Ο Βαρώνος Adolf Erik Nordenskiold ήταν ένας διακεκριμένος Δανός επιστήμονας, γεωλόγος, ορυκτολόγος, αλλά και σπουδαίος εξερευνητής.
Μάλιστα, κατά τη διάρκεια των εξερευνήσεών του στη Νότια Αμερική και συγκεκριμένα, στη Βολιβία, ήρθε σε επαφή με μια μαύρη φυλή ιθαγενών, η οποία αποτελούνταν από όντα, τα οποία θα μπορούσαν να θεωρηθούν ως ένας διάμεσος τύπος μεταξύ
ανθρώπων και ζώων.
Η φυλή αυτή ζούσε στα δυτικά της χώρας. Βρισκόταν στο στάδιο της εξαφάνισης και το χωριό τους αποτελούνταν μόνο από οκτώ καλύβες, οι οποίες ήταν κατασκευασμένες από κορμούς δέντρων, που συνδέονταν μεταξύ τους με ευλύγιστα φυτά.
Adolf Erik Nordenskiold (18/11/1832 – 12/08/1901)
Οι άντρες της άγνωστης αυτής φυλής ήταν πανύψηλοι και είχαν τεράστια μυϊκή δύναμη, αλλά δεν μπορούσαν να χειριστούν τίποτε άλλο, πέρα από τα πρωτόγονα όπλα τους. Δε μιλούσαν καμία γλώσσα και συνεννοούνταν μεταξύ τους με άναρθρες φωνές. Οι αρχηγοί τους έδιναν διαταγές με νεύματα και νοήματα. Ελάχιστοι από αυτούς μπορούσαν να προφέρουν μόνο μια λέξη, την «τάτα», δηλαδή φωτιά.
Οι άντρες ζούσαν σε δικές τους καλύβες και παρασκεύαζαν μόνοι τους τα φαγητά τους. Οι γυναίκες είχαν κι αυτές τις δικές τους καλύβες και διαβιούσαν χωριστά. Αγνοούσαν παντελώς την κατασκευή οποιουδήποτε σκεύους και μετέφεραν το νερό τους μέσα σε πλατιά φύλλα, στα οποία έδιναν σχήμα χωνιού.
Επίσης, δεν ήξεραν να κολυμπούν και για να διασχίζουν το όμορο ποτάμι, δοκίμαζαν το βάθος, βυθίζοντας τα μακρότατα βέλη τους. Οι γειτονικές φυλές τους αποκαλούσαν «Γκουραγκουάν», δηλαδή γίγαντες.
Μάλιστα, κατά τη διάρκεια των εξερευνήσεών του στη Νότια Αμερική και συγκεκριμένα, στη Βολιβία, ήρθε σε επαφή με μια μαύρη φυλή ιθαγενών, η οποία αποτελούνταν από όντα, τα οποία θα μπορούσαν να θεωρηθούν ως ένας διάμεσος τύπος μεταξύ
ανθρώπων και ζώων.
Η φυλή αυτή ζούσε στα δυτικά της χώρας. Βρισκόταν στο στάδιο της εξαφάνισης και το χωριό τους αποτελούνταν μόνο από οκτώ καλύβες, οι οποίες ήταν κατασκευασμένες από κορμούς δέντρων, που συνδέονταν μεταξύ τους με ευλύγιστα φυτά.
Adolf Erik Nordenskiold (18/11/1832 – 12/08/1901)
Οι άντρες της άγνωστης αυτής φυλής ήταν πανύψηλοι και είχαν τεράστια μυϊκή δύναμη, αλλά δεν μπορούσαν να χειριστούν τίποτε άλλο, πέρα από τα πρωτόγονα όπλα τους. Δε μιλούσαν καμία γλώσσα και συνεννοούνταν μεταξύ τους με άναρθρες φωνές. Οι αρχηγοί τους έδιναν διαταγές με νεύματα και νοήματα. Ελάχιστοι από αυτούς μπορούσαν να προφέρουν μόνο μια λέξη, την «τάτα», δηλαδή φωτιά.
Οι άντρες ζούσαν σε δικές τους καλύβες και παρασκεύαζαν μόνοι τους τα φαγητά τους. Οι γυναίκες είχαν κι αυτές τις δικές τους καλύβες και διαβιούσαν χωριστά. Αγνοούσαν παντελώς την κατασκευή οποιουδήποτε σκεύους και μετέφεραν το νερό τους μέσα σε πλατιά φύλλα, στα οποία έδιναν σχήμα χωνιού.
Επίσης, δεν ήξεραν να κολυμπούν και για να διασχίζουν το όμορο ποτάμι, δοκίμαζαν το βάθος, βυθίζοντας τα μακρότατα βέλη τους. Οι γειτονικές φυλές τους αποκαλούσαν «Γκουραγκουάν», δηλαδή γίγαντες.
Οι «Γίγαντες της Βολιβίας» είχαν εντυπωσιάσει τον Δανό επιστήμονα και εξερευνητή Adolf Erik Nordenskiold, ο οποίος ανησυχούσε ιδιαιτέρως για την πιθανή εξαφάνιση της παράξενης φυλής τους.
Η είδηση δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα «ΕΘΝΟΣ», στις 31/07/1930…
Από το strangepress
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου