Στις αρχές του 6ου αιώνα π.χ. ζούσε μια πανέμορφη κοπέλα, γεννημένη στη Θράκη, η Ροδώπις (το όνομά της σημαίνει η ροδοπρόσωπη) η οποία ήταν δούλη ενός Σάμιου φιλόσοφου του Ιάδμονα. Κατά σύμπτωση ήταν “σύνδουλος” με τον περίφημο Αίσωπο.
Λέγεται ότι και ότι αρχικώς ονομαζόταν Δωρίχα ή και κατά άλλους Δωρική. Ο Αίσωπος κάνει μία σύντομη αναφορά στην ιστορία της, ότι την είχε γνωρίσει προσωπικά πριν αυτή φύγει για την Αίγυπτο και της είχε πει πολλές
ιστορίες. Και τον μεν μυθοποιό ο φιλόσοφος τον απελευθέρωσε την δε κοπελίτσα την πούλησε σε έναν άλλο Σάμιο, τον Ξάνθο, που την πήρε μαζί του όταν εγκαταστάθηκε στη Ναύκρατη της Αιγύπτου και την εξέδιδε κανονικά, κερδίζοντας πολλά χρήματα.
Ήταν η εποχή που Φαραώ της χώρας ήταν ο Άμασις, της 26ης Δυναστείας, ο οποίος στηριζόμενος σε Κάρες και Έλληνες μισθοφόρους, είχε παραχωρήσει στους τελευταίους σημαντικά προνόμια, μεταξύ των οποίων και ουσιαστική αυτονομία στη μοναδική επί αιγυπτιακού εδάφους ελληνική αποικία, τη Ναύκρατη.
Ένας Λέσβιος έμπορος, που ήταν επίσης εγκατεστημένος εκεί, ο Χάραξος -ή κατά μία άλλη εκδοχή Κάρασος- , όταν γνώρισε τη Ροδώπη την ερωτεύθηκε κεραυνοβόλα και, προσφέροντας στον Ξάνθο ένα τεράστιο χρηματικό ποσό, την ελευθέρωσε και την πήρε στο σπίτι του και αφέθηκε στο πάθος του για αυτήν. Ο Χάραξος έφτασε στην Ναυκράτη για να κάνει περιουσία με ένα πλοίο γεμάτο κρασί από την Λέσβο. Η ενέργεια του αυτή, να απελευθερώσει μια δούλη και να την ερωτευθεί, σε συνδυασμό με τη σπάταλη ζωή του και τις τυχοδιωκτικές τάσεις του, είχαν προκαλέσει την οργή της αδελφής του, που δεν ήταν άλλη από τη μεγάλη ποιήτρια Σαπφώ, Τον κατηγορούσε για τη σχέση του μ΄αυτήν την κοπέλα, που την ονόμαζε υποτιμητικά όχι Ροδώπι αλλά Δωρίχα.
Η Σαπφώ έκανε δεήσεις με οργισμένους στίχους στην Αφροδίτη για να επιστρέψει ο αδερφός της σώος και με μερικά ψήγματα πλούτου. Η περίφημη ωδή που συνέθεσε η Σαπφώ στην απελπισμένη προσπάθειά της να αποσπάσει τον αδελφό της Χάραξο από τα νύχια της ομώνυμης περιβόητης Ελληνίδας εταίρας από το Δέλτα του Νείλου, η οποία οδήγησε πολλούς εραστές της σε οικονομική καταστροφή ήταν η εξής:
Τα κόκαλά σου γίνανε σκόνη προ πολλού, Δωρίχα.
Διαλύθηκε στο χώμα κι η κορδέλα των μαλλιών, το μυρωμένο ρούχο.
Μ’ αυτό κάποτε τύλιγες τον τυχερό το Χάραξο κι οι δυο, μια σάρκα,
απλώνατε τα χέρια για να πιείτε το κρασί απ’ τα ποτήρια της αυγής.
Τι απόμεινε από σε; Για σε μιλούν και θα μιλούν μες στους αιώνες
οι αγαπημένες λευκές στήλες των στίχων της Σαπφώς.
Ευλογημένο τ’ όνομά σου. Η Ναύκρατις θα το φυλάξει ξακουστό
μες στους αιώνες που θα πλέουν τα καράβια από τη θάλασσα στο Νείλο.
(Μετάφραση: Ε. Κοσμετάτου)
Τελικά ο Χάραξος γύρισε στη Λέσβο και η Ροδώπις, ως εταίρα πλέον, σταδιοδρόμησε στην Αίγυπτο. Όμως όταν πεθαίνει μια αγάπη δεν πεθαίνει και η ζωή, όπως μας λέει και το γνωστό άσμα, η ζωή της Ροδώπις μετά τον έρωτα της με τον Χάραξο είναι ακόμα πιο ενδιαφέρουσα. Την συναντάμε στα γραφόμενα του Ηροδότου ο οποίος είχε σκανδαλισθεί, γιατί μερικοί απέδιδαν στην Ροδώπη την πυραμίδα του Μυκερίνου. Πως ήταν δυνατόν να ανήκει στην εταίρα μια κατασκευή «για την οποία είχαν ξοδευτεί αναρίθμητες χιλιάδες ταλάντων;»
Στο σημείο αυτό ο Ηρόδοτος, που αφηγείται την ιστορία, (βιβλίο 2ο-Ευτέρπη-παράγραφος 134-135) επισημαίνει πως ο ίδιος αμφιβάλει κατά πόσον είναι αληθινά αυτά που γράφει. Αντίθετα μας πληροφορεί πως η Ροδώπις, με το δέκατο των χρημάτων που κέρδισε στην Αίγυπτο, έφτιαξε δικό της μνημείο στους Δελφούς, πίσω από τον Θησαυρό των Χίων και από τα χρήματα που κέρδισε έχτισε πυραμίδα, λίγο μικρότερη από του Χεφρήνα και λίγο μεγαλύτερη από του Μυκερίνου.
Ας διαβάσουμε τις αναφορές του ιστορικού για την όμορφη εταίρα.
Τὴν δὴ μετεξέτεροί φασι Ἑλλήνων Ῥοδώπιος ἑταίρης γυναικὸς εἶναι, οὐκ ὀρθῶς λέγοντες. Οὐδὲ ὦν οὐδὲ εἰδότες μοι φαίνονται λέγειν οὗτοι ἥτις ἦν ἡ Ῥοδῶπις (οὐ γὰρ ἄν οἱ πυραμίδα ἀνέθεσαν ποιήσασθαι τοιαύτην, ἐς τὴν ταλάντων χιλιάδες ἀναρίθμητοι ὡς λόγῳ εἰπεῖν ἀναισίμωνται), πρὸς δὲ ὅτι κατὰ Ἄμασιν βασιλεύοντα ἦν ἀκμάζουσα Ῥοδῶπις, ἀλλ’ οὐ κατὰ τοῦτον. Ἔτεσιγὰρ κάρτα πολλοῖσι ὕστερον τούτων τῶν βασιλέων τῶν τὰς πυραμίδας ταύτας λιπομένων ἦν Ῥοδῶπις, γενεὴν μὲν ἀπὸ Θρηίκης, δούλη δὲ ἦν Ἰάδμονος τοῦ Ἡφαιστοόλιος ἀνδρὸς Σαμίου, σύνδουλος δὲ Αἰσώπου τοῦ λογοποιου. Ῥοδῶπις δὲ ἐς Αἴγυπτον ἀπίκετο Ξάνθεω τοῦ Σαμίου κομίσαντός [μιν],ἀπικομένη δὲ κατ’ ἐργασίην ἐλύθη χρημάτων μεγάλων ὑπὸ ἀνδρὸς Μυτιληναίου Χαράξου τοῦ Σκαμανδρωνύμου παιδός, ἀδελφεοῦ δὲ Σαπφοῦς τῆς μουσοποιοῦ. Οὕτω δὴ ἡ Ῥοδῶπις ἐλευθερώθη καὶ κατέμεινέ τε ἐν Αἰγύπτῳ καὶ κάρτα ἐπαφρόδιτος γενομένη μεγάλα ἐκτήσατο χρήματα ὡς ἅλις εἶναι Ῥοδώπι, ἀτὰρ οὐκ ὥς γε ἐς πυραμίδα τοιαύτην ἐξικέσθαι. Τῆς γὰρ τὴν δεκάτην τῶν χρημάτων ἰδέσθαι ἔστι ἔτι καὶ ἐς τόδε παντὶ τῷ βουλομένῳ, οὐδὲν δεῖ μεγάλα οἱ χρήματα ἀναθεῖναι. Ἐπεθύμησε γὰρ Ῥοδῶπις μνημήιον ἑωυτῆς ἐν τῇ Ἑλλάδι καταλιπέσθαι, ποίημα ποιησαμένη τοῦτο τὸ μὴ τυγχάνοι ἄλλῳ ἐξευρημένον καὶ ἀνακείμενον ἐν ἱρῷ,τοῦτο <δ’> ἀναθεῖναι ἐς Δελφοὺς μνημόσυνον ἑωυτῆς.
Τῆς ὦν δεκάτης τῶν χρημάτων ποιησαμένη ὀβελοὺς βουπόρους πολλοὺς σιδηρέους,ὅσον ἐνεχώρεε ἡ δεκάτη οἱ, ἀπέπεμπε ἐς Δελφούς· οἳ καὶ νῦν ἔτι συννενέαται ὄπισθε μὲν τοῦ βωμοῦ τὸν Χῖοι ἀνέθεσαν, ἀντίον δὲ αὐτοῦ τοῦ νηοῦ. Φιλέουσι δέ κως ἐν τῇ Ναυκράτι ἐπαφρόδιτοι γίνεσθαι αἱ ἑταῖραι. Τοῦτο μὲν γὰρ αὕτη, τῆς πέρι λέγεται ὅδε ὁ λόγος, οὕτω δή τι κλεινὴ ἐγένετο ὡς καὶ οἱ πάντες Ἕλληνες Ῥοδώπιος τὸ οὔνομα ἐξέμαθον, τοῦτο δὲ ὕστερον ταύτης <ἑτέρη> τῇ οὔνομα ἦν Ἀρχιδίκη ἀοίδιμος ἀνὰ τὴν Ἑλλάδα ἐγένετο, ἧσσον δὲ τῆς προτέρης περιλεσχήνευτος. Χάραξος δὲ ὡς λυσάμενος Ῥοδῶπιν ἀπενόστησε ἐς Μυτιλήνην,ε ν μέλεϊ Σαπφὼ πολλὰ κατεκερτόμησέ μιν. Ῥοδώπιος μέν νυν πέρι πέπαυμαι.
Υπάρχει όμως και συνέχεια στην ιστορία μας, που δεν μας τη λέει ο Ηρόδοτος αλλά ο Στράβων (βιβλίο 17 κεφ. 1 παραγρ. 33). Πολλά χρόνια αργότερα όμως όταν ο Στράβωνταξίδευε στην Μεσόγειο και έβλεπε τις κεφαλές των Σφιγγών μόλις να ξεπροβάλλουν από την άμμο της ερήμου, του έδειξαν την πυραμίδα του Μυκερίνου ονομάζοντάς την Τάφο της Εταίρας. Έλεγαν πως είχε κατασκευαστεί από τους εραστές της Ροδώπης.
Κάποτε η Ροδώπις λούζονταν και ένας αετός άρπαξε το σανδάλι της και πέταξε μέχρι την Μέμφιδα. Από ψηλά άφησε το σανδάλι να πέσει στην αγκαλιά του Φαραώ, Ψαμμίτιχο, που απέδιδε δικαιοσύνη κάτω από τον ουρανό. Ο Φαραώ παρατήρησε την ομορφιά του σανδαλιού εντυπωσιασμένος από την κομψότητα του υποδήματος αυτού και πιστεύοντας ότι ήταν ένα σημάδι από τον θεό Ώρο, έστειλε άντρες να αναζητήσουν την γυναίκα στην οποία άνηκε το σανδάλι, σε κάθε γωνιά της Αιγύπτου. Έβαλε λοιπόν ακολούθους του να διατρέξουν όλη την Αίγυπτο, αναζητώντας την κοπέλα που το σανδάλι ταίριαζε στο πόδι της.
Η ιστορία της, την οποία μας διηγείται ο Στράβων, αποτελεί τον πρωταρχικό πυρήνα του διάσημου παραμυθιού «Σταχτοπούτα»: Το αφεντικό της την εκτιμούσε και μάλιστα της είχε χαρίσει ένα ζευγάρι σανδάλια με πλούσια διακόσμηση. Αλλά ήταν υπναράς και τον περισσότερο καιρό στο σπίτι κοιμόταν, οπότε οι άλλες δούλες που ζήλευαν τη Ρόδωπι την κακομεταχειρίζονταν και της έδιναν να κάνει τις βαρύτερες δουλειές. Την βρήκαν τέλος, στην Ναυκράτη, και έγινε σύζυγος του Φαραώ. Όταν η Ροδώπις πέθανε, ύψωσε στον τάφο της πυραμίδα. Είναι ο Ρωμαίος συγγραφέας Κλαύδιος Αιλιανός (Varia Historia, ΧΙΙΙ 33) παραθέτει μία εκδοχή της αρχαίας αυτής «Σταχτοπούτας».
Στους Δελφούς στα χρόνια του Πλούταρχου, οι οδηγοί έδειχναν ακόμη τον κενό χώρο, όπου κάποτε βρισκόταν οι σούβλες, που η εταίρα Ροδώπις είχε αφιερώσει στο Μαντείο. Ελεύθερη και πλούσια πλέον, με την Δεκάτη των κερδών της,η Ροδώπις έδωσε εντολή να κατασκευαστεί ένα έργο που να μην είχε σχεδιαστεί και αφιερωθεί σε ναό από κανέναν άλλον. Έτσι θέλησε γιατί την είχε κυριέψει η επιθυμία να αφήσει στην Ελλάδα ένα ενθύμιο της. Σκάνδαλο, φώναξαν μερικοί. Η απάντηση όμως ήταν εύκολη. Από το πλάτωμα κοιτάζοντας προς τα επάνω, φαινόταν το επίχρυσο άγαλμα της Φρύνης που ο συνηθισμένος στωικός είχε ονομάσει με περιφρόνηση «ο θρίαμβος της ελληνικής ακολασίας».
Αυτά αφηγούνται οι Έλληνες, αλλά οι Αιγύπτιοι που είναι στα πάντα «το σύμπαν» των Ελλήνων όπως έλεγε ο Ηρόδοτος, και αναφέρονται πάντα στους αρχαιότατους χρόνους, θυμούνται μια διαφορετική ιστορία.
Ο Μανέθων, στην επιτομή του για τους Φαραώ, κατονομάζει στο τέλος της έκτης δυναστείας την βασίλισσα Νιτώρκρη, «την πιο ευγενή και την πιο όμορφη ανάμεσα στις γυναίκες της εποχής της, με ανοιχτόχρωμη επιδερμίδα, που κατασκεύασε την τρίτη πυραμίδα», την επονομασθείσα πυραμίδα του Μυκερίνου.
Η Νιτώρκρις, ήταν και τολμηρή πολέμαρχος. Η βασιλεία της τελείωσε μέσα σε σπασμού. Για να εκδικηθεί τον θάνατο του αδερφού της, έπνιξε σε μια υπόγεια κατασκευή όλους τους εχθρούς του.Ύστερα κλείστηκε σε ένα δωμάτιο γεμάτο στάχτη. Σε μια περιγραφή που επέζησε, η Νιτώρκρις μας παρουσιάζεται «ξανθιά και με ροδαλά μάγουλα». Και Ροδώπις σημαίνει «με ροδαλό πρόσωπο» όπως ήδη αναφέρθηκε.
Ανάμεσα στην ζωή της Νιτώρκριος και της εταίρας, για την οποία ο Κάρασος(Χάραξος) σπατάλησε την περιουσία του, πέρασαν περίπου 1900 χρόνια. Και 600 περίπου ανάμεσα στην ζωή της Σαπφούς και του Στράβωνα. Τόσο χρειάστηκε για να γίνει η βασίλισσα της Αιγύπτου μια ξανθιά ελληνίδα εταίρα, που είχε έρθει σκλάβα από την Θράκη, και να ξαναγίνει η ελληνίδα εταίρα βασίλισσα της Αιγύπτου. Παραμένουν ενωμένες σε μία πυραμίδα. Και ο χρόνος εξακολουθεί να επαληθεύει τους λιγοστούς στίχους που αφιέρωσε ο Ποσείδιππος στην Ροδώπη:
Λέγεται ότι και ότι αρχικώς ονομαζόταν Δωρίχα ή και κατά άλλους Δωρική. Ο Αίσωπος κάνει μία σύντομη αναφορά στην ιστορία της, ότι την είχε γνωρίσει προσωπικά πριν αυτή φύγει για την Αίγυπτο και της είχε πει πολλές
ιστορίες. Και τον μεν μυθοποιό ο φιλόσοφος τον απελευθέρωσε την δε κοπελίτσα την πούλησε σε έναν άλλο Σάμιο, τον Ξάνθο, που την πήρε μαζί του όταν εγκαταστάθηκε στη Ναύκρατη της Αιγύπτου και την εξέδιδε κανονικά, κερδίζοντας πολλά χρήματα.
Ήταν η εποχή που Φαραώ της χώρας ήταν ο Άμασις, της 26ης Δυναστείας, ο οποίος στηριζόμενος σε Κάρες και Έλληνες μισθοφόρους, είχε παραχωρήσει στους τελευταίους σημαντικά προνόμια, μεταξύ των οποίων και ουσιαστική αυτονομία στη μοναδική επί αιγυπτιακού εδάφους ελληνική αποικία, τη Ναύκρατη.
Ένας Λέσβιος έμπορος, που ήταν επίσης εγκατεστημένος εκεί, ο Χάραξος -ή κατά μία άλλη εκδοχή Κάρασος- , όταν γνώρισε τη Ροδώπη την ερωτεύθηκε κεραυνοβόλα και, προσφέροντας στον Ξάνθο ένα τεράστιο χρηματικό ποσό, την ελευθέρωσε και την πήρε στο σπίτι του και αφέθηκε στο πάθος του για αυτήν. Ο Χάραξος έφτασε στην Ναυκράτη για να κάνει περιουσία με ένα πλοίο γεμάτο κρασί από την Λέσβο. Η ενέργεια του αυτή, να απελευθερώσει μια δούλη και να την ερωτευθεί, σε συνδυασμό με τη σπάταλη ζωή του και τις τυχοδιωκτικές τάσεις του, είχαν προκαλέσει την οργή της αδελφής του, που δεν ήταν άλλη από τη μεγάλη ποιήτρια Σαπφώ, Τον κατηγορούσε για τη σχέση του μ΄αυτήν την κοπέλα, που την ονόμαζε υποτιμητικά όχι Ροδώπι αλλά Δωρίχα.
Η Σαπφώ έκανε δεήσεις με οργισμένους στίχους στην Αφροδίτη για να επιστρέψει ο αδερφός της σώος και με μερικά ψήγματα πλούτου. Η περίφημη ωδή που συνέθεσε η Σαπφώ στην απελπισμένη προσπάθειά της να αποσπάσει τον αδελφό της Χάραξο από τα νύχια της ομώνυμης περιβόητης Ελληνίδας εταίρας από το Δέλτα του Νείλου, η οποία οδήγησε πολλούς εραστές της σε οικονομική καταστροφή ήταν η εξής:
Τα κόκαλά σου γίνανε σκόνη προ πολλού, Δωρίχα.
Διαλύθηκε στο χώμα κι η κορδέλα των μαλλιών, το μυρωμένο ρούχο.
Μ’ αυτό κάποτε τύλιγες τον τυχερό το Χάραξο κι οι δυο, μια σάρκα,
απλώνατε τα χέρια για να πιείτε το κρασί απ’ τα ποτήρια της αυγής.
Τι απόμεινε από σε; Για σε μιλούν και θα μιλούν μες στους αιώνες
οι αγαπημένες λευκές στήλες των στίχων της Σαπφώς.
Ευλογημένο τ’ όνομά σου. Η Ναύκρατις θα το φυλάξει ξακουστό
μες στους αιώνες που θα πλέουν τα καράβια από τη θάλασσα στο Νείλο.
(Μετάφραση: Ε. Κοσμετάτου)
Τελικά ο Χάραξος γύρισε στη Λέσβο και η Ροδώπις, ως εταίρα πλέον, σταδιοδρόμησε στην Αίγυπτο. Όμως όταν πεθαίνει μια αγάπη δεν πεθαίνει και η ζωή, όπως μας λέει και το γνωστό άσμα, η ζωή της Ροδώπις μετά τον έρωτα της με τον Χάραξο είναι ακόμα πιο ενδιαφέρουσα. Την συναντάμε στα γραφόμενα του Ηροδότου ο οποίος είχε σκανδαλισθεί, γιατί μερικοί απέδιδαν στην Ροδώπη την πυραμίδα του Μυκερίνου. Πως ήταν δυνατόν να ανήκει στην εταίρα μια κατασκευή «για την οποία είχαν ξοδευτεί αναρίθμητες χιλιάδες ταλάντων;»
Στο σημείο αυτό ο Ηρόδοτος, που αφηγείται την ιστορία, (βιβλίο 2ο-Ευτέρπη-παράγραφος 134-135) επισημαίνει πως ο ίδιος αμφιβάλει κατά πόσον είναι αληθινά αυτά που γράφει. Αντίθετα μας πληροφορεί πως η Ροδώπις, με το δέκατο των χρημάτων που κέρδισε στην Αίγυπτο, έφτιαξε δικό της μνημείο στους Δελφούς, πίσω από τον Θησαυρό των Χίων και από τα χρήματα που κέρδισε έχτισε πυραμίδα, λίγο μικρότερη από του Χεφρήνα και λίγο μεγαλύτερη από του Μυκερίνου.
Ας διαβάσουμε τις αναφορές του ιστορικού για την όμορφη εταίρα.
Τὴν δὴ μετεξέτεροί φασι Ἑλλήνων Ῥοδώπιος ἑταίρης γυναικὸς εἶναι, οὐκ ὀρθῶς λέγοντες. Οὐδὲ ὦν οὐδὲ εἰδότες μοι φαίνονται λέγειν οὗτοι ἥτις ἦν ἡ Ῥοδῶπις (οὐ γὰρ ἄν οἱ πυραμίδα ἀνέθεσαν ποιήσασθαι τοιαύτην, ἐς τὴν ταλάντων χιλιάδες ἀναρίθμητοι ὡς λόγῳ εἰπεῖν ἀναισίμωνται), πρὸς δὲ ὅτι κατὰ Ἄμασιν βασιλεύοντα ἦν ἀκμάζουσα Ῥοδῶπις, ἀλλ’ οὐ κατὰ τοῦτον. Ἔτεσιγὰρ κάρτα πολλοῖσι ὕστερον τούτων τῶν βασιλέων τῶν τὰς πυραμίδας ταύτας λιπομένων ἦν Ῥοδῶπις, γενεὴν μὲν ἀπὸ Θρηίκης, δούλη δὲ ἦν Ἰάδμονος τοῦ Ἡφαιστοόλιος ἀνδρὸς Σαμίου, σύνδουλος δὲ Αἰσώπου τοῦ λογοποιου. Ῥοδῶπις δὲ ἐς Αἴγυπτον ἀπίκετο Ξάνθεω τοῦ Σαμίου κομίσαντός [μιν],ἀπικομένη δὲ κατ’ ἐργασίην ἐλύθη χρημάτων μεγάλων ὑπὸ ἀνδρὸς Μυτιληναίου Χαράξου τοῦ Σκαμανδρωνύμου παιδός, ἀδελφεοῦ δὲ Σαπφοῦς τῆς μουσοποιοῦ. Οὕτω δὴ ἡ Ῥοδῶπις ἐλευθερώθη καὶ κατέμεινέ τε ἐν Αἰγύπτῳ καὶ κάρτα ἐπαφρόδιτος γενομένη μεγάλα ἐκτήσατο χρήματα ὡς ἅλις εἶναι Ῥοδώπι, ἀτὰρ οὐκ ὥς γε ἐς πυραμίδα τοιαύτην ἐξικέσθαι. Τῆς γὰρ τὴν δεκάτην τῶν χρημάτων ἰδέσθαι ἔστι ἔτι καὶ ἐς τόδε παντὶ τῷ βουλομένῳ, οὐδὲν δεῖ μεγάλα οἱ χρήματα ἀναθεῖναι. Ἐπεθύμησε γὰρ Ῥοδῶπις μνημήιον ἑωυτῆς ἐν τῇ Ἑλλάδι καταλιπέσθαι, ποίημα ποιησαμένη τοῦτο τὸ μὴ τυγχάνοι ἄλλῳ ἐξευρημένον καὶ ἀνακείμενον ἐν ἱρῷ,τοῦτο <δ’> ἀναθεῖναι ἐς Δελφοὺς μνημόσυνον ἑωυτῆς.
Τῆς ὦν δεκάτης τῶν χρημάτων ποιησαμένη ὀβελοὺς βουπόρους πολλοὺς σιδηρέους,ὅσον ἐνεχώρεε ἡ δεκάτη οἱ, ἀπέπεμπε ἐς Δελφούς· οἳ καὶ νῦν ἔτι συννενέαται ὄπισθε μὲν τοῦ βωμοῦ τὸν Χῖοι ἀνέθεσαν, ἀντίον δὲ αὐτοῦ τοῦ νηοῦ. Φιλέουσι δέ κως ἐν τῇ Ναυκράτι ἐπαφρόδιτοι γίνεσθαι αἱ ἑταῖραι. Τοῦτο μὲν γὰρ αὕτη, τῆς πέρι λέγεται ὅδε ὁ λόγος, οὕτω δή τι κλεινὴ ἐγένετο ὡς καὶ οἱ πάντες Ἕλληνες Ῥοδώπιος τὸ οὔνομα ἐξέμαθον, τοῦτο δὲ ὕστερον ταύτης <ἑτέρη> τῇ οὔνομα ἦν Ἀρχιδίκη ἀοίδιμος ἀνὰ τὴν Ἑλλάδα ἐγένετο, ἧσσον δὲ τῆς προτέρης περιλεσχήνευτος. Χάραξος δὲ ὡς λυσάμενος Ῥοδῶπιν ἀπενόστησε ἐς Μυτιλήνην,ε ν μέλεϊ Σαπφὼ πολλὰ κατεκερτόμησέ μιν. Ῥοδώπιος μέν νυν πέρι πέπαυμαι.
Υπάρχει όμως και συνέχεια στην ιστορία μας, που δεν μας τη λέει ο Ηρόδοτος αλλά ο Στράβων (βιβλίο 17 κεφ. 1 παραγρ. 33). Πολλά χρόνια αργότερα όμως όταν ο Στράβωνταξίδευε στην Μεσόγειο και έβλεπε τις κεφαλές των Σφιγγών μόλις να ξεπροβάλλουν από την άμμο της ερήμου, του έδειξαν την πυραμίδα του Μυκερίνου ονομάζοντάς την Τάφο της Εταίρας. Έλεγαν πως είχε κατασκευαστεί από τους εραστές της Ροδώπης.
Κάποτε η Ροδώπις λούζονταν και ένας αετός άρπαξε το σανδάλι της και πέταξε μέχρι την Μέμφιδα. Από ψηλά άφησε το σανδάλι να πέσει στην αγκαλιά του Φαραώ, Ψαμμίτιχο, που απέδιδε δικαιοσύνη κάτω από τον ουρανό. Ο Φαραώ παρατήρησε την ομορφιά του σανδαλιού εντυπωσιασμένος από την κομψότητα του υποδήματος αυτού και πιστεύοντας ότι ήταν ένα σημάδι από τον θεό Ώρο, έστειλε άντρες να αναζητήσουν την γυναίκα στην οποία άνηκε το σανδάλι, σε κάθε γωνιά της Αιγύπτου. Έβαλε λοιπόν ακολούθους του να διατρέξουν όλη την Αίγυπτο, αναζητώντας την κοπέλα που το σανδάλι ταίριαζε στο πόδι της.
Η ιστορία της, την οποία μας διηγείται ο Στράβων, αποτελεί τον πρωταρχικό πυρήνα του διάσημου παραμυθιού «Σταχτοπούτα»: Το αφεντικό της την εκτιμούσε και μάλιστα της είχε χαρίσει ένα ζευγάρι σανδάλια με πλούσια διακόσμηση. Αλλά ήταν υπναράς και τον περισσότερο καιρό στο σπίτι κοιμόταν, οπότε οι άλλες δούλες που ζήλευαν τη Ρόδωπι την κακομεταχειρίζονταν και της έδιναν να κάνει τις βαρύτερες δουλειές. Την βρήκαν τέλος, στην Ναυκράτη, και έγινε σύζυγος του Φαραώ. Όταν η Ροδώπις πέθανε, ύψωσε στον τάφο της πυραμίδα. Είναι ο Ρωμαίος συγγραφέας Κλαύδιος Αιλιανός (Varia Historia, ΧΙΙΙ 33) παραθέτει μία εκδοχή της αρχαίας αυτής «Σταχτοπούτας».
Στους Δελφούς στα χρόνια του Πλούταρχου, οι οδηγοί έδειχναν ακόμη τον κενό χώρο, όπου κάποτε βρισκόταν οι σούβλες, που η εταίρα Ροδώπις είχε αφιερώσει στο Μαντείο. Ελεύθερη και πλούσια πλέον, με την Δεκάτη των κερδών της,η Ροδώπις έδωσε εντολή να κατασκευαστεί ένα έργο που να μην είχε σχεδιαστεί και αφιερωθεί σε ναό από κανέναν άλλον. Έτσι θέλησε γιατί την είχε κυριέψει η επιθυμία να αφήσει στην Ελλάδα ένα ενθύμιο της. Σκάνδαλο, φώναξαν μερικοί. Η απάντηση όμως ήταν εύκολη. Από το πλάτωμα κοιτάζοντας προς τα επάνω, φαινόταν το επίχρυσο άγαλμα της Φρύνης που ο συνηθισμένος στωικός είχε ονομάσει με περιφρόνηση «ο θρίαμβος της ελληνικής ακολασίας».
Αυτά αφηγούνται οι Έλληνες, αλλά οι Αιγύπτιοι που είναι στα πάντα «το σύμπαν» των Ελλήνων όπως έλεγε ο Ηρόδοτος, και αναφέρονται πάντα στους αρχαιότατους χρόνους, θυμούνται μια διαφορετική ιστορία.
Ο Μανέθων, στην επιτομή του για τους Φαραώ, κατονομάζει στο τέλος της έκτης δυναστείας την βασίλισσα Νιτώρκρη, «την πιο ευγενή και την πιο όμορφη ανάμεσα στις γυναίκες της εποχής της, με ανοιχτόχρωμη επιδερμίδα, που κατασκεύασε την τρίτη πυραμίδα», την επονομασθείσα πυραμίδα του Μυκερίνου.
Η Νιτώρκρις, ήταν και τολμηρή πολέμαρχος. Η βασιλεία της τελείωσε μέσα σε σπασμού. Για να εκδικηθεί τον θάνατο του αδερφού της, έπνιξε σε μια υπόγεια κατασκευή όλους τους εχθρούς του.Ύστερα κλείστηκε σε ένα δωμάτιο γεμάτο στάχτη. Σε μια περιγραφή που επέζησε, η Νιτώρκρις μας παρουσιάζεται «ξανθιά και με ροδαλά μάγουλα». Και Ροδώπις σημαίνει «με ροδαλό πρόσωπο» όπως ήδη αναφέρθηκε.
Ανάμεσα στην ζωή της Νιτώρκριος και της εταίρας, για την οποία ο Κάρασος(Χάραξος) σπατάλησε την περιουσία του, πέρασαν περίπου 1900 χρόνια. Και 600 περίπου ανάμεσα στην ζωή της Σαπφούς και του Στράβωνα. Τόσο χρειάστηκε για να γίνει η βασίλισσα της Αιγύπτου μια ξανθιά ελληνίδα εταίρα, που είχε έρθει σκλάβα από την Θράκη, και να ξαναγίνει η ελληνίδα εταίρα βασίλισσα της Αιγύπτου. Παραμένουν ενωμένες σε μία πυραμίδα. Και ο χρόνος εξακολουθεί να επαληθεύει τους λιγοστούς στίχους που αφιέρωσε ο Ποσείδιππος στην Ροδώπη:
«Δωρική, η κορμοστασιά σου είναι στολισμένη με κορδέλες χάρη στις απαλές σου κοτσίδες, και από το αρωματισμένο πέπλο σου, με αυτό που κάποτε τύλιγες τον όμορφο Κάρασο, σάρκα με σάρκα, μέχρι την κούπα του πρωινού. Αλλά οι λευκές ηχηρές σελίδες του ύμνου της Σαπφούς παραμένουν και θα παραμείνουν. Μακάριο είναι το όνομα σου, και η Ναύκρατις θα το φυλάξει μέχρι ότου περάσει στον ακίνητο Νείλο πλοίο που θα πηγαίνει προς την θάλασσα».
* Η έρευνα έγινε από την Γιώβη Βασιλική. Πληροφορίες και αποσπάσματα για το παραπάνω άρθρο συλλέχθηκαν από : Άρθρο του Δημ. Γερμιώτη σχετικό με την Ροδώπις – «Οι γάμοι του Κάδμου και της Αρμονίας» του Ρ. Καλάσσο- ART POETICA Couvelis.
Από το diadrastika
loading...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου