Ήταν τέσσερις φίλοι. Ο ένας ήταν Γάλλος, ο οποίος δεν ήξερε ούτε μία λέξη ελληνικά. Οι άλλοι τρεις, -η παρέα δηλαδή- ήταν Έλληνες. Μιλάγανε λοιπόν με τον Γάλλο γαλλικά και εγώ δεν καταλάβαινα πολλά πράγματα. Είχα μάθει λίγα γαλλικά, τέλος πάντων. Συζήτηση μιλάμε τώρα εκτενέστατη και με γαλλική προφορά κτλ.
Περιμέναμε τον πατέρα Παΐσιο να βγει από το κελλί του.
– Τι κάνετε παλικάρια, βγήκε ο πάτερ Παΐσιος λοιπόν, πήρε
πρώτο εμένα παρόλο που είχα έρθει πιο μετά.
– Έλα παπά Φιλόθεε.
Αυτό ήταν κανά δυο χρόνια πριν κοιμηθεί. Με αγαπούσε ο πατήρ Παΐσιος, με γνώριζε προσωπικά. Πήγα εγώ, μίλησα με τον Γέροντα. Ήθελα να δω τι θα γίνει. Δεν μου είπε όμως «φύγε». Αλλά μου λέει:
– Κάτσε περίμενε.
Μπήκαν όλοι ένας ένας. Μπήκαν πρώτα οι Έλληνες. Μετά έμεινε ο Γάλλος. Του είπε:
– Έλα και συ παλικάρι.
Του λένε οι άλλοι:
– Γέροντα, δεν ξέρει ούτε μια λέξη ελληνική.
– Ε, δεν πειράζει, λέει, να κάνουμε προσευχούλα. Να του μάθω να λέει την ευχή.
Ήδη μας είχε δώσει και κομποσχοινάκια κτλ. Για να μην τα πολυλογώ πάει ο Γάλλος και επί ένα τέταρτο μιλούσανε! Παρατηρούσα ότι ο Γάλλος είχε και ένα χαμόγελο. Τι λέγανε επί ένα τέταρτο δεν μπορώ να καταλάβω.
Σε ποια γλώσσα όμως μιλούσαν, είναι ανεξήγητο…
Πραγματικά μιλούσαν, έκαναν διάλογο, επί ένα τέταρτο με το ρολόι! Ο Γάλλος ούτε μια λέξη ελληνική, ο πατήρ Παΐσιος ούτε μια λέξη γαλλική. Τελειώνει λοιπόν αυτό, να μην τα πολυλογώ, τελειώνει αυτός ο διάλογος.
– Άντε άντε να φύγετε παιδιά, η ώρα νύχτωσε [είπε ο Άγιος Παΐσιος]. Δεν ξέρω αυτοί πού πήγανε, σε κανένα κελί θα πήγανε και αυτοί φύγανε νύχτα. Την ώρα που κατεβαίναμε λοιπόν ρώτησα τους φίλους του Γάλλου:
– Τι συζήτηση έγινε; Με συγχωρείτε που ερωτώ παιδιά, έτσι; Μίλησαν, μου είπαν, για τη φιλοσοφία των αρχαίων Ελλήνων φιλοσόφων, σε σχέση με την Ορθόδοξη χριστιανική πίστη. Από εκεί και πέρα δεν ήθελα να ρωτήσω τίποτα άλλο.
Απόσπασμα από συνέντευξη του π. Φιλοθέου Θεοδωροπούλου όπως δημοσιεύεται στο βιβλίο των Α. Μπακατούνη και Κ. Παππά “Ο δικός μας Παΐσιος” των εκδόσεων Πορφύρα.
Από το pemptousia
Follow @tiniosΠεριμέναμε τον πατέρα Παΐσιο να βγει από το κελλί του.
– Τι κάνετε παλικάρια, βγήκε ο πάτερ Παΐσιος λοιπόν, πήρε
πρώτο εμένα παρόλο που είχα έρθει πιο μετά.
– Έλα παπά Φιλόθεε.
Αυτό ήταν κανά δυο χρόνια πριν κοιμηθεί. Με αγαπούσε ο πατήρ Παΐσιος, με γνώριζε προσωπικά. Πήγα εγώ, μίλησα με τον Γέροντα. Ήθελα να δω τι θα γίνει. Δεν μου είπε όμως «φύγε». Αλλά μου λέει:
– Κάτσε περίμενε.
Μπήκαν όλοι ένας ένας. Μπήκαν πρώτα οι Έλληνες. Μετά έμεινε ο Γάλλος. Του είπε:
– Έλα και συ παλικάρι.
Του λένε οι άλλοι:
– Γέροντα, δεν ξέρει ούτε μια λέξη ελληνική.
– Ε, δεν πειράζει, λέει, να κάνουμε προσευχούλα. Να του μάθω να λέει την ευχή.
Ήδη μας είχε δώσει και κομποσχοινάκια κτλ. Για να μην τα πολυλογώ πάει ο Γάλλος και επί ένα τέταρτο μιλούσανε! Παρατηρούσα ότι ο Γάλλος είχε και ένα χαμόγελο. Τι λέγανε επί ένα τέταρτο δεν μπορώ να καταλάβω.
Σε ποια γλώσσα όμως μιλούσαν, είναι ανεξήγητο…
Πραγματικά μιλούσαν, έκαναν διάλογο, επί ένα τέταρτο με το ρολόι! Ο Γάλλος ούτε μια λέξη ελληνική, ο πατήρ Παΐσιος ούτε μια λέξη γαλλική. Τελειώνει λοιπόν αυτό, να μην τα πολυλογώ, τελειώνει αυτός ο διάλογος.
– Άντε άντε να φύγετε παιδιά, η ώρα νύχτωσε [είπε ο Άγιος Παΐσιος]. Δεν ξέρω αυτοί πού πήγανε, σε κανένα κελί θα πήγανε και αυτοί φύγανε νύχτα. Την ώρα που κατεβαίναμε λοιπόν ρώτησα τους φίλους του Γάλλου:
– Τι συζήτηση έγινε; Με συγχωρείτε που ερωτώ παιδιά, έτσι; Μίλησαν, μου είπαν, για τη φιλοσοφία των αρχαίων Ελλήνων φιλοσόφων, σε σχέση με την Ορθόδοξη χριστιανική πίστη. Από εκεί και πέρα δεν ήθελα να ρωτήσω τίποτα άλλο.
Απόσπασμα από συνέντευξη του π. Φιλοθέου Θεοδωροπούλου όπως δημοσιεύεται στο βιβλίο των Α. Μπακατούνη και Κ. Παππά “Ο δικός μας Παΐσιος” των εκδόσεων Πορφύρα.
Από το pemptousia
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου