Γράφει η Vassilia Deroukaki
Το δόγμα του Ινδουϊσμού περί της διαδοχικής πρόσδεσης της ψυχής με πολλά διαφορετικά σώματα, δεν προέρχεται από την αρχαιότερη σανσκριτική γραμματεία, τις Βέδες, αλλά από την ταντρική παράδοση, ένα μανιχαϊστικό ινδικό δόγμα. Η ταντρική φιλοσοφία δέχεται την ακατάσκευον ύλη ως συναϊδιον και συνάρχουσαν μετά του Θεού, συνυπάρχοντες σε κατάσταση ενότητας και απροσωπίας. Η ταντρική αντίληψη, διανθισθείσα από την Ινδική μεσαιωνική φιλοσοφία τηςSamkhya, είναι ο φορέας του δόγματος της μετενσάρκωσης. Το εν λόγω δόγμα αντιλαμβάνεται την ανθρώπινη ψυχή ως απρόσωπη, όπως απρόσωπο αντιλαμβάνεται και το θείον. Πρεσβεύει πως η ψυχή προσδέεται με διαφορετικά σώματα - προσωπικότητες, επειδή στην αμοιγή φύση της δεν ανήκει κανένα πρόσωπο. Διά τούτο, το εν λόγω δόγμα ορίζει ως σωτηριολογία της ψυχής την απελευθέρωσή της από τον κύκλο των αλλεπάλληλων μετενσαρκώσεων και προσωποποιήσεων. Και τότε τί είναι αυτό που μένει; Μία απρόσωπη ουσία, η οποία διαλύεται εντός μίας ενιαίας υπερβατικής ουσίας, η οποία επίσης δεν έχει πρόσωπο. Εντός αυτής της απρόσωπης ενιαίας ουσίας, η σεσωσμένη ψυχή διαλύεται, χωρίς προσωπική ταυτότητα και χωρίς αυτοσυνείδηση.
Η κατάσταση της απώλειας του προσώπου, στην Χριστιανική Θεολογία, αποτελεί την οντολογία του Άδη.
Η δε αναφορά της Τάντρα σε μία προκοσμική αρχή, αποίου και αζώου, δεν ανάγει στά υπέρλογα και υπέρνοα του Θεού, στα ακροκόρυφα της αποφατικής Θεολογίας, αλλά ανάγει στην μόνη ουσία η οποία είναι φύσει άποιος, απρόσωπος, άρα άζωος, δηλαδή, στην ακατάσκευον ύλη.
Κατά την ελληνορθόδοξη αντίληψη, η ύλη επαρήχθη υπό του Θεού για να δημιουργήσει τον κόσμο. Απ' άρτις της παραγωγής της προσεδέθη με τις ιδέες, οι οποίες είναι θείες νοήσεις, και ειδοποιήθηκε (εδώ αναιρείται και η θεωρία του Δαρβίνου, διότι η αρχέτυπη ιδέα δεν εξελίσσεται). Η άποιος ύλη απέκτησε ποιότητες διά της συμφυϊας της της με την ιδέα - μορφή. Η φύσει άυλη ιδέα ανήκει στον υπερβατικό τόπο των νοητών ή λογικών, δηλαδή του Θείου Λόγου, ενώ η ύλη αποτελεί την κατώτατη υποστάθμη της δημιουργίας. Ο Γρηγόριος Νύσσης ονομάζει την ανείδεον ύλη "έσχατον αίσχος".
Και ενώ, ο όρος μορφή (rupa), από την βεδική θεολογία κατανοείται ως ποιότητα της άυλης νοητής ιδέας, όπως και από την ελληνορθόδοξη θεολογία, από την ταντρική φιλοσοφία κατανοείται ως ποιότητα της ύλης. Κατά την ταντρική αντίληψη η μορφή αναδύεται μέσα από την ύλη και είναι υλικής φύσεως. Εάν όμως, η μορφή παράγεται από την ανείδεον ύλη εκ του μηδενός, τότε η ουσία της ύλης αναβιβάζεται στο βάθρο του Θεού - Δημιουργού. Διά τούτο, η μανιχαϊστική Τάντρα τοποθετεί την ανείδεον ύλη σε συναναρχία μετά του απρόσωπου Θεού, ενώ ορίζει την ειδοποιηθείσα ύλη ως την κατώτατη πραγματικότητα.
Βάσει αυτού, η μανιχαϊστική τάντρα προσάπτει στην ειδοποιηθείσα ύλη την πηγή του κακού. Συνεπάγεται, πως ενοχοποιεί την μορφή κι όχι την ύλη. Αυτό συμβαίνει, διότι με μαεστρια το εν λόγω δόγμα υποβαθμίζει τον τόπο των λογικών και απαξιώνει τον Θείον Λόγο.
Η ενοχοποίηση της ιδέας - μορφής, ήτοι της προσωπικής υπόστασης, από την Τάντρα, εγκρύπτει την αποστροφή και άρνηση του Θείου Λόγου. Διά τούτο, θεωρεί ως εντελέχεια του κόσμου την αποφυΐα της ύλης από την ιδέα, γεγονός που σημαίνει την αποδόμηση του κόσμου. Κατ' επέκτασιν, θεωρεί ως σωτηρία της ψυχής την αποδέσμευση της ουσίας της ψυχής από το πρόσωπό της, γεγονός που σημαίνει τον ψυχικό θάνατο.
Βασιλεία Δερουκάκη
Από το enaasteri
Από το enaasteri
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου