Το 1928, οι κάτοικοι της κωμόπολης Αγουλινίτσας Ηλείας και των περιχώρων της διατελούσαν για αρκετές εβδομάδες σε ζωηρά συγκίνηση, εξαιτίας των συνταρακτικών οραμάτων της νεαρής υπηρέτριας του εκεί εμπόρου και κτηματία Αναστάσιου Γκιόκα.
Η εν λόγω υπηρέτρια, για τρεις συνεχόμενες νύχτες, έβλεπε στον ύπνο της να την επισκέπτεται μια γυναίκα εκπάγλου κάλλους, που φορούσε φωτοστέφανο στο κεφάλι της και ήταν
ντυμένη με άλικο φόρεμα, ενώ στη ζώνη της έλαμπαν σταυροί.
Η γυναίκα εκείνη, στη μορφή της οποίας η υπηρέτρια αναγνώρισε ευθύς την Παναγία, μίλησε και της είπε με τόνο επιτακτικό, αλλά και αναμεμειγμένο με παράπονο: “Να έρθετε να με βγάλετε, διότι είμαι τόσα χρόνια όρθια και θα σαπίσω. Βρίσκομαι ακριβώς κάτω από τον χωμάτινο σταυρό, που υπάρχει σε εκείνο το ύψωμα”. Και αφού υπέδειξε το σημείο με το χέρι Της, εξαφανίστηκε, ενώ, κατά τις περιγραφές της νεαρής υπηρέτριας, αγγελικές φωνές ακούγονταν από τον ουρανό και ένα αρωματικό θυμίαμα πλημμύριζε την ατμόσφαιρα της Αγουλινίτσας.
Η κοπέλα ξύπνησε το πρωί, για να επιληφθεί των υπηρετικών καθηκόντων της, εξαιρετικά συγκινημένη από το γλαφυρότατο όνειρό της. Μα, λόγω του ντροπαλού χαρακτήρα της, επιφυλάχτηκε να το εκμυστηρευθεί στους κυρίους της.
Την επόμενη και τη μεθεπόμενη ημέρα, το όνειρο επαναλήφθηκε με τον ίδιο ακριβώς τρόπο, μόνο που ήταν ακόμη πιο προστακτικό το αίτημα. Έτσι, περιδεής, αφηγήθηκε το όνειρό της στους κυρίους της και στους γείτονες. Πολύ σύντομα, τα νέα είχαν μαθευτεί σε όλους τους κατοίκους της Αγουλινίτσας και ολόκληρης της περιφέρειας. Άντρες και γυναίκες επισκέφτηκαν την υπηρέτρια, η οποία, μέσα σ’ ένα περίβλημα δέους και κατάνυξης, τους περιέγραφε λεπτομερώς το ενύπνιο και το αίτημα της Μεγαλόχαρης.
Όπως έλεγαν οι κάτοικοι, οι οποίοι επισκέπτονταν ευλαβικά την περιοχή, που είχε δει η κοπέλα στο όνειρό της, εξαιτίας και άλλων σχετικών οραμάτων από πολλούς διαφορετικούς πολίτες, είχε επιχειρηθεί και παλαιότερα ανασκαφή στο υποδειχθέν σημείο. Αλλά, δεν είχαν κατορθώσει να εντοπίσουν το παραμικρό, λόγω της σκληρότατης σύστασης του εδάφους και του πρανούς του.
Κατόπιν του ονείρου της υπηρέτριας, οι κάτοικοι της Αγουλινίτσας αποφάσισαν να εντατικοποιήσουν τις ανασκαφές στο ύψωμα, αφού προηγουμένως τελέστηκε Αγιασμός από τους ιερείς της κωμόπολης.
Η εν λόγω υπηρέτρια, για τρεις συνεχόμενες νύχτες, έβλεπε στον ύπνο της να την επισκέπτεται μια γυναίκα εκπάγλου κάλλους, που φορούσε φωτοστέφανο στο κεφάλι της και ήταν
ντυμένη με άλικο φόρεμα, ενώ στη ζώνη της έλαμπαν σταυροί.
Η γυναίκα εκείνη, στη μορφή της οποίας η υπηρέτρια αναγνώρισε ευθύς την Παναγία, μίλησε και της είπε με τόνο επιτακτικό, αλλά και αναμεμειγμένο με παράπονο: “Να έρθετε να με βγάλετε, διότι είμαι τόσα χρόνια όρθια και θα σαπίσω. Βρίσκομαι ακριβώς κάτω από τον χωμάτινο σταυρό, που υπάρχει σε εκείνο το ύψωμα”. Και αφού υπέδειξε το σημείο με το χέρι Της, εξαφανίστηκε, ενώ, κατά τις περιγραφές της νεαρής υπηρέτριας, αγγελικές φωνές ακούγονταν από τον ουρανό και ένα αρωματικό θυμίαμα πλημμύριζε την ατμόσφαιρα της Αγουλινίτσας.
Η κοπέλα ξύπνησε το πρωί, για να επιληφθεί των υπηρετικών καθηκόντων της, εξαιρετικά συγκινημένη από το γλαφυρότατο όνειρό της. Μα, λόγω του ντροπαλού χαρακτήρα της, επιφυλάχτηκε να το εκμυστηρευθεί στους κυρίους της.
Την επόμενη και τη μεθεπόμενη ημέρα, το όνειρο επαναλήφθηκε με τον ίδιο ακριβώς τρόπο, μόνο που ήταν ακόμη πιο προστακτικό το αίτημα. Έτσι, περιδεής, αφηγήθηκε το όνειρό της στους κυρίους της και στους γείτονες. Πολύ σύντομα, τα νέα είχαν μαθευτεί σε όλους τους κατοίκους της Αγουλινίτσας και ολόκληρης της περιφέρειας. Άντρες και γυναίκες επισκέφτηκαν την υπηρέτρια, η οποία, μέσα σ’ ένα περίβλημα δέους και κατάνυξης, τους περιέγραφε λεπτομερώς το ενύπνιο και το αίτημα της Μεγαλόχαρης.
Όπως έλεγαν οι κάτοικοι, οι οποίοι επισκέπτονταν ευλαβικά την περιοχή, που είχε δει η κοπέλα στο όνειρό της, εξαιτίας και άλλων σχετικών οραμάτων από πολλούς διαφορετικούς πολίτες, είχε επιχειρηθεί και παλαιότερα ανασκαφή στο υποδειχθέν σημείο. Αλλά, δεν είχαν κατορθώσει να εντοπίσουν το παραμικρό, λόγω της σκληρότατης σύστασης του εδάφους και του πρανούς του.
Κατόπιν του ονείρου της υπηρέτριας, οι κάτοικοι της Αγουλινίτσας αποφάσισαν να εντατικοποιήσουν τις ανασκαφές στο ύψωμα, αφού προηγουμένως τελέστηκε Αγιασμός από τους ιερείς της κωμόπολης.
Η υπηρέτρια του Αναστάσιου Γκιόκα ήταν 17 ετών, απλοϊκή και αγράμματη. Καταγόταν από κάποιο ορεινό χωριό και είχε προσφάτως προσληφθεί στην υπηρεσία του. Αν και δε γνώριζε την περιοχή, εντύπωση προκάλεσε το γεγονός ότι ήταν σε θέση να υποδείξει το ακριβές σημείο, που βρισκόταν λίγο έξω από τον συνοικισμό, στο οποίο, άλλωστε, και πολλά χρόνια πριν, είχε επιχειρηθεί ανασκαφή, εξαιτίας και άλλων αντίστοιχων οραμάτων.
Η είδηση δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα “Η ΒΡΑΔΥΝΗ”, στις 09/05/1928…
Από το strangepress
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου