Δευτέρα 23 Δεκεμβρίου 2024

Ἄς διάβαζαν τόν Καβάφη καί ἄς πρόσεχαν

 Βρέ, τί θαύματα γίνονται στήν Συρία.

Ὁ καλός φίλος Ἄσσαντ ἔγινε, αἴφνης, αἱμοσταγής δικτάτωρ, ὁ αἱμοσταγής παρανοϊκός τζιχαντιστής καί φανατικός τοῦ Ἰσλάμ ἔγινε μετριοπαθής μουσουλμάνος. Κανείς δέν μιλᾶ γιά τά στίφη τῶν κατσαπλιάδων Τσετσένων καί λοιπῶν πλιατσικολόγων, δολοφόνων, βιαστῶν καί ἐμπρηστῶν, πού ἔχουν ἤδη κατασκηνώσει στήν ἀπελευθερωμένη Συρία (λέγεται ὅτι ἔφυγαν καί κάποιοι ἀπό ἐδῶ, ἀφήνοντας τίς θέσεις πού κατεῖχαν, ὡς

φουσκωτοί Ἑλλήνων ἰσχυρῶν τοῦ χρήματος καί ἄλλων τομέων), καί οἱ μεγάλες δυνάμεις εἶναι πρόθυμες νά συνδιαλλαγοῦν μέ τήν νέα ἡγεσία.

Γιά σκέψου πώς ἐν μιᾷ νυκτί ἀλλάζουν τά πάντα! Γιά σκέψου ὅτι ἡ Ρωσσία παρέχει –χωρίς ἐνδοιασμό– ἄσυλο στόν ἐκφραστή μιᾶς δυναστείας δικτατόρων, πού ἔχει (κατα) βάψει τά χέρια της μέ αἷμα ἀθώων!

Ἐμεῖς, οἱ παλαιότεροι, θυμόμαστε τήν ἀνάλογη ἀπελευθέρωση τοῦ Ἰράν. Καί ἐκεῖ ἀρχικῶς διορίσθηκε συναινετικός πρωθυπουργός, ὁ Σαπούρ Μπαχτιάρ, μέχρι νά καθίσει καλά στόν θρόνο ὁ «ἅγιος» Χομεϊνί, πού ἄρχισε νά καθαρίζει ὅποιον θεωροῦσε ὕποπτο. Μέχρι καί τόν ὑπουργό Ἐξωτερικῶν πού διόρισε ὁ ἴδιος, ἀπαγχόνισε στήν πλατεῖα τῆς Τεχεράνης.

Μακάρι νά μήν βγῶ ἀληθινός, ἀλλά νομίζω ὅτι στήν Συρία τά πράγματα θά γίνουν χειρότερα ἀπ’ ὅ,τι στό Ἰράν τῶν μουλάδων. Ἡ Συρία ἔχει νά ἀντιμετωπίσει τήν πανσπερμία φυλῶν καί ἐθνικοτήτων, τό μωσαϊκό θρησκειῶν καί αἱρέσεων. Κι αὐτό εἶναι ὅ,τι χειρότερο, κυρίως ὅταν πρέπει νά τό διαχειρισθοῦν …πρώην «τρομοκράτες».

Καί, καθώς τά σκεπτόμουν ὅλα αὐτά, ἦλθε στό μυαλό μου ὁ Καβάφης. Καί διάβασα τό περίφημο «Ἄς φρόντιζαν». Οὔτε προφήτης νά ἦταν ὁ ποιητής…

«Κατήντησα σχεδόν ἀνέστιος καί πένης. Αὐτή ἡ μοιραία πόλις, ἡ Ἀντιόχεια, ὅλα τά χρήματα μοῦ τά ’φαγε αὐτή ἡ μοιραία μέ τόν δαπανηρό της βίο.

Ἀλλά εἶμαι νέος καί μέ ὑγείαν ἀρίστην. Κάτοχος τῆς ἑλληνικῆς θαυμάσιος (ξέρω καί παραξέρω Ἀριστοτέλη, Πλάτωνα· τί ρήτορας, τί ποιητάς, τί ὅ,τι κι ἄν πεῖς). Ἀπό στρατιωτικά ἔχω μιάν ἰδέα, κι ἔχω φιλίες μέ ἀρχηγούς τῶν μισθοφόρων. Εἶμαι μπασμένος κάμποσο καί στά διοικητικά. Στήν Ἀλεξάνδρεια ἔμεινα ἕξι μῆνες, πέρσι· κάπως γνωρίζω (κι εἶναι τοῦτο χρήσιμον) τά ἐκεῖ: τοῦ Κακεργέτη βλέψεις, καί παλιανθρωπιές, καί τά λοιπά.

Ὅθεν φρονῶ πώς εἶμαι στά γεμᾶτα ἐνδεδειγμένος γιά νά ὑπηρετήσω αὐτήν τήν χώρα, τήν προσφιλῆ πατρίδα μου Συρία.

Σ’ ὅ,τι δουλειά μέ βάλουν θά πασχίσω νά εἶμαι στήν χώρα ὠφέλιμος. Αὐτή εἶν’ ἡ πρόθεσίς μου. Ἄν πάλι μ’ ἐμποδίσουνε μέ τά συστήματά τους –τούς ξέρουμε τούς προκομμένους: νά τά λέμε τώρα; ἄν μ’ ἐμποδίσουνε, τί φταίω ἐγώ.

Θ’ ἀπευθυνθῶ πρός τόν Ζαβίνα πρῶτα, κι ἄν ὁ μωρός αὐτός δέν μ’ ἐκτιμήσει, θά πάγω στόν ἀντίπαλό του, τόν Γρυπό. Κι ἄν ὁ ἠλίθιος κι αὐτός δέν μέ προσλάβει, πηγαίνω παρευθύς στόν Ὑρκανό.

Θά μέ θελήσει πάντως ἕνας ἀπ’ τούς τρεῖς.

Κι εἶν’ ἡ συνείδησίς μου ἥσυχη γιά τό ἀψήφιστο τῆς ἐκλογῆς. Βλάπτουν κι οἱ τρεῖς τους τήν Συρία τό ἴδιο.

 

Ἀλλά, κατεστραμμένος ἄνθρωπος, τί φταίω ἐγώ. Ζητῶ ὁ ταλαίπωρος νά μπαλωθῶ. Ἄς φρόντιζαν οἱ κραταιοί θεοί νά δημιουργήσουν ἕναν τέταρτο καλό. Μετά χαρᾶς θά πήγαινα μ’ αὐτόν»…


 Δημήτρης Καπράνος

Από το trelogiannis

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου