Από το ξέσπασμα της ελληνικής επανάστασης ενάντια στον Οθωμανικό ζυγό μέχρι και τη νικηφόρα κατάληξή της, υπήρχαν αρκετές φορές που η συνοχή των εξεγερμένων δοκιμάστηκε και ο σκοπός μπήκε σε μεγάλο κίνδυνο.
Μια από αυτές τις φορές σημαδεύτηκε από δυο πρόσωπα. Το ένα ήταν ο Γέρος του Μοριά, ο αρχιστράτηγος Θεόδωρος Κολοκοτρώνης. Το άλλο ήταν ο Δημήτρης Νενέκος ένας από τους οπλαρχηγούς του απελευθερωτικού αγώνα που
κατέληξε να μείνει στην ιστορία ως συνώνυμο της προδοσίας, της δουλοπρέπειας και της υποταγής.Ο Νενέκος πάνω στη φωτιά της μάχης επέλεξε να αλλάξει στρατόπεδο, να θέσει σε κίνδυνο την πορεία της επανάστασης και ανάγκασε τον Κολοκοτρώνη να λάβει σκληρά μέτρα και να προειδοποιήσει πως για τους προσκυνημένους υπάρχει μόνο το τσεκούρι και η φωτιά.
Ποιος ήταν ο οπλαρχηγός Δημήτρης Νενέκος
Ο Δημήτρης Νενέκος στα πρώτα χρόνια της επανάστασης του 1821 ήταν ένας από τους πιο γνωστούς και ικανούς οπλαρχηγούς στην ευρύτερη περιοχή της Αχαΐας. Ο αρβανίτικης καταγωγής στρατιωτικός ήταν πολύ ικανός αλλά είχε και ένα μεγάλο ελάττωμα. Ήταν τρομερά φιλόδοξος και δεν δίσταζε να πατήσει επί πτωμάτων (στην περίπτωσή του αυτό ισχύει κυριολεκτικά) προκειμένου να ανελιχθεί στην ιεραρχία.
Ο Νενέκος υπαγόταν στρατιωτικά στον προεστό Θάνο Κανακάρη αλλά και στον μετέπειτα πρωθυπουργό της χώρας Βενιζέλο Ρούφο. Μαζί με τον Νενέκο οπλαρχηγοί ήταν ο Σπανοκυριάκος και ο Σαγιάς. Ο Νενέκος προκειμένου να γίνει ο πρωτοκαπετάνιος του Ρούφου, όπως λέγεται, τους δολοφόνησε και τους δυο.
Από εκεί και πέρα η πορεία του Νενέκου ήταν εντυπωσιακή. Επέδειξε μεγάλος θάρρος και γενναιότητα πολεμώντας στο πλευρό σπουδαίων πολεμιστών του αγώνα όπως ο Κανέλλος Δεληγιάννης, ο Ιωάννης- Γενναίος Κολοκοτρώνης (ο γιος του Γέρου του Μοριά), ο Ανδρέας Ζαΐμης και ο Ανδρέας Λόντος.
Ο Νενέκος πήρε μέρος και είχε πρωταγωνιστικό ρόλο σε μερικές από τις πιο εμβληματικές μάχες της ελληνικής επανάστασης, όπως στη πολιορκία των Πατρών αλλά και στην πρώτη πολιορκία του Μεσολογγίου. Η φήμη του διαρκώς μεγάλωνε και οι χωρικοί έβλεπαν στο πρόσωπό του έναν γενναίο πολεμιστή που μπορεί να τους υπερασπιστεί. Κάποια στιγμή, μάλιστα, ο Νενέκος έφτασε να έχει υπό τις διαταγές του περίπου 2.000 άνδρες. Προφανώς αυτό τον έκανε να νιώθει ατρόμητος αλλά όντας τρομερά φιλόδοξος, όπως ήδη έχει αναφερθεί, δεν του αρκούσαν αυτά που ήδη είχε και έτσι δεν άργησε η στιγμή που θα άλλαζε στρατόπεδο προκειμένου να τα αποκτήσει.
Η προδοσία και η οργή του Κολοκοτρώνη
Στις αρχές του 1827 οι χωρικοί της Επαρχίας Πατρών είχαν πάντοτε προβλήματα λόγω της συνεχούς παρουσίας Οθωμανών στην περιοχή τους που μετακινούνταν από και προς το φρούριο της Πάτρας, τα οποία επιδεινώθηκαν περισσότερο μετά την εισβολή του Ιμπραήμ.
Ο Ιμπραήμ Πασάς και ο Δελή Αχμέτ Πασάς προσέλκυσε τους χωρικούς των Ζουμπατοχωρίων με το προσκύνημα, εκμεταλλευόμενος την άθλια κατάστασή τους και τις καλές σχέσεις που ανέπτυξαν αυτοί με τους επίσης ομιλούντες την αλβανική γλώσσα έγκλειστους στην Πάτρα μωαμεθανούς του Λάλα. Άρχισαν οι χωρικοί να έρχονται ελεύθερα σε εμπορικές και φιλικές σχέσεις με τους Τούρκους της Πάτρας, χωρίς να τους ενοχλεί κανείς κατόπιν εντολών των πασάδων.
Με την απλή προϋπόθεση της υποταγής (προσκυνήματος). Πρωταγωνιστής σε αυτήν την διαδικασία υπήρξε ο Νενέκος από τον οποίον ἤγοντο καὶ ἐφέροντο όλοι οι Αρβανίτες των χωριών της Πάτρας, όπως ισχυρίζεται ο Φωτάκος. Ο Ιμπραήμ συμπάθησε πολύ τον Νενέκο στον οποίο χάρισε χρήματα, άλογα, του υποσχέθηκε γαίες και ασυδοσία προς αυτόν και όλη τη γενεά του κληρονομικώς και εκτός των άλλων προκάλεσε και σουλτανικό φιρμάνι με το οποίο ονομάστηκε Μπέης Νενέκος.
Ο Νενέκος οργάνωσε με τους επίσης προσκυνημένους οπλαρχηγούς 2.000 ενόπλους της περιοχής του που ακολουθούσαν τα στρατεύματα του Ιμπραήμ, σαν οπισθοφυλακή με αρκετές συμμετοχές σε συγκρούσεις με τους επαναστάτες. Όπως αναφέρει ο Φωτάκος γρήγορα οι υπόλοιποι αρχικά σύντροφοι του Νενέκου στο προσκύνημα, οπλαρχηγοί Κοντογεωργακαίοι, Σταμάτης Μποτιώτης, Χαρμπίλας, Γκολφίνος Λουμπεστιάνος, Τσετσεβίτες, Κώστας Γκερμπεσιώτης, οι Αγιοβλασίτες αδελφοί Οικονομόπουλοι αποσπάστηκαν αμέσως από τους προδότες χωρίς να έλθουν σε επαφή με τους Τούρκους, αλλά τα αποτελέσματα δεν άλλαξαν πολύ, αφού τα πλήθη των χωρικών ακολουθούσαν τυφλά τον Νενέκο. Ο Χαρμπίλας και ο Σαγιάς κατόπιν οδηγιών του Θεοδώρου Κολοκοτρώνη επιχείρησαν μάταια να χρησιμοποιήσουν την επιρροή τους προς απομάκρυνση των κατοίκων των Ζουμπατοχωρίων από τον Νενέκο και τους Τούρκους, με αποτέλεσμα να προχωρήσουν σε στρατιωτικές επιχειρήσεις.
Όποιοι το έκαναν αυτό επέστρεφαν στην κατάσταση του υπηκόου της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και απολάμβαναν όλα τα προνόμια, όπως λεφτά, χωράφια, φαγητό και κυρίως προστασία.
Όσο περνούσε ο καιρός αυτοί που υπέγραφαν το προσκύνημα γινόντουσαν όλο και περισσότεροι. Αυτή η εξέλιξη δεν ήταν καθόλου τυχαία καθώς από πίσω κρυβόταν ο Νενέκος. Ο οπλαρχηγός του αγώνα, μαγεύτηκε από τα πλούτη και τη δόξα που του έταξε ο Ιμπραήμ πασάς και όχι απλά υπέγραψε το «προσκυνοχάρτι» αλλά εξαπέλυσε σε βάρος των χωρικών ένα πρωτοφανές κύμα βίας και τρομοκρατίας για να τους αναγκάσει να κάνουν το ίδιο.
Επιπλέον, ο Νενέκος μαζί με τους 2.000 άνδρες του, αποτελούσε κάτι σαν οπισθοφυλακή του Ιμπραήμ με τον οποίο πλέον πολεμούσαν μαζί τους επαναστατημένους Έλληνες, τους οποίους μάλιστα σε μερικές πτώσεις κατάφερε να νικήσει. Χωρικοί αλλά και μικρότερης δυναμικής οπλαρχηγοί έτρεμαν τον Ιμπραήμ και φοβόντουσαν το Νενέκο, που πλέον με φιρμάνι του πασά έφερε τον τίτλο του μπέη, με αποτέλεσμα η επανάσταση στην ευρύτερη περιοχή να πνέει τα λοίσθια.
Ένα περιστατικό, ωστόσο, έμελλε να αποτελέσει θρυαλλίδα εξελίξεων. Μια ημέρα ο Ιμπραήμ με λίγους στρατιώτες ξεκίνησε για τα Καλάβρυτα αλλά στο χάνι του Βερβένικου χάθηκε μέσα στο δάσος. Ο μόνος που ήξερε που βρισκόταν ήταν ο Νενέκος που ακολουθούταν από μεγάλη δύναμη ανδρών. Εκείνη την ημέρα ο Νενέκος θα μπορούσε να αιχμαλωτίσει ή ακόμα και να σκοτώσει τον Ιμπραήμ και να δώσει νέα πνοή στην επανάσταση (ίσως και την χαριστική βολή στους Τούρκους) και κυρίως να ανακουφίσει τους δοκιμαζόμενους Έλληνες. Εκείνος, ωστόσο, προτίμησε να μείνει πιστός στη συμφωνία με τον πασά και τον οδήγησε με ασφάλεια έξω από το δάσος, σε ασφαλές μέρος.
Ο Κολοκοτρώνης έμαθε για το συγκεκριμένο περιστατικό, εξοργίστηκε, είπε το ιστορικό «τσεκούρι και φωτιά στους προσκυνημένους» και εξαπέλυσε μια δίχως προηγούμενο τρομοκρατία σε βάρος της τρομοκρατίας του Ιμπραήμ! Παράλληλα, έδωσε εντολή να εντοπιστεί και να εκτελεστεί ο Νενέκος, πάση θυσία.
Το τέλος του Νενέκου
Οι άνδρες του Κολοκοτρώνη υπό τις αυστηρές οδηγίες του Γέρου του Μοριά, έμπαιναν μέσα στα χωριά, έβρισκαν τους πρωτεργάτες του προσκυνήματος και τους κρεμούσαν στις κεντρικές πλατείες προκειμένου να στείλουν ένα ξεκάθαρο μήνυμα.
Παράλληλα, προσπαθούσαν με νουθεσίες να επαναφέρουν στον σωστό δρόμο τους απελπισμένους χωρικούς που από τη μια έβλεπαν το σπαθί του Ιμπραήμ και από την άλλη την οργή του Κολοκοτρώνη.
«Εις Ελόγου Σας χωρία της Λιοδώρας, όλα από Ζάτουνα έως Ασπρα Οσπήτια. Ευθύς όπου λάβετε το παρόν μου να ακούσετε την φωνήν του γενναιοτάτου χιλιάρχου Δημητράκη Πλαπούτα, τον οποίον διορίζω με πληρεξουσιότητα να πάρη τα άρματα σας και όλοι μαζύ να ελθήτε το ογληγορώτερον κατά το χρέος σας. Του έδωσα άδεια δια εκείνους από εσάς όπου δεν θελήσουν να θύση και να απολέση με φωτιά και τζεκούρι, οι δε λοιποί είσθε εις την αγάπην μου και κάμνετε το χρέος σας με προυθυμίαν, και ελπίζω ότι θ’ ακολουθήσετε χωρίς δυσκολίας. Ακολουθήσατε λοιπόν καθώς σας γράφω και ακολουθήσατε τον Καπιτάν Δημητράκη να προφθάσετε το ογληγορώτερον» ανέφερε ο Κολοκοτρώνης σε επιστολή του, χωρίς να αφήνει το παραμικρό περιθώριο για… παρερμηνείες σχετικά με τις προθέσεις του.
Σταδιακά η εικόνα στην Πελοπόννησο άρχισε και πάλι να αλλάζει. Οι προσκυνημένοι εγκατέλειπαν τον πασά και έσπευδαν στο πλευρό των ανδρών του Κολοκοτρώνη. Η επανάσταση άρχιζε πάλι να «ανθίζει». Το μόνο που απέμενε ήταν να τιμωρηθεί ο Νενέκος.
Αυτό τελικά έγινε το 1828. Ο ίδιος ο Κολοκοτρώνης γράφει στα απομνημονεύματά του:
«ὁ Νενέκος εἰς τὰς 26 τοῦ Μαρτίου ἐπῆρε τοὺς Τούρκους καὶ ἐπῆγε κι ἐχάλασε μία οἰκογένεια Καρυτινὴ ὁποὺ ἦτον ἀπὸ παλαιὰ εἰς τὴν Πάτρα, ἐσκλάβωσε τὰ παιδιά, οἱ ἄνδρες ἐγλύτωσαν μόνον μὲ τὸ κορμί, μὲ τὸ τουφέκι στὸ χέρι, τοὺς πῆρε 6.000 σφαχτά. Εἰς τὰ 26, ὅταν ἐπρωτοπροσκύνησε, εἶχα διατάξει ἕναν λεγόμενον Σαγιᾶ νὰ τὸν σκοτώσει. Ὁ Σαγιᾶς μοῦ ἐζήτησε τὴν ἄδειαν καὶ ἐγὼ εἶχα τὴν ὄρεξιν, καὶ πάλιν ὅταν ἄκουσα καὶ ἐσκλάβωσε τοὺς Ἕλληνας τὸν ἐντεμπίχιασα μὲ ἕνα γράμμα: «Ἄπιστε, διατί δὲν τὸν σκοτώνεις, ποὺ ἀκόμη μὲ τοὺς Τούρκους εἶναι, ἀφοῦ ἦλθε ὁ Κυβερνήτης;» Τότε ὁ Σαγιᾶς ἔσμιξε τὸν Νενέκο καὶ ἐσκοτώθη ὁ Νενέκος. Εἰς τὰ 1828 ἔγιναν παράπονα. Ὁ Νενέκος εἶχε φερμάνι ἀπὸ τὴν Πόλη καὶ τὸν ἔλεγαν Μπέη Νενέκο».
Τα «παράπονα» που αναφέρει ο Κολοκοτρώνης είναι η επίσημη διαμαρτυρία που έγινε από την Οθωμανική Πύλη στην Ελληνική Πολιτεία δεδομένου πως ο Νενέκος έφερε τον τίτλο του μπέη.
Ο Νενέκος βρήκε το θάνατο από το μαχαίρι του αδερφού του Αθανάσιου Σαγιά τον οποίο είχε σκοτώσει μερικά χρόνια νωρίτερα, προκειμένου να ανελιχθεί. Για το πώς έγινε η δολοφονία, του Νενέκου λίγα πράγματα είναι γνωστά. Αν πιστέψουμε, πάντως, ένα παραδοσιακό τραγούδι που διασώθηκε στο πέρασμα του χρόνου ο Σαγιάς τον ξεγέλασε καλώντας τον να του βαπτίσει το παιδί! Μετά τη δολοφονία του Νενέκου οι συνοδοί του σκότωσαν τον Σαγιά.
Η είδηση της δολοφονίας του Νενέκου, έγινε γνωστή σχεδόν αμέσως και έβαλε οριστικό τέλος στο προσκύνημα.
[aftodioikisi.gr]
Από το olympia
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου