Το μυθιστόρημα δεν συναντάται στην Ελλάδα ως ξεχωριστό είδος γραπτού λόγου, αλλά περιέχεται σε όλες του σχεδόν τις μορφές στα κλασικά έργα, όπου όμως αποκαλείται μύθος, διήγημα, δραματικό, σύνταγμα, ερωτικοί λόγοι. Αρχικά το συναντάμε στα ομηρικά έπη ή στη λυρική ποίηση, π.χ. στην Καλύκη και τη Ραδινή του Στησιχόρου, που είναι διηγήσεις μυθιστορικού χαρακτήρα, και κυρίως στα
έργα των πεζογράφων, φιλοσόφων και ιστορικών. Ας δούμε όμως πιο αναλυτικά το θέμα:
ΕΙΝΑΙ αλήθεια ότι στον Ηρόδοτο, επί παραδείγματι, υπάρχουν διάφορες μυθιστορικές διηγήσεις για το βασιλιά της Λυδίας,τον Γύγη, τον μάντη Ινταφέρνη, τους θησαυρούς του βασιλιά της Αιγύπτου Ραμψινίτη, και στον Ξενοφώντα η διήγηση του σοφιστή Πρόδικου σχετικά με την Αρετή και την Κακία.
Μυθιστορικά στοιχεία υπάρχουν επίσης στα Περσικά και τα Ινδικά του Κτησία, στη Βιβλιοθήκη του Διόδωρου του Σικελιώτη, στην Αληθή Ιστορία του Λουκιανού, στο έργο του Φιλόστρατου Τα εις τον Τυανέα Απολλώνιον, που είναι και η βιογραφία του πυθαγόρειου θαυματοποιού, και σε διάφορα άλλα έργα, όπου το φανταστικό στοιχείο αναμειγνύεται με την ιστορική αλήθεια. Το πρώτο όμως έργο που έχει καθαρά μυθιστορηματική γραφή είναι η Κύρου Παιδεία του Ξενοφώντα, όπου ο συγγραφέας παράλληλα με τη λογοτεχνική διήγηση, παραθέτει και τις πολιτικές, στρατιωτικές και παιδαγωγικές του απόψεις. Κατόπιν, με αφορμή το Μέγα Αλέξανδρο και τα θαυμαστά κατορθώματά του, γράφτηκαν πολλά χρονικά, ημερολόγια και απομνημονεύματα, όπως αι Βασίλειοι εφημερίδες, το επίσημο δηλαδή ημερολόγιο της εκστρατείας, που έγραψαν ο Ευμένης ο Καρδιανός και ο Διόδοτος ο Ερυθραίος, οι Σταθμοί Αλεξάνδρου του Βαίτωνα και του Διογνήτου, οι Σταθμοί Ασίας του Αμύντου κλπ. Με αυτό τον τρόπο συγκεντρώθηκε αρκετό υλικό, που το χρησιμοποίησαν οι διάφοροι συγγραφείς της ελληνιστικής εποχής, όπως ο Εκαταίος ο Αβδηρίτης ή Τήιος, που έγραψε τα έργα Περί των Υπερβορείων και Αιγυπτιακά, όπου με το πρόσχημα της ιστορικής διήγησης παραθέτει τις φιλοσοφικές και ηθοπλαστικές αντιλήψεις του, ο Ευήμερος ο Μεσσήνιος, που η Ιερά Αναγραφή του άσκησε μεγάλη επιρροή, κι ο Αριστείδης ο Μιλήσιος, συγγραφέας των μιλησιακών διηγημάτων που διασκέδαζαν τους αξιωματικούς των λεγεώνων του Κράσσου, ακόμη και στις εκστρατείες τους εναντίον των Πάρθων.
Σιγά-σιγά όμως το ελληνικό πνεύμα διασταυρώνεται, κυρίως στην Αλεξάνδρεια, με το ανατολικό, και από την ανάμειξη αυτή ανοίγονται νέοι δρόμοι για τη λογοτεχνία. Δημιουργείται νέα σχολή, των λεγόμενων ρητόρων ή σοφιστών, που θέτουν τις βάσεις του ελληνικού μυθιστορήματος. Το σοφιστικό μυθιστόρημα απορρέει αποκλειστικά από τη φαντασία, δεν έχει καμία σχέση με την πραγματικότητα, και παρ’ όλο που εξωτερικά μοιάζει κάπως με το δράμα, από το οποίο ονομάστηκε δραματικό, του λείπει εκείνη ακριβώς η φυσική δράση που προκύπτει από τους χαρακτήρες και δίνει στο δράμα τη δύναμή του. Η πηγή του είναι δηλαδή η διήγηση κάποιας ερωτικής περιπέτειας, η ελεγεία, το ειδύλλιο, οι επικές σκηνές, διάφορες φανταστικές διηγήσεις, και κυρίως η φαντασία των ρητοροδιδασκάλων, που γεννάει απίθανες περιπέτειες, πολύπλοκα επεισόδια, καταστάσεις γεμάτες συμπτώσεις και αντιθέσεις, και χειρίζεται τα συναισθήματα ως ρητορικά θέματα, δημιουργώντας έτσι τα βασικά στοιχεία του μυθιστορήματος.
Όλα τα μυθιστορήματα του είδους αυτού μοιάζουν στην υπόθεση, τη σύνθεση, το γενικό πνεύμα και την ουσία τους. Η υπόθεση συνήθως σε γενικές γραμμές είναι η εξής: δύο ερωτευμένοι νέοι αναγκάζονται για διάφορους λόγους να χωρίσουν. Περνούν σκληρές δοκιμασίες, αλλά τίποτα δεν μπορεί να μειώσει την αγάπη τους ή να τους κάνει να ξεχάσουν ο ένας τον άλλον. Κάποτε λοιπόν, ύστερα από πολλές περιπέτειες, ξανασμίγουν και ζουν ενωμένοι κι ευτυχισμένοι.
Τα πρώτα δοκίμια μυθιστορημάτων είναι του Αντωνίου Διογένους (1ος αιώνας μ.Χ.) και αποτελούνται από είκοσι τέσσερα βιβλία, από τα όποια όμως σώθηκε μόνο μία σύνοψη. Υπάρχουν επίσης τα Βαβυλωνιακά του Ελληνοσύρου Ιαμβλίχου, που γράφηκαν μεταξύ του 166 και του 180 μ.Χ., τα Εφεσιακά ή Τα κατά Ανθείαν και Αβροκόμην του Ξενοφώντα του Εφέσιου, που χρονολογούνται πιθανώς από τον 3ο αιώνα μ.Χ., και τα Αιθιοπικά ή Τα κατά Θεογένην και Χαρίκλειαν του Έλληνα Ηλιοδώρου από τη Φοινίκη, που διαφέρει από τα άλλα μυθιστορήματα με την ιδιάζουσα χάρη της σύνθεσής του. Ιδιαίτερα γνωστό είναι το Κατά Δάφνιν και Χλόην του Λόγγου, που τοποθετείται ανάμεσα στο 2ο και τον 5ο αιώνα μ.Χ. και διακρίνεται για τις περιγραφές της αγροτικής ζωής και την απεικόνιση των ηθών.
έργα των πεζογράφων, φιλοσόφων και ιστορικών. Ας δούμε όμως πιο αναλυτικά το θέμα:
ΕΙΝΑΙ αλήθεια ότι στον Ηρόδοτο, επί παραδείγματι, υπάρχουν διάφορες μυθιστορικές διηγήσεις για το βασιλιά της Λυδίας,τον Γύγη, τον μάντη Ινταφέρνη, τους θησαυρούς του βασιλιά της Αιγύπτου Ραμψινίτη, και στον Ξενοφώντα η διήγηση του σοφιστή Πρόδικου σχετικά με την Αρετή και την Κακία.
Μυθιστορικά στοιχεία υπάρχουν επίσης στα Περσικά και τα Ινδικά του Κτησία, στη Βιβλιοθήκη του Διόδωρου του Σικελιώτη, στην Αληθή Ιστορία του Λουκιανού, στο έργο του Φιλόστρατου Τα εις τον Τυανέα Απολλώνιον, που είναι και η βιογραφία του πυθαγόρειου θαυματοποιού, και σε διάφορα άλλα έργα, όπου το φανταστικό στοιχείο αναμειγνύεται με την ιστορική αλήθεια. Το πρώτο όμως έργο που έχει καθαρά μυθιστορηματική γραφή είναι η Κύρου Παιδεία του Ξενοφώντα, όπου ο συγγραφέας παράλληλα με τη λογοτεχνική διήγηση, παραθέτει και τις πολιτικές, στρατιωτικές και παιδαγωγικές του απόψεις. Κατόπιν, με αφορμή το Μέγα Αλέξανδρο και τα θαυμαστά κατορθώματά του, γράφτηκαν πολλά χρονικά, ημερολόγια και απομνημονεύματα, όπως αι Βασίλειοι εφημερίδες, το επίσημο δηλαδή ημερολόγιο της εκστρατείας, που έγραψαν ο Ευμένης ο Καρδιανός και ο Διόδοτος ο Ερυθραίος, οι Σταθμοί Αλεξάνδρου του Βαίτωνα και του Διογνήτου, οι Σταθμοί Ασίας του Αμύντου κλπ. Με αυτό τον τρόπο συγκεντρώθηκε αρκετό υλικό, που το χρησιμοποίησαν οι διάφοροι συγγραφείς της ελληνιστικής εποχής, όπως ο Εκαταίος ο Αβδηρίτης ή Τήιος, που έγραψε τα έργα Περί των Υπερβορείων και Αιγυπτιακά, όπου με το πρόσχημα της ιστορικής διήγησης παραθέτει τις φιλοσοφικές και ηθοπλαστικές αντιλήψεις του, ο Ευήμερος ο Μεσσήνιος, που η Ιερά Αναγραφή του άσκησε μεγάλη επιρροή, κι ο Αριστείδης ο Μιλήσιος, συγγραφέας των μιλησιακών διηγημάτων που διασκέδαζαν τους αξιωματικούς των λεγεώνων του Κράσσου, ακόμη και στις εκστρατείες τους εναντίον των Πάρθων.
Σιγά-σιγά όμως το ελληνικό πνεύμα διασταυρώνεται, κυρίως στην Αλεξάνδρεια, με το ανατολικό, και από την ανάμειξη αυτή ανοίγονται νέοι δρόμοι για τη λογοτεχνία. Δημιουργείται νέα σχολή, των λεγόμενων ρητόρων ή σοφιστών, που θέτουν τις βάσεις του ελληνικού μυθιστορήματος. Το σοφιστικό μυθιστόρημα απορρέει αποκλειστικά από τη φαντασία, δεν έχει καμία σχέση με την πραγματικότητα, και παρ’ όλο που εξωτερικά μοιάζει κάπως με το δράμα, από το οποίο ονομάστηκε δραματικό, του λείπει εκείνη ακριβώς η φυσική δράση που προκύπτει από τους χαρακτήρες και δίνει στο δράμα τη δύναμή του. Η πηγή του είναι δηλαδή η διήγηση κάποιας ερωτικής περιπέτειας, η ελεγεία, το ειδύλλιο, οι επικές σκηνές, διάφορες φανταστικές διηγήσεις, και κυρίως η φαντασία των ρητοροδιδασκάλων, που γεννάει απίθανες περιπέτειες, πολύπλοκα επεισόδια, καταστάσεις γεμάτες συμπτώσεις και αντιθέσεις, και χειρίζεται τα συναισθήματα ως ρητορικά θέματα, δημιουργώντας έτσι τα βασικά στοιχεία του μυθιστορήματος.
Όλα τα μυθιστορήματα του είδους αυτού μοιάζουν στην υπόθεση, τη σύνθεση, το γενικό πνεύμα και την ουσία τους. Η υπόθεση συνήθως σε γενικές γραμμές είναι η εξής: δύο ερωτευμένοι νέοι αναγκάζονται για διάφορους λόγους να χωρίσουν. Περνούν σκληρές δοκιμασίες, αλλά τίποτα δεν μπορεί να μειώσει την αγάπη τους ή να τους κάνει να ξεχάσουν ο ένας τον άλλον. Κάποτε λοιπόν, ύστερα από πολλές περιπέτειες, ξανασμίγουν και ζουν ενωμένοι κι ευτυχισμένοι.
Τα πρώτα δοκίμια μυθιστορημάτων είναι του Αντωνίου Διογένους (1ος αιώνας μ.Χ.) και αποτελούνται από είκοσι τέσσερα βιβλία, από τα όποια όμως σώθηκε μόνο μία σύνοψη. Υπάρχουν επίσης τα Βαβυλωνιακά του Ελληνοσύρου Ιαμβλίχου, που γράφηκαν μεταξύ του 166 και του 180 μ.Χ., τα Εφεσιακά ή Τα κατά Ανθείαν και Αβροκόμην του Ξενοφώντα του Εφέσιου, που χρονολογούνται πιθανώς από τον 3ο αιώνα μ.Χ., και τα Αιθιοπικά ή Τα κατά Θεογένην και Χαρίκλειαν του Έλληνα Ηλιοδώρου από τη Φοινίκη, που διαφέρει από τα άλλα μυθιστορήματα με την ιδιάζουσα χάρη της σύνθεσής του. Ιδιαίτερα γνωστό είναι το Κατά Δάφνιν και Χλόην του Λόγγου, που τοποθετείται ανάμεσα στο 2ο και τον 5ο αιώνα μ.Χ. και διακρίνεται για τις περιγραφές της αγροτικής ζωής και την απεικόνιση των ηθών.
Οι Ρωμαίοι δεν καλλιέργησαν το μυθιστόρημα ως ξεχωριστό είδος λόγου. Μυθιστόρημα όμως μπορεί να θεωρηθεί το Σατιρικόν ή Σάτιραι του Πετρωνίου, του 1ου αιώνα μ.Χ., που μοιάζει με τα Μιλησιακά διηγήματα. Το Σατιρικόν το αποτελούσαν είκοσι βιβλία, από τα όποια διασώθηκαν αποσπάσματα που αποτελούν 141 έμμετρα και πεζά κεφάλαια. Ανάμεσά τους περιλαμβάνονται μικρότερες διηγήσεις, όπως το συμπόσιο του γέρου και αμαθούς Τριμαλχίωνα, οι περιπέτειες του νεαρού Εγκολπίου και δύο φίλων του στην Κάτω Ιταλία κλπ. Στα μέσα του 2ου αιώνα μ.Χ. ανήκουν και οι Μεταμορφώσεις του Απουλήιου που αποτελούνται από 11 βιβλία, όπου περιγράφονται οι περιπέτειες ενός ανθρώπου που μεταμορφώθηκε σε γαϊδούρι, διανθισμένες με διάφορες ληστρικές και μαγικές διηγήσεις. Εξαιρετικό είναι το επεισόδιο του Έρωτα και της Ψυχής.
Με σεβασμό και τιμή
loading...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου