έγκριση του υπουργείου.
Ιδιαιτέρως αυστηρός ήταν ο κανονισμός για τους κοπανατζήδες από τα μαθήματα φοιτητές. Αν διέκοπτε κανείς τις σπουδές για τρεις μήνες, έπρεπε να ξαναγραφτεί από την αρχή. Αν έχανε την εγγραφή στο εξάμηνο έστω και για μια μέρα, απαγορευόταν η εκ’ των υστέρων εγγραφή. Όποιος απουσίαζε για περισσότερες από τρεις συνολικά ώρες σε κάθε μάθημα, το έχανε κι έπρεπε να το ξαναπάρει από την αρχή. Η σημερινή φοιτητική ταυτότητα ονομαζόταν «γραμμάτιον», το οποίο αφαιρούνταν αν ο φοιτητής δεν πλήρωνε κανονικά τα δίδακτρα του στην ώρα τους. Δέκα δραχμές ήταν η εγγραφή, έως σαράντα δραχμές ο κάθε χρόνος ανάλογα με τη σχολή και είκοσι δραχμές το αντίτιμο για να παραλάβει το απολυτήριο. Υπήρχε επίσης ο θεσμός των ακροατών μαθημάτων.
Αυτοί πλήρωναν μια δραχμή κάθε παρακολούθηση και έπαιρναν ένα τίτλο που δεν θεωρούνταν πτυχίο, αλλά ήταν ενισχυτικός άλλων τίτλων σπουδών που κατείχαν.
Ίσως σ’ αυτό το αυστηρότατο πλαίσιο οφειλόταν η σχετικά συντηρητική στάση των φοιτητών απέναντι σε κάθε είδους προοδευτική αλλαγή τουλάχιστον μέχρι το τέλος του 19ου αιώνα. Αυτό που γνωρίζουμε σήμερα ως οργισμένο φοιτηταριό ή φοιτητικό κίνημα, άρχισε μετά την επανάσταση στου Γουδή το 1909. Ως τότε, οι φοιτητές και ειδικά αυτοί των φιλολογικών και νομικών σχολών πρωτοστατούσαν σε ταραχές ενάντια στην πρόοδο, στην δημοτική γλώσσα και γενικά σε κάθε τι που θεωρούσαν ότι ερχόταν από την Ευρώπη. Άλλοι καιροί, άλλα ήθη…
Από το pisostapalia
Follow @tiniosNewsit
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΚΑΜΠΟΥΡΑΚΗΣ
Το πρώτο ελληνικό πανεπιστήμιο γεννήθηκε τον Απρίλιο του 1837, με το βασιλικό διάταγμα «περί προσωρινού κανονισμού του εν Αθήναις συστηθησομένου πανεπιστημίου» που είχε
την επίσημη ονομασία «πανεπιστήμιον του Όθωνος». Είχαν προηγηθεί προσπάθειες και διατάγματα από τον καιρό του Καποδίστρια, που άλλες έμειναν στα χαρτιά κι άλλων αναβλήθηκε η εφαρμογή τους, ενώ από το 1835 είχε ιδρυθεί «θεωρητικόν και πρακτικόν διδασκαλικόν κατάστημα χειρουργίας, φαρμακοποιίας και ιατρικής» που αργότερα εξελίχθηκε στην ιατρική του πανεπιστημίου.
Η ιστορία των πρώτων βημάτων του ελληνικού πανεπιστημίου είναι άκρως ενδιαφέρουσα. Κορυφαίοι επιστήμονες της εποχής έγιναν οι πρώτοι καθηγητές του, οι οποίοι πληρώνονταν από τα δίδακτρα που πλήρωναν οι φοιτητές. Ο τότε φοιτητόκοσμος δεν είχε καμιά σχέση με τον σημερινό. Όχι μόνο πλήρωνε, εκτός από λίγους αποδεδειγμένα άπορους, αλλά σπούδαζε μέσα σε συνθήκες αυστηρής πειθαρχίας. Όταν γινόταν δεκτός στο πανεπιστήμιο, ο φοιτητής έπρεπε να παρουσιαστεί στο ίδρυμα μαζί με κάποιον κάτοικο Αθηνών, ο οποίος εκτελούσε χρέη κηδεμόνα έναντι του ιδρύματος και ήταν υπεύθυνος για τις πράξεις του νεαρού.
Οι καθηγητές είχαν υποχρέωση από τον κανονισμό να συμβουλεύουν τους φοιτητές, να τους ανακαλούν στην τάξη ή να τους βγάζουν έξω απ’ το μάθημα αν είχαν μεμπτή συμπεριφορά. Για κάθε παρεκτροπή που θεωρούσαν σοβαρή, έπρεπε να ενημερώνουν τον πρύτανη. Για κάθε φοιτητή υπήρχε κατάλογος ακαδημαϊκών επιδόσεων και κατάλογος επιδόσεων στη συμπεριφορά, την επιμέλεια και το ήθος. Την «αστυνομία», όπως αναφέρει χαρακτηριστικά ο κανονισμός, κατείχε ο πρύτανης για ολόκληρο το πανεπιστήμιο και ο «σχολάρχης» για κάθε σχολή. Και οι δυο διορίζονταν κατ’ ευθείαν από τον βασιλέα και ήταν υπόλογοι σ’ αυτόν αν στο πανεπιστήμιο σημειώνονταν δυσάρεστα γεγονότα, είτε ατομικά είτε συλλογικά.
Επειδή όλες οι εξουσίες θεωρούσαν τους φοιτητές και τα πανεπιστήμια εύφλεκτες εστίες, οι Βαυαροί έδωσαν μεγάλη σημασία στον έλεγχο του. Ο πρύτανης ήταν υποχρεωμένος «να γνωρίζει τας σχέσεις, τας συναναστροφάς και τους γνωρίμους των φοιτητών του». Φυσικά, τότε το πανεπιστήμιο ήταν μικρό και η Αθήνα είχε 15000 κατοίκους, οπότε αυτός ο έλεγχος προσωπικού τύπου ήταν σχετικά εύκολος. Ο πρύτανης ήταν υποχρεωμένος να ενημερώνει τον κηδεμόνα και τους συγγενείς των φοιτητών «δια κάθε παρεκτροπή εκ της οδού της αρετής και της ευπρεπείας».
Για παρεκτροπές εντός του πανεπιστημιακού χώρου, ο πρύτανης είχε το δικαίωμα να επιβάλλει τις ακόλουθες ποινές: Επίπληξη ιδιαιτέρως, επίπληξη μπροστά στο Συμβούλιο του πανεπιστημίου όπως ονομαζόταν τότε η σύγκλητος, αλλά και κράτηση του άτακτου φοιτητή μέσα στο πανεπιστημιακό οίκημα για 24 ώρες. Για σοβαρότερα παραπτώματα, ο πρύτανης συναποφάσιζε με το συμβούλιο και απέδιδε ποινές που έφταναν από κράτηση εντός του πανεπιστημίου μέχρι 4 βδομάδες έως και οριστική αποβολή του φοιτητή από το ίδρυμα. Για την τελευταία έσχατη ποινή, χρειαζόταν και έγκριση του υπουργείου.
Ιδιαιτέρως αυστηρός ήταν ο κανονισμός για τους κοπανατζήδες από τα μαθήματα φοιτητές. Αν διέκοπτε κανείς τις σπουδές για τρεις μήνες, έπρεπε να ξαναγραφτεί από την αρχή. Αν έχανε την εγγραφή στο εξάμηνο έστω και για μια μέρα, απαγορευόταν η εκ’ των υστέρων εγγραφή. Όποιος απουσίαζε για περισσότερες από τρεις συνολικά ώρες σε κάθε μάθημα, το έχανε κι έπρεπε να το ξαναπάρει από την αρχή. Η σημερινή φοιτητική ταυτότητα ονομαζόταν «γραμμάτιον», το οποίο αφαιρούνταν αν ο φοιτητής δεν πλήρωνε κανονικά τα δίδακτρα του στην ώρα τους. Δέκα δραχμές ήταν η εγγραφή, έως σαράντα δραχμές ο κάθε χρόνος ανάλογα με τη σχολή και είκοσι δραχμές το αντίτιμο για να παραλάβει το απολυτήριο. Υπήρχε επίσης ο θεσμός των ακροατών μαθημάτων.
Αυτοί πλήρωναν μια δραχμή κάθε παρακολούθηση και έπαιρναν ένα τίτλο που δεν θεωρούνταν πτυχίο, αλλά ήταν ενισχυτικός άλλων τίτλων σπουδών που κατείχαν.
Ίσως σ’ αυτό το αυστηρότατο πλαίσιο οφειλόταν η σχετικά συντηρητική στάση των φοιτητών απέναντι σε κάθε είδους προοδευτική αλλαγή τουλάχιστον μέχρι το τέλος του 19ου αιώνα. Αυτό που γνωρίζουμε σήμερα ως οργισμένο φοιτηταριό ή φοιτητικό κίνημα, άρχισε μετά την επανάσταση στου Γουδή το 1909. Ως τότε, οι φοιτητές και ειδικά αυτοί των φιλολογικών και νομικών σχολών πρωτοστατούσαν σε ταραχές ενάντια στην πρόοδο, στην δημοτική γλώσσα και γενικά σε κάθε τι που θεωρούσαν ότι ερχόταν από την Ευρώπη. Άλλοι καιροί, άλλα ήθη…
Από το pisostapalia
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου