Αρχαιολόγοι αναγνώρισαν και χαρτογράφησαν ένα τεράστιο δίκτυο αρδευτικών καναλιών στην παλαιότερη πόλη του κόσμου η οποία εγκαταλείφθηκε από τους κατοίκους της και έμεινε άθικτη.
Η ανακάλυψη έγινε στην καρδιά της αρχαίας Μεσοποταμίας, στην πόλη Εριντού, στο νότιο Ιράκ. Η Εριντού, είναι η πιο νότια από όλες τις πόλεις της Μεσοποταμίας και, σύμφωνα με τον Κατάλογο των Σουμερίων Βασιλέων, είναι και η παλαιότερη πόλη στην ιστορία.
Η έρευνα, η οποία διεξήχθη από μια διεπιστημονική ομάδα αρχαιολόγων και γεωλόγων, από διάφορα πανεπιστήμια και διεθνή ινστιτούτα, επιβεβαιώνει πως
, η Εριντού, η οποία κατοικήθηκε από την έκτη μέχρι την πρώτη χιλιετία π.Χ., διατηρεί ένα από τα παλαιότερα και καλύτερα διατηρημένα αρδευτικά δίκτυα στην Μεσοποταμία.Η Εριντού στον χάρτη (Φωτογραφία: Crates / Wikimedia Commons).
Ιστορικά, η Μεσοποταμία βασιζόταν στον ποταμό Ευφράτη και τους παραπόταμούς του για την άρδευση των χωραφιών της. Η ικανότητα εκτροπής του νερού από τους ποταμούς, μέσω καναλιών, ήταν καθοριστικής σημασίας για τη βιωσιμότητα των αστικών οικισμών.
Το αρχαιότερο αρδευτικό σύστημα στην ιστορία
Ωστόσο, οι πιο αρχαίες αρδευτικές δομές, έχουν θαφτεί κάτω από την καθίζηση των ποταμών, ή έχουν αντικατασταθεί από μεταγενέστερα δίκτυα, καθιστώντας δύσκολη την αναλυτική μελέτη των πρώτων αγροτικών συστημάτων.
Σε αντιδιαστολή με άλλες περιοχές, η Εριντού εγκαταλείφθηκε μετά από μια αλλαγή στην πορεία του Ευφράτη. Έτσι έμεινε σχετικά άθικτο το αρχαιολογικό τοπίο. Η εξαιρετική της κατάσταση, έδωσε στους μελετητές τη δυνατότητα της ακριβούς αναγνώρισης και χαρτογράφησης ενός περίπλοκου δικτύου τεχνητών καναλιών που ανάγονται στην εποχή πριν από την πρώτη χιλιετία π.Χ.
Ευρήματα στο ύψωμα της Εριντού, σήμερα (Φωτογραφία: coddie / depositphotos.com).
Για τη μελέτη, οι αρχαιολόγοι αξιοποίησαν μια διεπιστημονική προσέγγιση, συνδυάζοντας γεωμορφολογική ανάλυση, ανασκοπήσεις ιστορικών χαρτών και τεχνολογία τηλεανίχνευσης.
Αξιοποιήθηκαν δορυφορικές εικόνες υψηλής ανάλυσης, μεταξύ των οποίων φωτογραφίες από το πρόγραμμα CORONA του 1960, drones, και επίγεια φωτογραφία, για την επαλήθευση των πορισμάτων.
Μία από τις πιο καθοριστικές μεθόδους για τη διάκριση των φυσικών καναλιών από τα τεχνητά, ήταν η ανάλυση των μοτίβων ροής του νερού, η τοπογραφία, οι κατευθύνσεις των ρευμάτων και η παρουσία δομών υδραυλικού ελέγχου, όπως φράγματα ή τεχνητά ρήγματα στα φράγματα του ποταμού, που επέτρεπαν την ελεγχόμενη διανομή του νερού στην πλημμυρική πεδιάδα.
Τα αποτελέσματα, αποκάλυψαν ένα προηγμένο αρδευτικό δίκτυο, το οποίο αποτελούσαν πάνω από 200 κύρια κανάλια, ορισμένα ήταν μήκους μέχρι και 9 χιλιομέτρων και είχαν πλάτος από 2 έως και 5 μέτρα. Μάλιστα ήταν απευθείας συνδεδεμένα με την αρχαία πορεία του Ευφράτη.
Επιπλέον, αναγνωρίστηκαν πάνω από 4.000 μικρότερα κανάλια, με μήκος από 10 έως 200 μέτρα, τα οποία συνέβαλλαν στη διανομή του νερού στις αγροτικές εκτάσεις. Η ομάδα επιπλέον, κατέγραψε την ύπαρξη περίπου 700 οργανωμένων χωραφιών γύρω από τα δευτερεύοντα κανάλια.
Τα αγροκτήματα, τα οποία ποικίλλαν σε έκταση, από 500 μέχρι 20.000 τετραγωνικά μέτρα, αντανακλούν ένα εντατικό και καλά οργανωμένο αγροτικό σύστημα, το οποίο στηριζόταν στην ισότιμη κατανομή του νερού.
Το ανασκευασμένο δίκτυο αρδευτικών καναλιών στο περιβάλλον του βυθού του αρχαίου Ευφράτη και ο αρχαιολογικός χώρος στην Εριντού (Φωτογραφία: J. Jotheri et al.)
Μία αξιοσημείωτη πτυχή της ανακάλυψης είναι πως, σε αντίθεση με άλλες περιοχές της Μεσοποταμίας, όπου η πορεία των ποταμών άλλαξε δραστικά στο πέρασμα των αιώνων, στην Εριντού, ο Ευφράτης παρέμεινε σχετικά σταθερός, επιτρέποντας στα κύρια κανάλια να διατηρήσουν τη λειτουργικότητά τους για αιώνες.
Τα κανάλια της Μεσοποταμίας
Η μελέτη, επιβεβαίωσε πως, η γεωργία στην Μεσοποταμία, δεν βασιζόταν μόνο στη φυσική γονιμότητα του εδάφους, αλλά και στον προηγμένο υδραυλικό σχεδιασμό. Η κατασκευή και η συντήρηση των καναλιών αυτών, προϋπέθετε υψηλή γνώση υδραυλικής μηχανικής και την κοινωνική οργάνωση που θα διασφάλιζε τη λειτουργία της.
Μία από τις προκλήσεις τώρα, είναι η ακριβής χρονολόγηση των διαφορετικών τμημάτων του δικτύου άρδευσης. Για να το καταφέρουν, οι μελετητές σχεδιάζουν να διεξάγουν στρωματογραφικές ανασκαφές σε σημεία – κλειδιά και ν’ αναλύσουν τα απομεινάρια των ιζημάτων, για την ακριβέστερη χρονολόγηση της χρήσης των καναλιών.
Επιπλέον, αποσκοπούν στη σύγκριση των ευρημάτων αυτών με επιγραφές σφηνοειδούς γραφής, με την ελπίδα να συσχετίσουν τα γραπτά αρχεία με απτά δεδομένα. Η σύγκριση, θα μπορούσε να προσφέρει νέα στοιχεία σχετικά με τη διαχείριση του νερού στα κράτη της αρχαίας Μεσοποταμίας.
Από το enikos
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου