Γράφει ο Γιάννης Μαύρος
Ως συνιδρυτής του ΣΥΡΙΖΑ και αιρετικός συνοδοιπόρος του μέχρι το 2015, πάντα ανεξάρτητος και ενίοτε »ενοχλητικός», αισθάνομαι την ανάγκη να γράψω τον επικήδειο. Κάποιοι ίσως το θεωρήσουν πρώιμο ή προπετές, άλλοι πιθανόν να πουν ότι και πολύ άργησα, τέσσερα χρόνια μετά την ουσιαστική κατάργησή του το καλοκαίρι του 2015. Από την σκοπιά τους θα έχουν δίκιο. Από τη δική μου σκοπιά όμως τώρα, ήρθε το
πλήρωμα του χρόνου και ας γνωρίζω ότι ο ΣΥΡΙΖΑ ήταν ήδη θνησιγενής από το Συνέδριο του 2013 και κλινικά νεκρός από το καλοκαίρι του 2015.
Τα πράγματα στη χώρα μας γενικότερα και στη Αριστερά ειδικότερα κυλούν με μεγάλη βραδύτητα, ωσάν να πρόκειται για διασωληνωμένο ασθενή σε χρόνια καταστολή και όσο κι αν βαυκαλιζόμαστε πολλοί να πιστεύουμε ότι αποτελούμε εξαίρεση είμαστε, στην καλύτερη περίπτωση, σαρξ εκ της σαρκός του λαού μας και της κοινωνίας μας, αν δεν είμαστε, στη χειρότερη, γενίτσαροι ή αποστάτες. Κάλιο αργά, λοιπόν, έστω και τώρα να ταφεί το πτώμα για να αναστηθεί το πνεύμα. Γιατί το πνεύμα του ΣΥΡΙΖΑ ήταν πράγματι ριζοσπαστικό αν όχι επαναστατικό, όπως πολλοί θέλαμε.
Πώς φτάσαμε λοιπόν από τον κινηματικό ΣΥΡΙΖΑ του 2004 στον θεσμικό ΣΥΡΙΖΑ του 2012 και τον κυβερνητικό και καθεστωτικό ΣΥΡΙΖΑ των ημερών μας; Πώς τα κατάφερε ο ΣΥΡΙΖΑ να ενσωματωθεί τόσο γρήγορα στο σύστημα ως πυλώνας του νέου δικομματισμού, συνεχίζοντας την πολιτική των μνημονίων των προκατόχων του; Πως έφτασε στο σημείο να ξεπουλήσει τη Μακεδονία, όχι μόνο απαξιώνοντας την Αριστερά αλλά ξαναδιχάζοντας τον ελληνικό Λαό, που είχαν καταφέρει να ενώσουν τα μνημόνια και η νέα κατοχή, όπως πιστοποίησε το μεγάλο ΟΧΙ του στο δημοψήφισμα του 2015;
Στη δεύτερη ο Τσίπρας και η νέα ηγετική ομάδα εκθρόνισε τον Αλαβάνο, ο οποίος οδηγήθηκε σε παραίτηση το 2008.
Στην τρίτη, αφού έδιωξαν τον Κουβέλη και όσους τον ακολούθησαν στη ΔΗΜΑΡ, μάζεψαν αρκετά στελέχη του καταρρέοντος ΠΑΣΟΚ και οδήγησαν τον ΣΥΡΙΖΑ στη θέση αξιωματικής αντιπολίτευσης.
Στην τέταρτη υπονόμευσαν συστηματικά, με τη βοήθεια του Μανώλη Γλέζου, τις προσπάθειες του Μίκη Θεοδωράκη και πολλών άλλων για τη συγκρότηση νέας Εθνικής Αντίστασης για να διαδεχθεί την κίνηση »Σπίθα».
Στην πέμπτη διέλυσαν τον κινηματικό και ανεξέλεγκτο Συνασπισμό της Ριζοσπαστικής Αριστεράς με τις συνιστώσες του και τον υποκατέστησαν, με τις ευλογίες αν όχι τις οδηγίες, των κέντρων εξουσίας, με το κόμμα ΣΥΡΙΖΑ, με στόχο μιά »κυβέρνηση της Αριστεράς».
Στην έκτη ενόψει εξουσίας, τέθησαν υπό τη σκέπη του Ιδρύματος Κλίντον και του Δημοκρατικού Κόμματος των ΗΠΑ στο πλαίσιο της επιδίωξης εγκαθίδρυσης ενός νέου –καθεστωτικά ελεγχόμενου– δικομματισμού.
Στην όγδοη η ηγετική ομάδα Τσίπρα »εξόρισε» την Ζωή Κωνσταντοπούλου από την Κυβέρνηση στην ανώδυνη θέση της Προέδρου της Βουλής, εξασφαλίζοντας την πλήρη υποταγή του Υπουργικού Συμβουλίου.
Στην ένατη ανατέθηκε στον Γιάνη Βαρουφάκη το υπουργείο Οικονομικών και η διαπραγμάτευση του δημοσίου χρέους στο ασφυκτικό πλαίσιο του Eurogroup, τη στιγμή που θα έπρεπε αυτή να διεξαχθεί με πολιτικούς όρους από τον ίδιο τον πρωθυπουργό σε επίπεδο Συνόδου Κορυφής. Αυτό συνέβη μάλιστα, υπό το κράτος λογιστικού ελέγχου και στάσης πληρωμών και διεκδίκησης των γερμανικών οφειλών.
Αντ’ αυτού ο Βαρουφάκης από την πρώτη στιγμή εγκλωβίστηκε σε μια τεχνική συζήτηση περί πλεονασμάτων και αναγνώρισε άνευ ανταλλάγματος το σύνολο του δημοσίου χρέους στις 20 Φεβρουαρίου 2015, συμφωνώντας να μην προβούμε σε οποιαδήποτε μονομερή ενέργεια. Ακολούθησαν νομοτελειακά οι διολισθήσεις προς το χείλος του γκρεμού με την απρόσκοπτη εξυπηρέτηση του δημοσίου χρέους και το άδειασμα των ταμείων που μας οδήγησαν στα capital controls και στο δημοψήφισμα της 5ης Ιουνίου του 2015.
Στην ενδέκατη εκφράστηκε, κατόπιν εορτής, η αντίδραση του κυβερνώντος κόμματος στο 3ο Μνημόνιο το οποίο όχι μόνο δεν απέσπασε κάποιες βελτιώσεις εν συγκρίσει με το τελεσίγραφο Γιούνκερ που απέρριψε ο ελληνικός λαός, αλλά υπήρξε σαφώς δυσμενέστερο και επαχθέστερο, ωσάν να μας τιμώρησαν οι εταίροι μας για την ανυπακοή μας. Μετά την ανεξαρτοποίηση των διαφωνούντων βουλευτών και την παραίτηση των διαφωνούντων υπουργών διατυπώθηκε αρχικά η οξύμωρη θέση «στηρίζουμε την κυβέρνηση, διαφωνούμε με την πολιτική της»!
Μετά τη διατύπωση αυτής της θέσης, καταλήξαμε στο ιστορικό κείμενο-ανακοίνωση της Κεντρικής Επιτροπής του ΣΥΡΙΖΑ που έφερε τις υπογραφές της πλειονότητας των μελών. Ήταν ένα κείμενο το οποίο, αφού ασκούσε κριτική στους κυβερνητικούς χειρισμούς, ουσιαστικά απέρριπτε ξεκάθαρα το 3ο Μνημόνιο, απαιτώντας την σύγκληση Συνεδρίου ώστε να αναλάβει ο καθένας τις ευθύνες του και να ληφθούν οριστικές αποφάσεις.
Στην δωδέκατη τέλος πράξη, αφού προηγουμένως ο Τσίπρας και η ‘αυλή’ του διαπίστωσαν ότι δεν θα μπορούσαν να μαγειρέψουν τους συσχετισμούς του Συνεδρίου κατά πώς τους συνέφερε, συντελέστηκε το μικρό κομματικό πραξικόπημα, της προκήρυξης πρόωρων εκλογών που ουσιαστικά συνιστούσε περιφρόνηση της Κεντρικής Επιτροπής και κατάλυση (της νομιμότητας) στον ΣΥΡΙΖΑ.
Έτσι φτάσαμε στο σημείο μηδέν της δημοκρατίας, χωρίς κυβέρνηση άξια του ονόματός της, με εντολοδόχους πάντα του Βερολίνου και των Βρυξελλών, αλλά και χωρίς πραγματική αντιπολίτευση. Στα βασικά θέματα οικονομικής και εξωτερικής πολιτικής τα δύο μεγάλα κόμματα στην ουσία συμφωνούν, διαφωνώντας μόνο σε λεπτομέρειες εφαρμογής και επικοινωνίας. Ο πάτος της κατάπτωσης υπήρξε ασφαλώς η Συμφωνία των Πρεσπών που υπεγράφη κατ’ επιταγήν των επικυρίαρχων του ΝΑΤΟ και παρά την αντίθεση της μεγάλης πλειονότητας του ελληνικού λαού. Η Συμφωνία κυρώθηκε παρανόμως και με σειρά παρατυπιών και αφού προηγουμένως η Κυβέρνηση απέφυγε επιμελώς να τη θέσει στην κρίση του λαού.
Η αποδοκιμασία του κυβερνώντος ΣΥΡΙΖΑ, η προοπτική επανόδου της ΝΔ στην κυβέρνηση, χωρίς εναλλακτική πρόταση εξουσίας, αλλά και τα ποσοστά-ρεκόρ της αποχής και των λευκών στις πρόσφατες ευρωεκλογές, σηματοδοτούν το τραγικό αδιέξοδο της χώρας. Αυτά μάλιστα συμβαίνουν σε στιγμές εξόχως κρίσιμες για την ακεραιότητα τόσο της Ελλάδος όσο και της Κύπρου. Της τελευταίας μάλιστα είμαστε δυστυχώς μόνο τύποις εγγυήτρια δύναμη.
Όλα αυτά αναδεικνύουν περίτρανα την ανάγκη, 45 χρόνια μετά το 1974, μιας νέας Μεταπολίτευσης. Σήμερα, όπως και τότε, το πρωταρχικό ζητούμενο είναι η δημοκρατία, η ανάκτηση της εθνικής και λαϊκής κυριαρχίας.
SLPress
Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μην συμπίπτουν με τα περιεχόμενα του άρθρου
Από το kostasxan
Follow @tiniosΩς συνιδρυτής του ΣΥΡΙΖΑ και αιρετικός συνοδοιπόρος του μέχρι το 2015, πάντα ανεξάρτητος και ενίοτε »ενοχλητικός», αισθάνομαι την ανάγκη να γράψω τον επικήδειο. Κάποιοι ίσως το θεωρήσουν πρώιμο ή προπετές, άλλοι πιθανόν να πουν ότι και πολύ άργησα, τέσσερα χρόνια μετά την ουσιαστική κατάργησή του το καλοκαίρι του 2015. Από την σκοπιά τους θα έχουν δίκιο. Από τη δική μου σκοπιά όμως τώρα, ήρθε το
πλήρωμα του χρόνου και ας γνωρίζω ότι ο ΣΥΡΙΖΑ ήταν ήδη θνησιγενής από το Συνέδριο του 2013 και κλινικά νεκρός από το καλοκαίρι του 2015.
Τα πράγματα στη χώρα μας γενικότερα και στη Αριστερά ειδικότερα κυλούν με μεγάλη βραδύτητα, ωσάν να πρόκειται για διασωληνωμένο ασθενή σε χρόνια καταστολή και όσο κι αν βαυκαλιζόμαστε πολλοί να πιστεύουμε ότι αποτελούμε εξαίρεση είμαστε, στην καλύτερη περίπτωση, σαρξ εκ της σαρκός του λαού μας και της κοινωνίας μας, αν δεν είμαστε, στη χειρότερη, γενίτσαροι ή αποστάτες. Κάλιο αργά, λοιπόν, έστω και τώρα να ταφεί το πτώμα για να αναστηθεί το πνεύμα. Γιατί το πνεύμα του ΣΥΡΙΖΑ ήταν πράγματι ριζοσπαστικό αν όχι επαναστατικό, όπως πολλοί θέλαμε.
Πώς φτάσαμε λοιπόν από τον κινηματικό ΣΥΡΙΖΑ του 2004 στον θεσμικό ΣΥΡΙΖΑ του 2012 και τον κυβερνητικό και καθεστωτικό ΣΥΡΙΖΑ των ημερών μας; Πώς τα κατάφερε ο ΣΥΡΙΖΑ να ενσωματωθεί τόσο γρήγορα στο σύστημα ως πυλώνας του νέου δικομματισμού, συνεχίζοντας την πολιτική των μνημονίων των προκατόχων του; Πως έφτασε στο σημείο να ξεπουλήσει τη Μακεδονία, όχι μόνο απαξιώνοντας την Αριστερά αλλά ξαναδιχάζοντας τον ελληνικό Λαό, που είχαν καταφέρει να ενώσουν τα μνημόνια και η νέα κατοχή, όπως πιστοποίησε το μεγάλο ΟΧΙ του στο δημοψήφισμα του 2015;
Έργο σε δώδεκα πράξεις:
Στην πρώτη πράξη ο πρόεδρος Αλέκος Αλαβάνος επέβαλε τον Τσίπρα, πρώτα ως επικεφαλής της δημοτικής παράταξης της Αθήνας, θυσιάζοντας τον Μιχάλη Παπαγιαννάκη, για να τον επιβάλλει στη συνέχεια στον ΣΥΡΙΖΑ ως Γραμματέα, παρά την αντίθεση πολλών ηγετικών στελεχών.Στη δεύτερη ο Τσίπρας και η νέα ηγετική ομάδα εκθρόνισε τον Αλαβάνο, ο οποίος οδηγήθηκε σε παραίτηση το 2008.
Στην τρίτη, αφού έδιωξαν τον Κουβέλη και όσους τον ακολούθησαν στη ΔΗΜΑΡ, μάζεψαν αρκετά στελέχη του καταρρέοντος ΠΑΣΟΚ και οδήγησαν τον ΣΥΡΙΖΑ στη θέση αξιωματικής αντιπολίτευσης.
Στην τέταρτη υπονόμευσαν συστηματικά, με τη βοήθεια του Μανώλη Γλέζου, τις προσπάθειες του Μίκη Θεοδωράκη και πολλών άλλων για τη συγκρότηση νέας Εθνικής Αντίστασης για να διαδεχθεί την κίνηση »Σπίθα».
Στην πέμπτη διέλυσαν τον κινηματικό και ανεξέλεγκτο Συνασπισμό της Ριζοσπαστικής Αριστεράς με τις συνιστώσες του και τον υποκατέστησαν, με τις ευλογίες αν όχι τις οδηγίες, των κέντρων εξουσίας, με το κόμμα ΣΥΡΙΖΑ, με στόχο μιά »κυβέρνηση της Αριστεράς».
Στην έκτη ενόψει εξουσίας, τέθησαν υπό τη σκέπη του Ιδρύματος Κλίντον και του Δημοκρατικού Κόμματος των ΗΠΑ στο πλαίσιο της επιδίωξης εγκαθίδρυσης ενός νέου –καθεστωτικά ελεγχόμενου– δικομματισμού.
Υπέθαλψαν Χρυσή Αυγή, εξόρισαν Ζωή
Στην έβδομη υπέθαλψαν εμμέσως την Χρυσή Αυγή, αφενός διασπώντας τη Δεξιά, αφετέρου εγκλωβίζοντας τον ΣΥΡΙΖΑ σε μια »αριστερή», »αντιφασιστική» πολεμική, διασπαστική του αντιμνημονιακού και πατριωτικού μετώπου. Αν η υπόθαλψη αυτή δεν συνιστούσε συνειδητή επιλογή του ΣΥΡΙΖΑ για την εξυπηρέτηση της σκοπιμότητας που προαναφέρθηκε, ήταν πάντως το αντικειμενικό αποτέλεσμα μιας εκ πρώτης όψεως ακατανόητης πολιτικής του τελευταίου, ο οποίος, ενώ ως αξιωματική αντιπολίτευση διεκδικούσε τη διακυβέρνηση, σκιαμαχούσε ταυτόχρονα με την –ακόμη τότε περιθωριακή– Χρυσή Αυγή αναδεικνύοντάς την περίπου σαν αντίπαλο δέος!Στην όγδοη η ηγετική ομάδα Τσίπρα »εξόρισε» την Ζωή Κωνσταντοπούλου από την Κυβέρνηση στην ανώδυνη θέση της Προέδρου της Βουλής, εξασφαλίζοντας την πλήρη υποταγή του Υπουργικού Συμβουλίου.
Στην ένατη ανατέθηκε στον Γιάνη Βαρουφάκη το υπουργείο Οικονομικών και η διαπραγμάτευση του δημοσίου χρέους στο ασφυκτικό πλαίσιο του Eurogroup, τη στιγμή που θα έπρεπε αυτή να διεξαχθεί με πολιτικούς όρους από τον ίδιο τον πρωθυπουργό σε επίπεδο Συνόδου Κορυφής. Αυτό συνέβη μάλιστα, υπό το κράτος λογιστικού ελέγχου και στάσης πληρωμών και διεκδίκησης των γερμανικών οφειλών.
Αντ’ αυτού ο Βαρουφάκης από την πρώτη στιγμή εγκλωβίστηκε σε μια τεχνική συζήτηση περί πλεονασμάτων και αναγνώρισε άνευ ανταλλάγματος το σύνολο του δημοσίου χρέους στις 20 Φεβρουαρίου 2015, συμφωνώντας να μην προβούμε σε οποιαδήποτε μονομερή ενέργεια. Ακολούθησαν νομοτελειακά οι διολισθήσεις προς το χείλος του γκρεμού με την απρόσκοπτη εξυπηρέτηση του δημοσίου χρέους και το άδειασμα των ταμείων που μας οδήγησαν στα capital controls και στο δημοψήφισμα της 5ης Ιουνίου του 2015.
Το μεγάλο πραξικόπημα στον ΣΥΡΙΖΑ
Στην δέκατη συντελέστηκε το μεγάλο πραξικόπημα της επομένης μέρας που μετέτρεψε το περήφανο ΟΧΙ του λαού στο ΝΑΙ των πολιτικών, υπό την κάλυψη του Προέδρου της Δημοκρατίας και των αρχηγών των μνημονιακών κομμάτων. Με δεδομένη αυτή την επαίσχυντη πράξη, που αφόπλισε την ελληνική πλευρά, η δεκαεπτάωρη διαπραγμάτευση των Βρυξελλών του Τσίπρα δεν αφορούσε παρά την αγωνιώδη αναζήτηση φύλλου συκής δίκην ελεημοσύνης, ώστε να επιστρέψει στην Ελλάδα με χάνδρες στις αποσκευές για τους ιθαγενείς.Στην ενδέκατη εκφράστηκε, κατόπιν εορτής, η αντίδραση του κυβερνώντος κόμματος στο 3ο Μνημόνιο το οποίο όχι μόνο δεν απέσπασε κάποιες βελτιώσεις εν συγκρίσει με το τελεσίγραφο Γιούνκερ που απέρριψε ο ελληνικός λαός, αλλά υπήρξε σαφώς δυσμενέστερο και επαχθέστερο, ωσάν να μας τιμώρησαν οι εταίροι μας για την ανυπακοή μας. Μετά την ανεξαρτοποίηση των διαφωνούντων βουλευτών και την παραίτηση των διαφωνούντων υπουργών διατυπώθηκε αρχικά η οξύμωρη θέση «στηρίζουμε την κυβέρνηση, διαφωνούμε με την πολιτική της»!
Μετά τη διατύπωση αυτής της θέσης, καταλήξαμε στο ιστορικό κείμενο-ανακοίνωση της Κεντρικής Επιτροπής του ΣΥΡΙΖΑ που έφερε τις υπογραφές της πλειονότητας των μελών. Ήταν ένα κείμενο το οποίο, αφού ασκούσε κριτική στους κυβερνητικούς χειρισμούς, ουσιαστικά απέρριπτε ξεκάθαρα το 3ο Μνημόνιο, απαιτώντας την σύγκληση Συνεδρίου ώστε να αναλάβει ο καθένας τις ευθύνες του και να ληφθούν οριστικές αποφάσεις.
Στην δωδέκατη τέλος πράξη, αφού προηγουμένως ο Τσίπρας και η ‘αυλή’ του διαπίστωσαν ότι δεν θα μπορούσαν να μαγειρέψουν τους συσχετισμούς του Συνεδρίου κατά πώς τους συνέφερε, συντελέστηκε το μικρό κομματικό πραξικόπημα, της προκήρυξης πρόωρων εκλογών που ουσιαστικά συνιστούσε περιφρόνηση της Κεντρικής Επιτροπής και κατάλυση (της νομιμότητας) στον ΣΥΡΙΖΑ.
Στο σημείο μηδέν της δημοκρατίας
Εν όψει του γεγονότος αυτού και του ότι οι εκλογές θα διεξάγονταν με το σύστημα της λίστας που θα υποδείκνυαν τα κόμματα, οι διαφωνούντες, μειοψηφία στην Κοινοβουλευτική Ομάδα, αν και εξέφραζαν την πλειοψηφία στο κόμμα και τη νεολαία, προεξοφλώντας ηττοπαθώς ότι δεν θα μπορούσαν να διεκδικήσουν την τοποθέτησή τους σε εκλόγιμες θέσεις στα ψηφοδέλτια, αποχώρισαν από τον ΣΥΡΙΖΑ. Αφού αποχώρησαν ίδρυσαν τη ΛΑΕ και με αυτόν τον τρόπο νομιμοποίησαν το πραξικόπημα, χαρίζοντας τον –μεταλλαγμένο πια και ψευδεπίγραφο πλέον– ΣΥΡΙΖΑ στον Τσίπρα και την παρέα του.Έτσι φτάσαμε στο σημείο μηδέν της δημοκρατίας, χωρίς κυβέρνηση άξια του ονόματός της, με εντολοδόχους πάντα του Βερολίνου και των Βρυξελλών, αλλά και χωρίς πραγματική αντιπολίτευση. Στα βασικά θέματα οικονομικής και εξωτερικής πολιτικής τα δύο μεγάλα κόμματα στην ουσία συμφωνούν, διαφωνώντας μόνο σε λεπτομέρειες εφαρμογής και επικοινωνίας. Ο πάτος της κατάπτωσης υπήρξε ασφαλώς η Συμφωνία των Πρεσπών που υπεγράφη κατ’ επιταγήν των επικυρίαρχων του ΝΑΤΟ και παρά την αντίθεση της μεγάλης πλειονότητας του ελληνικού λαού. Η Συμφωνία κυρώθηκε παρανόμως και με σειρά παρατυπιών και αφού προηγουμένως η Κυβέρνηση απέφυγε επιμελώς να τη θέσει στην κρίση του λαού.
Η αποδοκιμασία του κυβερνώντος ΣΥΡΙΖΑ, η προοπτική επανόδου της ΝΔ στην κυβέρνηση, χωρίς εναλλακτική πρόταση εξουσίας, αλλά και τα ποσοστά-ρεκόρ της αποχής και των λευκών στις πρόσφατες ευρωεκλογές, σηματοδοτούν το τραγικό αδιέξοδο της χώρας. Αυτά μάλιστα συμβαίνουν σε στιγμές εξόχως κρίσιμες για την ακεραιότητα τόσο της Ελλάδος όσο και της Κύπρου. Της τελευταίας μάλιστα είμαστε δυστυχώς μόνο τύποις εγγυήτρια δύναμη.
Όλα αυτά αναδεικνύουν περίτρανα την ανάγκη, 45 χρόνια μετά το 1974, μιας νέας Μεταπολίτευσης. Σήμερα, όπως και τότε, το πρωταρχικό ζητούμενο είναι η δημοκρατία, η ανάκτηση της εθνικής και λαϊκής κυριαρχίας.
SLPress
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου