Με μια πολύ σπουδαία λαϊκή γιορτή, εθνική και θρησκευτική γιόρταζαν οι αρχαίοι Αθηναίοι τον Δεκαπενταύγουστο. Κάθε τέσσερα χρόνια, την 28η Εκατομβαιώνος, περί τον δικό μας 15αύγουστο δηλαδή, τα Μεγάλα Παναθήναια σημείωναν το γενέθλιο της θεάς Αθηνάς, προστάτιδας της Αθήνας. Η γιορτή ήταν φημισμένη σε ολόκληρη την Ελλάδα, καθώς συνοδευόταν από πλούσιους αθλητικούς και καλλιτεχνικούς αγώνες, αλλά και από θυσία 100 βοδιών (εξ ου και η λέξη εκατόμβη) τα οποία
ψήνονταν και μοιράζονταν στους μετέχοντες.
Τα Παναθήναια αποτελούσαν τη σημαντικότερη γιορτή στην Αθήνα και σύμφωνα με την παράδοση, καθιερώθηκαν από το μυθικό βασιλιά Εριχθόνιο, ενώ μετά το συνοικισμό -τη συνένωση των αγροτικών κοινοτήτων της Αττικής με την Αθήνα- αναδιοργανώθηκε, ονομάστηκε Παναθήναια και ορίστηκε να εορτάζεται στις 28 του μήνα Eκατομβαιώνος (Ιουλίου- Αυγούστου).
Από το 566/5 π.Χ., επί άρχοντος Ιπποκλείδη, καθιερώθηκαν τα Mεγάλα Παναθήναια, τα οποία εορτάζονταν με μεγάλη λαμπρότητα κάθε τέσσερα χρόνια και διαρκούσαν δώδεκα ημέρες. Στα Μεγάλα Παναθήναια γίνονταν πολλές τελετές, θυσίες -μεταξύ των οποίων εξέχουσα θέση κατείχε η λεγόμενη εκατόμβη (θυσία 100 βοδιών)- καθώς και μουσικοί και γυμνικοί αγώνες με πανελλήνιο χαρακτήρα. Το κρέας από τις θυσίες μοιραζόταν στους πολίτες στο χώρο της Αγοράς. Επίσης, πραγματοποιούνταν αγώνας πυρρίχιου χορού, στον οποίο συμμετείχαν ένοπλοι άντρες κάθε ηλικίας.
Μεγάλα Παναθήναια
Το βράδυ της παραμονής των Μεγάλων Παναθηναίων, μας πληροφορεί η ιστοσελίδα του Ιδρύματος Μείζονος Ελληνισμού, λάμβανε χώρα η παννυχίς, με χορούς νεαρών αγοριών και κοριτσιών. Με την ανατολή του ήλιου, την 28η Eκατομβαιώνος -ημέρα των γενεθλίων της Αθηνάς- άρχιζε η λαμπαδηφορία, προκειμένου να μεταφερθεί η φλόγα από το άλσος του Ακάδημου έξω από την πόλη στο βωμό της Αθηνάς στην Ακρόπολη.
Στη συνέχεια, όλος ο πληθυσμός συμμετείχε στη μεγάλη πομπή που ξεκινούσε από τον Κεραμεικό και κατέληγε στην Ακρόπολη, για να μεταφέρει το ιερό πέπλο που προοριζόταν για το ξόανο της Αθηνάς Πολιάδος καθώς και τις υπόλοιπες προσφορές για τη θεά.
Ο πέπλος ήταν ένα μεγάλο τετράγωνο ύφασμα με παράσταση Γιγαντομαχίας, που ύφαιναν κάθε χρόνο οι εκλεκτές Αθηναίες παρθένες (εργαστίναι) υπό την εποπτεία της ιέρειας της θεάς. Το ίδιο θέμα απεικονιζόταν στο αέτωμα του ναού της Αθηνάς, που οικοδομήθηκε την εποχή του Πεισίστρατου στην Ακρόπολη, και συνδεόταν με το μύθο της συμμετοχής και διάκρισής της στη Γιγαντομαχία.
Ο πέπλος απλωνόταν σαν ιστίο σε ένα τροχοφόρο πλοίο που διέσχιζε την Αγορά και έφτανε μέχρι τον Άρειο Πάγο, ενώ στη συνέχεια μεταφερόταν στα χέρια και παραδιδόταν στους ιερείς που αναλάμβαναν να ντύσουν με αυτόν το άγαλμα της θεάς.
Στην πομπή συμμετείχαν γυναίκες με κάνιστρα (καλάθια), τα οποία περιείχαν προσφορές για τη θεά και τα μετέφεραν στο κεφάλι (κανηφόροι), ηλικιωμένοι που κρατούσαν κλαδιά ελιάς (θαλλοφόροι), έφιπποι νέοι, καθώς και άλλοι άντρες που κρατούσαν δοχεία, σκάφες, (σκαφηφόροι) και γυναίκες ή νεαρά κορίτσια με υδρίες στον ώμο (υδριαφόροι). Η προσφορά και η μεταφορά των αγγείων αυτών ήταν καθήκον των μετοίκων.
Την πομπή ακολουθούσαν και όσα ζώα (αίγες, κριάρια, ταύροι, αγελάδες, πρόβατα) προορίζονταν για τις θυσίες στην Αθηνά. Σύμφωνα με την πλειονότητα των μελετητών, η πομπή των Mεγάλων Παναθηναίων απεικονίστηκε στη ζωφόρο του Παρθενώνα.
Η ζωφόρος
Η ζωφόρος του Παρθενώνα, περιέτρεχε τον κυρίως ναό και όχι το πτερό, όπως ήταν σύνηθες στους ναούς ιωνικού ρυθμού. Είχε ύψος 1 μέτρο και το αρχικό της μήκος ήταν 160 μέτρα. Από αυτά 17 περίπου είναι γνωστά μόνο από τα σχέδια του Carrey και άλλα 14 έχουν καταστραφεί εντελώς. Το ανάγλυφο είναι αρκετά χαμηλό, αλλά χάρις στην εξαιρετική δεξιοτεχνία των γλυπτών αποδίδεται πειστικά το βάθος μέχρι και τεσσάρων αλλεπάλληλων μορφών.
Αποτελούνταν από 115 λίθους, όπως αναφέρουν επιστήμονες του Μουσείου Ακροπόλεως. Είχε συνολικό μήκος 160 μέτρα, ύψος 1,02 μέτρα και πάχος 0,6 μέτρα. Στην πομπή εικονίζονταν περίπου 378 ανθρώπινες και θεϊκές μορφές, καθώς και περισσότερα από 200 ζώα, κυρίως άλογα.
Ομάδες ιππέων και αρμάτων καλύπτουν το μεγαλύτερο μέρος της. Ακολουθεί η πομπή της θυσίας, με τα ζώα και τις ομάδες ανδρών και γυναικών που φέρουν ιερά τελετουργικά σκεύη και προσφορές. Στη μέση της ανατολικής πλευράς, πάνω από την είσοδο του ναού, εικονίζεται το τέλος της πομπής, το αποκορύφωμα του πολυήμερου εορτασμού των Παναθηναίων: η παράδοση του πέπλου, του δώρου των Αθηναίων στο λατρευτικό διιπετές ξόανο της θεάς. Αριστερά και δεξιά εικονίζονται καθιστοί οι δώδεκα θεοί του Ολύμπου.
Οι διαφορές που εντοπίζονται σε σχέση με τις περιγραφές της πομπής από τις αρχαίες πηγές συνέτειναν στη σύγχυση. Για ορισμένους μελετητές η πομπή απεικονίζεται σε διάφορες χρονικές περιόδους της αθηναϊκής ιστορίας. Kατ' άλλους εμπεριέχει στοιχεία αφηρωισμού των νεκρών του Μαραθώνα. Σύμφωνα τέλος με την επικρατέστερη άποψη αποτελεί ένα συνονθύλευμα από σκηνές διαφορετικού τόπου και χρόνου, ταυτίζεται με μία εξιδανικευμένη αναπαράσταση του θρησκευτικού γεγονότος και αποδίδει τη δόξα της αθηναϊκής πολιτείας και της προστάτιδας θεάς της.
Πολιτεία και δημοκρατία
Ο καθηγητής αρχαιολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών Πάνος Βαλαβάνης στο βιβλίο του «Ιερά και αγώνες στην αρχαία Ελλάδα» (εκδόσεις Καπόν) λέει πως στη ζωφόρο είχαν απεικονιστεί μορφές ανθρώπων και ζώων, κυρίως αλόγων. Οι ιππείς, άλλωστε, που αποδόθηκαν έξοχα καλλιτεχνικά, απεικόνιζαν την αθηναϊκή πολιτεία «και κατ’ επέκτασιν την αθηναϊκή Δημοκρατία». Χωρισμένοι με βάση ιδιαιτερότητες της ενδυμασίας τους σε δέκα ομάδες, υποδηλώνουν τις δέκα φυλές στις οποίες διαιρούνταν ο πληθυσμός της Αττικής από την ίδρυση της δημοκρατίας κατά την εποχή του Κλεισθένους 506 π.Χ.
ψήνονταν και μοιράζονταν στους μετέχοντες.
Τα Παναθήναια αποτελούσαν τη σημαντικότερη γιορτή στην Αθήνα και σύμφωνα με την παράδοση, καθιερώθηκαν από το μυθικό βασιλιά Εριχθόνιο, ενώ μετά το συνοικισμό -τη συνένωση των αγροτικών κοινοτήτων της Αττικής με την Αθήνα- αναδιοργανώθηκε, ονομάστηκε Παναθήναια και ορίστηκε να εορτάζεται στις 28 του μήνα Eκατομβαιώνος (Ιουλίου- Αυγούστου).
Από το 566/5 π.Χ., επί άρχοντος Ιπποκλείδη, καθιερώθηκαν τα Mεγάλα Παναθήναια, τα οποία εορτάζονταν με μεγάλη λαμπρότητα κάθε τέσσερα χρόνια και διαρκούσαν δώδεκα ημέρες. Στα Μεγάλα Παναθήναια γίνονταν πολλές τελετές, θυσίες -μεταξύ των οποίων εξέχουσα θέση κατείχε η λεγόμενη εκατόμβη (θυσία 100 βοδιών)- καθώς και μουσικοί και γυμνικοί αγώνες με πανελλήνιο χαρακτήρα. Το κρέας από τις θυσίες μοιραζόταν στους πολίτες στο χώρο της Αγοράς. Επίσης, πραγματοποιούνταν αγώνας πυρρίχιου χορού, στον οποίο συμμετείχαν ένοπλοι άντρες κάθε ηλικίας.
Μεγάλα Παναθήναια
Το βράδυ της παραμονής των Μεγάλων Παναθηναίων, μας πληροφορεί η ιστοσελίδα του Ιδρύματος Μείζονος Ελληνισμού, λάμβανε χώρα η παννυχίς, με χορούς νεαρών αγοριών και κοριτσιών. Με την ανατολή του ήλιου, την 28η Eκατομβαιώνος -ημέρα των γενεθλίων της Αθηνάς- άρχιζε η λαμπαδηφορία, προκειμένου να μεταφερθεί η φλόγα από το άλσος του Ακάδημου έξω από την πόλη στο βωμό της Αθηνάς στην Ακρόπολη.
Στη συνέχεια, όλος ο πληθυσμός συμμετείχε στη μεγάλη πομπή που ξεκινούσε από τον Κεραμεικό και κατέληγε στην Ακρόπολη, για να μεταφέρει το ιερό πέπλο που προοριζόταν για το ξόανο της Αθηνάς Πολιάδος καθώς και τις υπόλοιπες προσφορές για τη θεά.
Ο πέπλος ήταν ένα μεγάλο τετράγωνο ύφασμα με παράσταση Γιγαντομαχίας, που ύφαιναν κάθε χρόνο οι εκλεκτές Αθηναίες παρθένες (εργαστίναι) υπό την εποπτεία της ιέρειας της θεάς. Το ίδιο θέμα απεικονιζόταν στο αέτωμα του ναού της Αθηνάς, που οικοδομήθηκε την εποχή του Πεισίστρατου στην Ακρόπολη, και συνδεόταν με το μύθο της συμμετοχής και διάκρισής της στη Γιγαντομαχία.
Ο πέπλος απλωνόταν σαν ιστίο σε ένα τροχοφόρο πλοίο που διέσχιζε την Αγορά και έφτανε μέχρι τον Άρειο Πάγο, ενώ στη συνέχεια μεταφερόταν στα χέρια και παραδιδόταν στους ιερείς που αναλάμβαναν να ντύσουν με αυτόν το άγαλμα της θεάς.
Στην πομπή συμμετείχαν γυναίκες με κάνιστρα (καλάθια), τα οποία περιείχαν προσφορές για τη θεά και τα μετέφεραν στο κεφάλι (κανηφόροι), ηλικιωμένοι που κρατούσαν κλαδιά ελιάς (θαλλοφόροι), έφιπποι νέοι, καθώς και άλλοι άντρες που κρατούσαν δοχεία, σκάφες, (σκαφηφόροι) και γυναίκες ή νεαρά κορίτσια με υδρίες στον ώμο (υδριαφόροι). Η προσφορά και η μεταφορά των αγγείων αυτών ήταν καθήκον των μετοίκων.
Την πομπή ακολουθούσαν και όσα ζώα (αίγες, κριάρια, ταύροι, αγελάδες, πρόβατα) προορίζονταν για τις θυσίες στην Αθηνά. Σύμφωνα με την πλειονότητα των μελετητών, η πομπή των Mεγάλων Παναθηναίων απεικονίστηκε στη ζωφόρο του Παρθενώνα.
Η ζωφόρος
Η ζωφόρος του Παρθενώνα, περιέτρεχε τον κυρίως ναό και όχι το πτερό, όπως ήταν σύνηθες στους ναούς ιωνικού ρυθμού. Είχε ύψος 1 μέτρο και το αρχικό της μήκος ήταν 160 μέτρα. Από αυτά 17 περίπου είναι γνωστά μόνο από τα σχέδια του Carrey και άλλα 14 έχουν καταστραφεί εντελώς. Το ανάγλυφο είναι αρκετά χαμηλό, αλλά χάρις στην εξαιρετική δεξιοτεχνία των γλυπτών αποδίδεται πειστικά το βάθος μέχρι και τεσσάρων αλλεπάλληλων μορφών.
Αποτελούνταν από 115 λίθους, όπως αναφέρουν επιστήμονες του Μουσείου Ακροπόλεως. Είχε συνολικό μήκος 160 μέτρα, ύψος 1,02 μέτρα και πάχος 0,6 μέτρα. Στην πομπή εικονίζονταν περίπου 378 ανθρώπινες και θεϊκές μορφές, καθώς και περισσότερα από 200 ζώα, κυρίως άλογα.
Ομάδες ιππέων και αρμάτων καλύπτουν το μεγαλύτερο μέρος της. Ακολουθεί η πομπή της θυσίας, με τα ζώα και τις ομάδες ανδρών και γυναικών που φέρουν ιερά τελετουργικά σκεύη και προσφορές. Στη μέση της ανατολικής πλευράς, πάνω από την είσοδο του ναού, εικονίζεται το τέλος της πομπής, το αποκορύφωμα του πολυήμερου εορτασμού των Παναθηναίων: η παράδοση του πέπλου, του δώρου των Αθηναίων στο λατρευτικό διιπετές ξόανο της θεάς. Αριστερά και δεξιά εικονίζονται καθιστοί οι δώδεκα θεοί του Ολύμπου.
Οι διαφορές που εντοπίζονται σε σχέση με τις περιγραφές της πομπής από τις αρχαίες πηγές συνέτειναν στη σύγχυση. Για ορισμένους μελετητές η πομπή απεικονίζεται σε διάφορες χρονικές περιόδους της αθηναϊκής ιστορίας. Kατ' άλλους εμπεριέχει στοιχεία αφηρωισμού των νεκρών του Μαραθώνα. Σύμφωνα τέλος με την επικρατέστερη άποψη αποτελεί ένα συνονθύλευμα από σκηνές διαφορετικού τόπου και χρόνου, ταυτίζεται με μία εξιδανικευμένη αναπαράσταση του θρησκευτικού γεγονότος και αποδίδει τη δόξα της αθηναϊκής πολιτείας και της προστάτιδας θεάς της.
Πολιτεία και δημοκρατία
Ο καθηγητής αρχαιολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών Πάνος Βαλαβάνης στο βιβλίο του «Ιερά και αγώνες στην αρχαία Ελλάδα» (εκδόσεις Καπόν) λέει πως στη ζωφόρο είχαν απεικονιστεί μορφές ανθρώπων και ζώων, κυρίως αλόγων. Οι ιππείς, άλλωστε, που αποδόθηκαν έξοχα καλλιτεχνικά, απεικόνιζαν την αθηναϊκή πολιτεία «και κατ’ επέκτασιν την αθηναϊκή Δημοκρατία». Χωρισμένοι με βάση ιδιαιτερότητες της ενδυμασίας τους σε δέκα ομάδες, υποδηλώνουν τις δέκα φυλές στις οποίες διαιρούνταν ο πληθυσμός της Αττικής από την ίδρυση της δημοκρατίας κατά την εποχή του Κλεισθένους 506 π.Χ.
Η μεγαλύτερη καταστροφή στην ιστορία του Παρθενώνα προκλήθηκε το 1687, όταν βομβαρδίστηκε κατά την πολιορκία της Ακρόπολης από τους Ενετούς. Η ανατίναξη της πυρίτιδας, που είχαν αποθηκεύσει οι Τούρκοι στο εσωτερικό του μνημείου, προκάλεσε κατάρρευση εκτενών τμημάτων του ναού και μετέτρεψε το κτίριο σε ερείπιο. Η εικόνα της καταστροφής ολοκληρώθηκε στις αρχές του 19ου αι., με τη συστηματική απομάκρυνση των γλυπτών του ναού από το λόρδο Έλγιν.
Από τον Παρθενώνα αποξηλώθηκαν βίαια 18 εναέτια γλυπτά, 15 μετόπες και 56 λίθοι της ιωνικής ζωφόρου. Από το σύνολο της ζωφόρου, σήμερα σώζονται 50 μέτρα στο Μουσείο της Ακρόπολης, 80 μέτρα στο Βρετανικό Μουσείο, ένας λίθος στο Μουσείο του Λούβρου, ενώ άλλα τμήματα είναι διασκορπισμένα σε μουσεία στο Παλέρμο, στο Βατικανό, στο Würzburg, στη Βιέννη, στο Μόναχο και στην Κοπεγχάγη.
Από το krasodad
loading...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου