Όταν η ναζιστική Γερμανία εισέβαλε στη νησίδα του Σαρκ -το τελευταίο προπύργιο της φεουδαρχίας στον δυτικό κόσμο- η Dame (Λαίδη) Sibyl Hathaway προστάτεψε τον λαό της με τα πιο απίθανα όπλα: την φεουδαρχική εθιμοτυπία, τους τρόπους του παλιού κόσμου και με τον κλασικό σνομπισμό.
Η Λαίδη Sibyl Hathaway είχε στα χέρια της 275 κρατούμενους Ναζί και ήξερε ακριβώς τι ήθελε να κάνει μαζί τους.
Ήταν Μάιος του 1945. Πέντε χρόνια νωρίτερα, η Γερμανία είχε εισβάλει στην πατρίδα της, ένα μικρό νησάκι 400 κατοίκων στα Βρετανικά Νησιά της Μάγχης, το Σαρκ. Παρά το γεγονός ότι το νησί δεν είχε σύγχρονο αμυντικό δίκτυο ή όπλα -δεν είχε καν ηλεκτρισμό-, είχε αποδείξει ότι ήταν προετοιμασμένο για τους ανεπιθύμητους επισκέπτες του. Το νησί είχε ένα πλεονέκτημα που η υπόλοιπη Ευρώπη είχε απορρίψει αιώνες νωρίτερα: την φεουδαρχία.
Το Σαρκ ήταν το τελευταίο φέουδο του δυτικού κόσμου. Για 400 χρόνια, ακολουθούσε πιστά τον Νορμανδικό νόμο του 16ου αιώνα και η 61χρονη "Dame Sibyl", όπως την αποκαλούσαν οι υπήκοοί της, ήταν η φεουδάρχης τους. "Ό,τι είναι αρκετά καλό για τον Γουλιέλμο τον Κατακτητή, είναι αρκετά καλό για εμάς", δήλωσε κάποτε υπερασπιζόμενη τον θεσμό της φεουδαρχίας.
Τώρα, μόλις μία εβδομάδα αφότου ο Χίτλερ είχε αυτοκτονήσει, η Λαίδη Sibyl πήγαινε στο κύριο λιμάνι του Σαρκ για να συναντήσει την βρετανική "απελευθερωτική" δύναμη. Χαιρέτησε μια ομάδα Βρετανών στρατιωτών και τους οδήγησε στο αρχηγείο των Ναζί στο νησί για να συζητήσουν τους όρους της παράδοσης. Καθώς ο αντισυνταγματάρχης K. Allen ρωτούσε τον Γερμανό διοικητή, η Λαίδη μετέφραζε τα πάντα στα γερμανικά. Όταν ο Allen τελείωσε την ανάκριση, στράφηκε στην Λαίδη.
"Δεν μπορώ να αφήσω κανέναν στρατιώτη εδώ γιατί μέχρι στιγμής μόνο μια συμβολική δύναμη έχει αποβιβαστεί στο Γκέρνζι", εξήγησε ο Allen, αναφερόμενος στο νησί επτά μίλια δυτικά του Σαρκ. "Θα σας πείραζε να μείνετε για λίγες μέρες ή θα προτιμούσατε να έρθετε μαζί μου στο Γκέρνζι;".
Η Λαίδη Sybil συνοφρύωσε. Από τότε που ξεκίνησε ο πόλεμος, απέκρουε τους Ναζί χωρίς καμία βοήθεια από την Αγγλία. Γιατί χρειαζόταν βοήθεια τώρα; "Μιας και έχω μείνει σχεδόν πέντε χρόνια, μπορώ να αντέξω λίγες μέρες ακόμα".
Έτσι, η ομάδα αναχώρησε και η Λαίδη Sybil ανέκτησε τον έλεγχο, όχι μόνο του νησιού της, αλλά και μιας νέας ομάδας Γερμανών υποτελών.
Κάποτε, η Λαίδη Sibyl έγραψε ότι το Σαρκ είναι "μια όαση ησυχίας και ξεκούρασης, μοναδική στον σημερινό κόσμο".
Σκαρφαλωμένο 350 πόδια πάνω από τη Μάγχη, το νησί είναι ένα απόκρημνο οροπέδιο που καλύπτεται από βοσκότοπους και αγριολούλουδα. Είναι μια χρονοκάψουλα. Τα αυτοκίνητα απαγορεύονται, οι κάτοικοι κυκλοφορούν με ποδήλατα και τα τοπικά ασθενοφόρα και πυροσβεστικά σύρονται από ελκυστήρες. Μιας και δεν υπάρχουν φώτα στους δρόμους, τις νύχτες χωρίς φεγγάρι, ο Γαλαξίας λάμπει. Είναι μικροσκοπικό -μόλις τρία μίλια μήκος και 1,5 μίλι πλάτος- αλλά έχει τόσες πολλές γωνίες που του αποδίδουν 42 μίλια ακτογραμμής. Ένας από τους διασημότερους επισκέπτες του ήταν ο Βίκτορ Ουγκώ, ο οποίος το επισκέφτηκε το 1872 όταν εξορίστηκε στα Νησιά της Μάγχης.
Οι άνθρωποι ζουν σε αυτό το ήσυχο νησί από το 2000 π.Χ. Ο θρύλος λέει ότι, τον 6ο αιώνα, ο Βρετόνος Άγιος Μαγκλόιρ (Saint Magloire) έφερε τη θρησκεία στο Σαρκ ενώ καβαλούσε την πλάτη ενός θαλάσσιου τέρατος. Τον 13ο αιώνα, το νησί έγινε ιδιοκτησία του αγγλικού στέμματος, αλλά παρέμεινε ως επί το πλείστο έρημο -με εξαίρεση μερικούς "πειρατές, κλέφτες, ληστές και δολοφόνους ", έγραψε ο Γάλλος γιατρός και συγγραφέας της Αναγέννησης, γνωστός για τα βιβλία του που περιγράφουν τις περιπέτειες δύο γιγάντων-βασιλιάδων, του Γαργαντούα και του γιου του Πανταγκρυέλ, Φρανσουά Ραμπελαί τη δεκαετία του 1530. Το 1565, αφού κέρδισε την άδεια της βασίλισσας Ελισάβετ Α' να ιδρύσει εκεί ένα φέουδο, ο Helier de Carteret καθάρισε το μέρος, φέρνοντας 40 οικογένειες -οι περισσότερες από το κοντινό νησί Τζέρσεϊ. Κάθε οικογένεια έλαβε ένα αγροτεμάχιο, το "tenement", και μέχρι σήμερα τα οικόπεδα του Σαρκ φέρουν παλιά ονόματα στα νορμανδικά γαλλικά: La Varouque, La Sablonnerie, La Moinerie.
Από τότε, πολιτιστικά και πολιτικά, το Σαρκ έχει αλλάξει πολύ λίγο. Μαζί με τα άλλα τρία μεγάλα βρετανικά νησιά της Μάγχης -το Γκέρνζι, το Τζέρσεϊ και το Άλντερνεϊ- αποτελούν ιδιοκτησία του βρετανικού στέμματος. Ωστόσο, κάθε νησί παραμένει πολιτικά ανεξάρτητο από το Ηνωμένο Βασίλειο -για παράδειγμα, στο Σαρκ δεν υπάρχει φόρος εισοδήματος, καμία πρόνοια και καμία βοήθεια από την Υπηρεσία Υγείας του Ηνωμένου Βασιλείου. Όσο ζούσε η Λαίδη, τα σπίτια φωτίζονταν με λάμπες πετρελαίου και το νερό έπρεπε να αντληθεί από ένα πηγάδι ή μια λεκάνη απορροής. Όποιος ήθελε ζεστό μπάνιο έπρεπε να ανάψει φωτιά δίπλα στη μπανιέρα του. Οι περισσότεροι κάτοικοι μιλούσαν μια μοναδική διάλεκτο, την Serquais, ένα απομεινάρι των Νορμανδών Γάλλων που έφεραν εκεί οι πρώτοι άποικοι του νησιού.
Όταν η Γερμανία εισέβαλε το 1940, πολλοί από τους απογόνους αυτών των αρχικών 40 εποίκων ζούσαν ακόμα στο Σαρκ. Κληρονόμοι τεσσάρων και πλέον αιώνων φεουδαρχικής κυριαρχίας, δεν είχαν σκοπό να εγκαταλείψουν το νησί τους ή τον τρόπο ζωής τους. Αυτό ίσχυε και για την Λαίδη Sibyl, η οποία είχε προετοιμαστεί για να γίνει ηγέτης του νησιού από μικρό κορίτσι.
Όπως αποδείχθηκε, η αυστηρή φεουδαρχική εθιμοτυπία που είχε μάθει σε όλη της την ζωή θα γινόταν ένα ισχυρό όπλο, ένα εργαλείο για να λυγίσει τους κατακτητές.
Το πρωί της 9ης Ιουνίου του '40, η Λαίδη Sibyl Hathaway είδε τον ορίζοντα του νησιού της να καλύπτεται από εκρήξεις μαύρου καπνού.
Είκοσι πέντε μίλια ανατολικά, στις ακτές της Γαλλίας, φλόγες έβγαιναν από δεξαμενές αποθήκευσης πετρελαίου. Εβδομάδες νωρίτερα, η Βέρμαχτ είχε διεισδύσει στη γραμμή Μαζινό, τα χαρακώματα και τις οχυρώσεις που χώριζαν τη Γαλλία από τη Γερμανία. Τώρα, καθώς η κατοχή της Γαλλίας φαινόταν αναπόφευκτη, οι κάτοικοι της Νορμανδίας σαμπόταραν τα αποθέματα πετρελαίου που είχαν.
Για την Λαίδη, ήταν σημάδι ότι, αν έπεφτε η Νορμανδία, θα ακολουθούσε το Σαρκ. Ήξερε ότι οι Ναζί ήθελαν να καταλάβουν τα Νησιά, καθώς ήταν η ευκαιρία τους να προπαγανδίσουν τον έλεγχο της "βρετανικής" επικράτειας. Καθώς κυκλοφόρησαν φήμες για εκκένωση, η Λαίδη πήγε στο Γκέρνζι για να δει πώς προετοιμαζόταν το δεύτερο μεγαλύτερο νησί.
Παντού υπήρχαν ουρές: στα καταστήματα -καθώς οι άνθρωποι αγόραζαν μανιωδώς βαλίτσες-, στην τράπεζα -καθώς προσπαθούσαν να βγάλουν χρήματα-, στην αποβάθρα -καθώς έσπρωχναν ο ένας τον άλλο στις βάρκες με προορισμό την Αγγλία. Κυριευμένοι από το χάος, οι κάτοικοι του νησιού έθαψαν τα κειμήλιά τους στους κήπους τους, ενώ, εκατοντάδες από αυτούς κατέκλυσαν την κτηνιατρική κλινική σε μια προσπάθεια να κάνουν ευθανασία στα αγαπημένα τους κατοικίδια.
Τα Νησιά της Μάγχης, έμαθε σύντομα η Λαίδη, θα αποστρατικοποιούνταν, δεν θα έμπαιναν καν στον πόλεμο. Μέσα σε μόλις μία εβδομάδα, περίπου 17.000 άνθρωποι εκκένωσαν το Γκέρνζι. Η Λαίδη ταράχτηκε τόσο πολύ που, στο ταξίδι της επιστροφής στο Σαρκ, "αποφάσισα πώς θα μπορούσα να προστατεύσω καλύτερα τους ανθρώπους μου".
Σύμφωνα με τον παλιό Νορμανδικό Νόμο, οι κάτοικοι του Σαρκ είχαν δώσει όρκο να προστατεύσουν το νησί από ξένους εισβολείς. Το έθιμο απαιτούσε κάθε γαιοκτήμονας να έχει ένα μουσκέτο αλλά αυτή η παλιά επιταγή φαινόταν τόσο αστεία μπροστά στην εισβολή των Ναζί. Το 1887, ένας δημοσιογράφος είχε περιγράψει τη λεγόμενη πολιτοφυλακή του Σαρκ ως κάτι περισσότερο από "επτά ντουζίνες ζευγών μπότες".
Η Λαίδη Sibyl ανησυχούσε ότι το Σαρκ μπορούσε να καταρρεύσει αν εκκένωναν το νησί πολλοί άνθρωποι. Στην τελική, η ουσία της φεουδαρχίας είναι ότι είναι αυτάρκης. Αν ενώνονταν όλοι στο Σαρκ, σκέφτηκε, η ζωή θα μπορούσε να συνεχιστεί.
Λίγο μετά την επιστροφή της από το Γκέρνζι, κάλεσε μια συνάντηση και είπε στους κατοίκους ότι είχε αποφασίσει να μείνει και ζήτησε να παραμείνουν και αυτοί.
"Δεν σας υπόσχομαι ότι θα είναι εύκολο. Μπορεί να πεινάμε, αλλά θα έχουμε πάντα τα βοοειδή και τις καλλιέργειές μας, τους κήπους μας, μερικά γουρούνια, τα πρόβατα και τα κουνέλια μας", είπε.
Η Λαίδη κατάλαβε ότι δε θα συμφωνούσαν όλοι και υποσχέθηκε να κανονίσει την αναχώρησή τους, αν το επιθυμούσαν.
Από αυτούς που γεννήθηκαν στο Σαρκ, δεν έφυγε ούτε ένας.
Μόλις μία εβδομάδα μετά την επίσημη αποστρατικοποίηση των Νησιών, τρία αεροπλάνα των Ναζί πέρασαν πάνω από το Σαρκ και το Γκέρνζι και βομβάρδισαν την πρωτεύουσα του νησιού, το Πορτ Πίτερ, σκοτώνοντας τριάντα οκτώ αμάχους. Η Λαίδη είδε τα αεροπλάνα να περνάν πάνω από τη Μάγχη και να βομβαρδίζουν τα λιμάνια του Σαρκ, αλλά δεν τραυματίστηκε κανείς. Την επόμενη μέρα, η τηλεφωνική γραμμή που ένωνε τον Σαρκ με το Γκέρνζι κόπηκε.
Τρεις μέρες μετά, στις 3 Ιουλίου, μια λέμβος έφτασε στο κεντρικό λιμάνι του Σαρκ. Οι Γερμανοί είχαν φτάσει -και η Λαίδη έκανε την πρώτη της κίνηση σε ένα λεπτό παιχνίδι πολιτικού μοναχισμού.
Η ακτογραμμή του Σαρκ προκαλεί δέος. Κατά τον Μεσαίωνα, πειρατές κύκλωναν τους γκρεμούς του νησιού αναζητώντας ένα μέρος για να ελλιμενιστούν και, αφού δεν το κατάφερναν, το διακήρυτταν απρόσιτο. Σήμερα, οι επισκέπτες μεταφέρονται μέσω μια άμαξας που την έλκει ένας ελκυστήρας -αποκαλείται "Toast Rack". Την εποχή όμως της Λαίδη, αυτή η δουλειά γινόταν από άλογα. Όχι όμως την ημέρα που έφτασαν οι Ναζί. Η Λαίδη αποφάσισε ότι δε θα πήγαινε να συναντήσει τους Γερμανούς, αλλά θα πήγαιναν εκείνοι σε αυτήν και μάλιστα, με τα πόδια.
Καθώς οι Ναζί αξιωματικοί πήγαιναν να την συναντήσουν, η Λαίδη περίμενε στην κατοικία της, μια πέτρινη έπαυλη με την επωνυμία "La Seigneurie", και μιλούσε με τον σύζυγό της, Bob. "Ας βγάλουμε ένα φύλλο από το βιβλίο του Μουσολίνι", του είπε, και έβαλαν δύο καρέκλες πίσω από ένα γραφείο στην άκρη του σαλονιού, κάτι που θα ανάγκαζε τους αξιωματικούς να περπατήσουν όλο το δωμάτιο. Ήταν μια μικρή κίνηση επίδειξης δύναμης, αλλά χρειάζονταν κάθε κόλπο. Η Λαίδη συμβούλεψε την υπηρέτρια να ανακοινώσει τους Γερμανούς σαν να ήταν οποιοσδήποτε άλλος χωρικός.
Η ίδια έγραψε αργότερα στην αυτοβιογραφία της, The Dame of Sark, ότι ήταν "αποφασισμένη ότι αυτό το νησί, τουλάχιστον, θα έπρεπε να δείξει σταθερότητα και αξιοπρέπεια και να δώσει την εντύπωση ότι παίρναμε τα πάντα σοβαρά, με σταθερή πεποίθηση ότι θα κάναμε το καλύτερο από μια κακή στιγμή που ήμασταν πεπεισμένοι ότι δεν θα κρατήσει πολύ".
Όταν έφτασαν, οι Ναζί αξιωματικοί σκούπισαν τις μπότες τους στο χαλάκι της εξώπορτας. Η Λαίδη έριξε μια ματιά στον σύζυγό της με ανακούφιση. Από τον ήχο των ποδιών τους και μόνο μπορούσε να καταλάβει ότι οι άντρες που επρόκειτο να μπουν στο σπίτι της ήταν αριστοκράτες -ο τρόπος που σκούπισαν τις μπότες τους ήταν ένδειξη σεβασμού.
Όπως φάνηκε αργότερα και καθαρά από τύχη, τα Νησιά της Μάγχης προσέλκυσαν αριστοκράτες Ναζί. Τα Νησιά ήταν ένα σχετικά ασφαλές μέρος για τους πιο προνομιούχους στρατιωτικούς της Γερμανίας, οι οποίοι φυσικά έλκονταν να μείνουν σε ένα απαρχαιωμένο μέρος, όπου η κληρονομιά εξακολουθούσε να ισοδυναμεί με επιρροή. Οι Γερμανοί ευγενείς θα ένιωθαν μια ιδιαίτερη συγγένεια με ένα μέρος όπου η προμοντέρνα φεουδαρχική κυριαρχία ήταν ακόμη εν μέρει άθικτη.
Η υπηρέτρια ανακοίνωσε την άφιξη των ανδρών. Δύο αξιωματικοί, ντυμένοι με σκούρο πράσινο, παρουσιάστηκαν και είπαν στη Λαίδη ότι είχαν έρθει για να καθορίσουν κάποιους κανόνες. Θα υπήρχε απαγόρευση κυκλοφορίας στις 11 το βράδυ, στους δρόμους δεν επιτρέπονταν ομάδες μεγαλύτερες από πέντε άτομα, όλες οι παμπ έπρεπε να κλείσουν, όλα τα όπλα έπρεπε να κατασχεθούν και καμία βάρκα δεν επιτρεπόταν να φύγει από το λιμάνι.
Ακούγοντας αυτά, η Λαίδη έγνεψε καταφατικά. "Bitte hinsetzen", είπε, ζητώντας τους να καθίσουν. Συνέχισε μιλώντας στα γερμανικά, "Θα επιβλέπω ότι αυτές οι εντολές τηρούνται".
Επικράτησε μια στιγμή έκπληκτης σιωπής. Οι Γερμανοί αξιωματικοί, άναυδοι από τη γνώση της γλώσσας τους από την Λαίδη, σάστισαν.
"Δεν φαίνεστε να φοβάστε καθόλου", είπε ένας αξιωματικός.
Χωρίς δισταγμό, η Λαίδη απάντησε κοφτά, "Υπάρχει κάποιος λόγος να φοβάμαι τους Γερμανούς αξιωματικούς;".
Στην τελική, αυτό ήταν το νησί της.
Η ακτογραμμή του Σαρκ προκαλεί δέος. Κατά τον Μεσαίωνα, πειρατές κύκλωναν τους γκρεμούς του νησιού αναζητώντας ένα μέρος για να ελλιμενιστούν και, αφού δεν το κατάφερναν, το διακήρυτταν απρόσιτο. Σήμερα, οι επισκέπτες μεταφέρονται μέσω μια άμαξας που την έλκει ένας ελκυστήρας -αποκαλείται "Toast Rack". Την εποχή όμως της Λαίδη, αυτή η δουλειά γινόταν από άλογα. Όχι όμως την ημέρα που έφτασαν οι Ναζί. Η Λαίδη αποφάσισε ότι δε θα πήγαινε να συναντήσει τους Γερμανούς, αλλά θα πήγαιναν εκείνοι σε αυτήν και μάλιστα, με τα πόδια.
Καθώς οι Ναζί αξιωματικοί πήγαιναν να την συναντήσουν, η Λαίδη περίμενε στην κατοικία της, μια πέτρινη έπαυλη με την επωνυμία "La Seigneurie", και μιλούσε με τον σύζυγό της, Bob. "Ας βγάλουμε ένα φύλλο από το βιβλίο του Μουσολίνι", του είπε, και έβαλαν δύο καρέκλες πίσω από ένα γραφείο στην άκρη του σαλονιού, κάτι που θα ανάγκαζε τους αξιωματικούς να περπατήσουν όλο το δωμάτιο. Ήταν μια μικρή κίνηση επίδειξης δύναμης, αλλά χρειάζονταν κάθε κόλπο. Η Λαίδη συμβούλεψε την υπηρέτρια να ανακοινώσει τους Γερμανούς σαν να ήταν οποιοσδήποτε άλλος χωρικός.
Η ίδια έγραψε αργότερα στην αυτοβιογραφία της, The Dame of Sark, ότι ήταν "αποφασισμένη ότι αυτό το νησί, τουλάχιστον, θα έπρεπε να δείξει σταθερότητα και αξιοπρέπεια και να δώσει την εντύπωση ότι παίρναμε τα πάντα σοβαρά, με σταθερή πεποίθηση ότι θα κάναμε το καλύτερο από μια κακή στιγμή που ήμασταν πεπεισμένοι ότι δεν θα κρατήσει πολύ".
Όταν έφτασαν, οι Ναζί αξιωματικοί σκούπισαν τις μπότες τους στο χαλάκι της εξώπορτας. Η Λαίδη έριξε μια ματιά στον σύζυγό της με ανακούφιση. Από τον ήχο των ποδιών τους και μόνο μπορούσε να καταλάβει ότι οι άντρες που επρόκειτο να μπουν στο σπίτι της ήταν αριστοκράτες -ο τρόπος που σκούπισαν τις μπότες τους ήταν ένδειξη σεβασμού.
Όπως φάνηκε αργότερα και καθαρά από τύχη, τα Νησιά της Μάγχης προσέλκυσαν αριστοκράτες Ναζί. Τα Νησιά ήταν ένα σχετικά ασφαλές μέρος για τους πιο προνομιούχους στρατιωτικούς της Γερμανίας, οι οποίοι φυσικά έλκονταν να μείνουν σε ένα απαρχαιωμένο μέρος, όπου η κληρονομιά εξακολουθούσε να ισοδυναμεί με επιρροή. Οι Γερμανοί ευγενείς θα ένιωθαν μια ιδιαίτερη συγγένεια με ένα μέρος όπου η προμοντέρνα φεουδαρχική κυριαρχία ήταν ακόμη εν μέρει άθικτη.
Η υπηρέτρια ανακοίνωσε την άφιξη των ανδρών. Δύο αξιωματικοί, ντυμένοι με σκούρο πράσινο, παρουσιάστηκαν και είπαν στη Λαίδη ότι είχαν έρθει για να καθορίσουν κάποιους κανόνες. Θα υπήρχε απαγόρευση κυκλοφορίας στις 11 το βράδυ, στους δρόμους δεν επιτρέπονταν ομάδες μεγαλύτερες από πέντε άτομα, όλες οι παμπ έπρεπε να κλείσουν, όλα τα όπλα έπρεπε να κατασχεθούν και καμία βάρκα δεν επιτρεπόταν να φύγει από το λιμάνι.
Ακούγοντας αυτά, η Λαίδη έγνεψε καταφατικά. "Bitte hinsetzen", είπε, ζητώντας τους να καθίσουν. Συνέχισε μιλώντας στα γερμανικά, "Θα επιβλέπω ότι αυτές οι εντολές τηρούνται".
Επικράτησε μια στιγμή έκπληκτης σιωπής. Οι Γερμανοί αξιωματικοί, άναυδοι από τη γνώση της γλώσσας τους από την Λαίδη, σάστισαν.
"Δεν φαίνεστε να φοβάστε καθόλου", είπε ένας αξιωματικός.
Χωρίς δισταγμό, η Λαίδη απάντησε κοφτά, "Υπάρχει κάποιος λόγος να φοβάμαι τους Γερμανούς αξιωματικούς;".
Στην τελική, αυτό ήταν το νησί της.
Τα τελευταία 400 χρόνια, το Σαρκ διοικούνταν από τον "Άρχοντα του Αρχοντικού", τον Κύριο (Seigneur) αν ήταν άντρας, ή την Λαίδη (Dame) αν ήταν γυναίκα, ο οποίος ορκιζόταν πίστη και νοίκιαζε το νησί από τον Βασιλιά ή τη Βασίλισσα της Αγγλίας. Ο Κύριος ή η Λαίδη κρατούσε το νησί ως ένα αιώνιο φέουδο και νοίκιαζε 40 κτήματα, τα "tenement", σε 40 διαφορετικούς ιδιοκτήτες, τους "tenants", οι οποίοι μπορούν να νοικιάσουν κομμάτια από κάθε αγροτεμάχιο σε άλλους, κατώτερους κατοίκους του νησιού. Για αιώνες, αυτοί οι 40 γαιοκτήμονες αποτελούσαν το κοινοβούλιο του νησιού, το "Chief Pleas", με τον Κύριο ή την Λαίδη να προεδρεύει.
"Μπορεί να φαίνεται αντιδημοκρατικό τα περισσότερα μέλη να κατέχουν τις θέσεις τους με δικαίωμα ιδιοκτησίας", δήλωσε ο αναπληρωτής John La Trobe Bateman στο National Geographic το 1971, "αλλά είμαστε ίσως η καλύτερα εκπροσωπούμενη κοινότητα στον κόσμο. Με πληθυσμό 575 κατοίκους, έχουμε έναν νομοθέτη για κάθε 11 κατοίκους".
Ως ηγέτης του νησιού, η δουλειά της Λαίδη είχε προνόμια που θα έκαναν τον Χίτλερ να λυσσάξει. Σύμφωνα με το αρχικό "Letters Patent", ήλεγχε:
«Όλα τα δικαιώματά του, τα μέλη, τις ελευθερίες και τα εξαρτήματα, και όλα και τα ξεχωριστά κάστρα, τα φρούρια, τα σπίτια, τα κτίρια, τις ερειπωμένες κατασκευές με τα υπολείμματά τους, τα εδάφη, τα λιβάδια, τα βοσκοτόπια, τα κοινά, τα απόβλητα, τα δάση, τα υδάτινα ρεύματα, τις λιμνούλες, τις αμοιβές, τα ενοίκια, τις υπηρεσίες ... τις εφημερίες, τα παρεκκλήσια ή τις εκκλησίες, καθώς και κάθε είδους συνεισφορών, τις προσφορές, τα φρούτα, τις εφευρέσεις, τα ορυχεία, τα λατομεία, τα λιμάνια, τις ακτές, τους βράχους, τα ναυάγια της θάλασσας, τα αγροκτήματα, τις φάρμες, τις αμοιβές των ιπποτών, τους γάμους ... τους φυγάδες ή τους πειρατές, ή τους εγκληματίες, τους παράνομους, όσους καταδικάστηκαν και τους κατασχέθηκαν τα αγαθά, όσους καταδικάστηκαν ή πείστηκαν με οποιοδήποτε άλλο τρόπο. Επίσης, όλες οι κατασχέσεις, οι εγγυήσεις, τα δικαστικά έξοδα, όλες οι εκθέσεις, οι αγορές, τα τελωνεία, τα δικαιώματα διοδίων, οι δικαιοδοσίες, οι ελευθερίες, οι ασυλίες, οι εξαιρέσεις, οι δικαιοχρησίες, τα προνόμια, τα εμπορεύματα, τα κέρδη, οι αμοιβές και όλα τα δικαιώματα της Βασίλισσας...", κ.ο.κ..
Όταν πωλούνταν ένα ακίνητο, δικαιούταν το 1/13 της τιμής αγοράς, την "a la troisieme". Για κάθε καμινάδα, δικαιούνταν φόρο σε κοτόπουλα. Για κάθε σοδειά, της όφειλαν 1/10 δεμάτι καλαμπόκι, μήλα, λινάρι, κάνναβη ή φασόλια. Διεκδικούσε την ιδιοκτησία κάθε κομματιού που επέπλεε και ξεβραζόταν στην ακτή. Μόνο αυτή μπορούσε να διατηρεί περιστέρια ή ένα θηλυκό σκυλί -της Λαίδη ονομαζόταν Maxine. Η ίδια έπρεπε να πληρώνει τη βασίλισσα για το προνόμιο να διοικεί το νησί. Όμως, το νούμερο δεν προσαρμόστηκε ποτέ για τον πληθωρισμό αφότου καθορίστηκε τον 16ο αιώνα, οπότε το κόστος για τη διακυβέρνηση του Σαρκ ήταν μόλις 1,79 λίρες.
Οι νησιώτες υποβάλλονταν σε νόμους αιώνων. Υπήρχε ο κανόνας για τα μουσκέτα. Το διαζύγιο ήταν παράνομο. Οι κυβερνητικοί αξιωματούχοι έπρεπε να τα καταφέρνουν με πολλές δουλειές (ο αστυφύλακας εκτελούσε καθήκοντα και ως επικεφαλής επιθεωρητής σκαθαριών του νησιού). Οι ιδιοκτήτες έπρεπε να διαθέτουν δύο απλήρωτες ημέρες τον χρόνο για να επισκευάσουν τους δρόμους του νησιού. Αν κάποιος νησιώτης ένιωθε ποτέ ότι αδικήθηκε από κάποιον γείτονα, έπρεπε να πέσει στα γόνατά του και να απαγγείλει το "Clameur de Haro", μια αρχαία προσταγή με την οποία έπρεπε να φωνάζει, "Haro! Haro! Haro! À l'aide, mon Prince, on me fait tort!", ακολουθούμενη από την Κυριακή Προσευχή στα γαλλικά και, νομικά, ο δράστης έπρεπε να παρουσιαστεί στον αστυφύλακα.
Οι κάτοικοι του Σαρκ δεν ήθελαν παρεμβάσεις ξένων και αλλαγές στον τρόπο ζωής τους. Μια φορά κατά τη διάρκεια της φεουδαρχίας της Λαίδη Sibyl, το νησί προσέλαβε έναν νέο γιατρό ο οποίος έφερε ένα αυτοκίνητο, επιμένοντας ότι ήταν ζωτικής σημασίας για επείγοντα περιστατικά. Οι κάτοικοι του νησιού και το Chief Pleas αντιμετώπισαν το αδίκημα σαν να επρόκειτο δίκη για φόνο. Αποφάσισαν ότι το αυτοκίνητο μπορούσε να μείνει, φτάνει να το έσερνε άλογο.
"Έτσι ακριβώς ήταν πάντα το Σαρκ", εξηγεί μια κάτοικος του νησιού τα τελευταία 27 χρόνια. "Εδώ, η στάση ζωής είναι: Αν δεν σου αρέσει, ξέρεις πού είναι η βάρκα".
Οι κάτοικοι του Σαρκ δεν ήθελαν παρεμβάσεις ξένων και αλλαγές στον τρόπο ζωής τους. Μια φορά κατά τη διάρκεια της φεουδαρχίας της Λαίδη Sibyl, το νησί προσέλαβε έναν νέο γιατρό ο οποίος έφερε ένα αυτοκίνητο, επιμένοντας ότι ήταν ζωτικής σημασίας για επείγοντα περιστατικά. Οι κάτοικοι του νησιού και το Chief Pleas αντιμετώπισαν το αδίκημα σαν να επρόκειτο δίκη για φόνο. Αποφάσισαν ότι το αυτοκίνητο μπορούσε να μείνει, φτάνει να το έσερνε άλογο.
"Έτσι ακριβώς ήταν πάντα το Σαρκ", εξηγεί μια κάτοικος του νησιού τα τελευταία 27 χρόνια. "Εδώ, η στάση ζωής είναι: Αν δεν σου αρέσει, ξέρεις πού είναι η βάρκα".
από: mental floss
Από το 3otiko
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου