Τη νύχτα της 31ης Ιουλίου του 1761, η φρεγάτα Utile της Γαλλικής Εταιρείας Ανατολικών Ινδιών με κυβερνήτη τον Jean de La Fargue, που μετέφερε λαθραία Αφρικανούς σκλάβους, προσάραξε σε ένα μικρό, επίπεδο νησί που βρίσκεται περίπου 500 χλμ βόρεια του Ρεϋνιόν, ένα ηφαιστειογενές νησί στον Ινδικό ωκεανό, ανατολικά της Μαδαγασκάρης και νοτιοδυτικά του Μαυρίκιου, και περίπου 450 χλμ ανατολικά της Μαδαγασκάρης.
Το πλοίο μετέφερε στο αμπάρι του περίπου 160 σκλάβους -άνδρες, γυναίκες και παιδιά- με προορισμό τον Μαυρίκιο όπου θα τους πουλούσαν σε ιδιοκτήτες φυτειών. Παρά το ότι η δουλεία ήταν νόμιμη εκείνη την εποχή, ο de Lafargue δεν είχε εξουσιοδότηση από τις αποικιακές αρχές να εμπορεύεται σκλάβους. Επιπλέον, στο πλοίο επέβαινε και πλήρωμα 140 Γάλλων.
Η ανακρίβεια των χαρτών σε συνδυασμό με το πείσμα του καπετάνιου οδήγησαν το πλοίο στους υφάλους στο βόρειο άκρο της νησίδας. Η πρόσκρουση έσπασε το κύτος και το πλοίο άρχισε να μπάζει νερά. Οι περισσότεροι από τους σκλάβους, που ήταν παγιδευμένοι στο αμπάρι, πνίγηκαν, αλλά, καθώς το πλοίο διαλυόταν, κάποιοι κατάφεραν να διαφύγουν. Το επόμενο πρωί, 122 από τα 140 μέλη του πληρώματος και κάπου μεταξύ 60 και 80 σκλάβοι βρέθηκαν αποκλεισμένοι στο Île des Sables (Νησί της Άμμου).
Ως αποτέλεσμα του ναυαγίου, ο καπετάνιος υπέστη κάποιου είδους νευρικού κλονισμού, και έτσι ανέλαβε ο πρώτος αξιωματικός Barthélémy Castellan du Vernet. Συγκέντρωσε το πλήρωμα για να σώσει από το ναυάγιο τρόφιμα, εργαλεία και ξυλεία, και για να στίσει ξεχωριστά στρατόπεδα για το πλήρωμα και τους σκλάβους. Έσκαψαν ένα πηγάδι βάθους 5 μέτρων, έφτιαξαν φούρνους και άρχισαν τις εργασίες για ένα νέο πλοίο. Μέσα σε δύο μήνες, το Providence αναδύθηκε από τα ερείπια του Utile.
Στις 27 Σεπτεμβρίου του '61, οι 122 επιζώντες Γάλλοι ναυτικοί επιβιβάστηκαν στην Providence και απέπλευσαν για τη Μαδαγασκάρη, υποσχόμενοι στους σκλάβους ότι θα επέστρεφε κάποιο πλοίο και για αυτούς.
Μετά από τέσσερις ημέρες πλεύσης, το Providence έφτασε στη Μαδαγασκάρη και το πλήρωμα μεταφέρθηκε πίσω στο νησί Ρεϋνιόν και στον Μαυρίκιο. Κατά τη διάρκεια της μεταφοράς, πολλοί πέθαναν από τροπικές ασθένειες. Μεταξύ αυτών ήταν και ο καπετάνιος Jean de Lafargue, αφήνοντας τον Castellan du Vernet να αντιμετωπίσει την οργή του κυβερνήτη του Μαυρικίου, ο οποίος ήταν έξαλλος επειδή παραβίασε την απαγόρευσή του να φέρει σκλάβους στο νησί του. Ο Du Vernet ζήτησε να σταλεί ένα πλοίο πίσω στη νησίδα, αλλά ο κυβερνήτης αρνήθηκε. Τα νέα για τους ναυαγούς σκλάβους έφτασαν ακόμη και στο Παρίσι και προκάλεσαν μια σύντομη αναταραχή, αλλά υπήρχαν μεγαλύτερα ζητήματα για τα οποία οι Γάλοι έπρεπε να ανησυχούν -όπως ο Επταετής Πόλεμος και η επικείμενη χρεοκοπία της Γαλλικής Εταιρείας Ανατολικών Ινδιών. Σύντομα, οι σκλάβοι ξεχάστηκαν. Δεν τους ξέχασε όμως ο Castellan du Vernet.
Η ανακρίβεια των χαρτών σε συνδυασμό με το πείσμα του καπετάνιου οδήγησαν το πλοίο στους υφάλους στο βόρειο άκρο της νησίδας. Η πρόσκρουση έσπασε το κύτος και το πλοίο άρχισε να μπάζει νερά. Οι περισσότεροι από τους σκλάβους, που ήταν παγιδευμένοι στο αμπάρι, πνίγηκαν, αλλά, καθώς το πλοίο διαλυόταν, κάποιοι κατάφεραν να διαφύγουν. Το επόμενο πρωί, 122 από τα 140 μέλη του πληρώματος και κάπου μεταξύ 60 και 80 σκλάβοι βρέθηκαν αποκλεισμένοι στο Île des Sables (Νησί της Άμμου).
Ως αποτέλεσμα του ναυαγίου, ο καπετάνιος υπέστη κάποιου είδους νευρικού κλονισμού, και έτσι ανέλαβε ο πρώτος αξιωματικός Barthélémy Castellan du Vernet. Συγκέντρωσε το πλήρωμα για να σώσει από το ναυάγιο τρόφιμα, εργαλεία και ξυλεία, και για να στίσει ξεχωριστά στρατόπεδα για το πλήρωμα και τους σκλάβους. Έσκαψαν ένα πηγάδι βάθους 5 μέτρων, έφτιαξαν φούρνους και άρχισαν τις εργασίες για ένα νέο πλοίο. Μέσα σε δύο μήνες, το Providence αναδύθηκε από τα ερείπια του Utile.
Στις 27 Σεπτεμβρίου του '61, οι 122 επιζώντες Γάλλοι ναυτικοί επιβιβάστηκαν στην Providence και απέπλευσαν για τη Μαδαγασκάρη, υποσχόμενοι στους σκλάβους ότι θα επέστρεφε κάποιο πλοίο και για αυτούς.
Μετά από τέσσερις ημέρες πλεύσης, το Providence έφτασε στη Μαδαγασκάρη και το πλήρωμα μεταφέρθηκε πίσω στο νησί Ρεϋνιόν και στον Μαυρίκιο. Κατά τη διάρκεια της μεταφοράς, πολλοί πέθαναν από τροπικές ασθένειες. Μεταξύ αυτών ήταν και ο καπετάνιος Jean de Lafargue, αφήνοντας τον Castellan du Vernet να αντιμετωπίσει την οργή του κυβερνήτη του Μαυρικίου, ο οποίος ήταν έξαλλος επειδή παραβίασε την απαγόρευσή του να φέρει σκλάβους στο νησί του. Ο Du Vernet ζήτησε να σταλεί ένα πλοίο πίσω στη νησίδα, αλλά ο κυβερνήτης αρνήθηκε. Τα νέα για τους ναυαγούς σκλάβους έφτασαν ακόμη και στο Παρίσι και προκάλεσαν μια σύντομη αναταραχή, αλλά υπήρχαν μεγαλύτερα ζητήματα για τα οποία οι Γάλοι έπρεπε να ανησυχούν -όπως ο Επταετής Πόλεμος και η επικείμενη χρεοκοπία της Γαλλικής Εταιρείας Ανατολικών Ινδιών. Σύντομα, οι σκλάβοι ξεχάστηκαν. Δεν τους ξέχασε όμως ο Castellan du Vernet.
Το '72 -έντεκα χρόνια μετά το ναυάγιο των σκλάβων στο νησί- ο Castellan du Vernet έκανε ακόμη ένα αίτημα και ως απάντηση, ο υπουργός Ναυτιλιακών Υποθέσεων συμφώνησε να στείλει ένα πλοίο. Όμως, θα περνούσαν ακόμη τρία χρόνια πριν το La Sauterelle φτάσει στο νησί. Όταν έφτασαν εκεί, έστειλαν μια μικρή βάρκα με δύο άνδρες για να έρθει σε επαφή με τους εγκλωβισμένους σκλάβους. Η βάρκα όμως έπεσε σε ύφαλο, οπότε, ο ένας από αυτούς κολύμπησε πίσω στο πλοίο και ο άλλος μέχρι το νησί. Λόγω της κακοκαιρίας και των επικίνδυνων υφάλων, δεν έγιναν περαιτέρω προσπάθειες να φτάσουν στο νησί και αποφασίστηκε το πλοίο να φύγει. Το La Sauterelle ακολούθησαν ακόμη δύο πλοία, αλλά κανένα δεν κατάφερε να φτάσει στην στεριά. Τελικά, στις 29 Νοεμβρίου του '76, 15 χρόνια μετά τη βύθιση, το La Dauphine, μια κορβέτα με κυβερνήτη τον Jacques Marie Boudin de la Nuguy de Tromelin, κατάφερε να αράξει στο νησί και να σώσει τους επιζώντες. Είχαν απομείνει μόνο επτά γυναίκες και ένα αγόρι οκτώ μηνών.
Φτάνοντας εκεί, ο Tromelin-Lanuguy ανακάλυψε ότι οι επιζώντες ήταν ντυμένοι με ρούχα φτιαγμένα από φτερά που είχαν πάρει από τα θαλασσοπούλια που σκότωναν για να συντηρηθούν. Οι νησιώτες τρέφονταν επίσης με ψάρια, χελώνες και αυγά πουλιών. Σύμφωνα με τον Tromelin-Lanuguy, όλα αυτά τα χρόνια, οι κάτοικοι του νησιού κατάφεραν -με κάποιο τρόπο- να κρατήσουν μια φωτιά αναμμένη, αν και ήταν πιο πιθανό να χρησιμοποιήθηκαν πέτρες από πυρόλιθο. Για να προστατεύονται από τους κυκλώνες είχαν φτιάξει καλύβες από κοράλλια, πάχους ενάμιση μέτρου, και είχαν κοινόχρηστο φούρνο. Δυστυχώς, η μαρτυρία των επτά εναπομεινάντων γυναικών και τα αρχεία του La Dauphine έχουν χαθεί.
Προκειμένου να μάθουν περισσότερα για το πώς οι κάτοικοι του νησιού κατάφεραν να επιβιώσουν 15 χρόνια σε ένα μικροσκοπικό νησί που ήταν ερειπωμένο από τους ανέμους, το 2006, ο Max Guérout, πρώην αξιωματικός του γαλλικού ναυτικού και διευθυντής των επιχειρήσεων της Naval Archaeology Research Group, ηγήθηκε μιας αρχαιολογικής αποστολής στο νησί.
Ο Guérout πιστεύει ότι οι περισσότεροι από τους 60 με 80 σκλάβους που αποβιβάστηκαν στο νησί πέθαναν μέσα στα πρώτα δύο χρόνια. Λίγο μετά την εγκατάλειψή τους, μια ομάδα των 18 από αυτούς αναχώρησε από το νησί με μια αυτοσχέδια σχεδία, αλλά είναι άγνωστο αν έφτασαν ποτέ στη Μαδαγασκάρη. Μέσα σε πέντε χρόνια, ο πληθυσμός τους μειώθηκε σε 15 επιζώντες και παρέμεινε έτσι για την επόμενη δεκαετία. Λίγους μήνες πριν από τη διάσωση, ο Γάλλος ναύτης από το La Sauterelle που είχε αποκλειστεί, είχε φύγει από το νησί με μια σχεδία με πανί από φτερά, μαζί με τρεις άνδρες και τρεις γυναίκες. Κανείς δεν έμαθε ποτέ τίποτα ξανά γι' αυτούς.
Ο Guérout πιστεύει ότι οι περισσότεροι από τους 60 με 80 σκλάβους που αποβιβάστηκαν στο νησί πέθαναν μέσα στα πρώτα δύο χρόνια. Λίγο μετά την εγκατάλειψή τους, μια ομάδα των 18 από αυτούς αναχώρησε από το νησί με μια αυτοσχέδια σχεδία, αλλά είναι άγνωστο αν έφτασαν ποτέ στη Μαδαγασκάρη. Μέσα σε πέντε χρόνια, ο πληθυσμός τους μειώθηκε σε 15 επιζώντες και παρέμεινε έτσι για την επόμενη δεκαετία. Λίγους μήνες πριν από τη διάσωση, ο Γάλλος ναύτης από το La Sauterelle που είχε αποκλειστεί, είχε φύγει από το νησί με μια σχεδία με πανί από φτερά, μαζί με τρεις άνδρες και τρεις γυναίκες. Κανείς δεν έμαθε ποτέ τίποτα ξανά γι' αυτούς.
Ο Guérout και η ομάδα του ανακάλυψαν χάλκινα σκεύη που διασώθηκαν από το ναυάγιο και στη συνέχεια σφυρηλατήθηκαν σε νέα σχήματα. Το πιο αξιοσημείωτο ήταν το πώς είχαν επισκευαστεί -μέχρι και οκτώ φορές- κατά τη διάρκεια αυτών των 15 χρόνων. Οι ναυαγοί έπρεπε να κόψουν κομμάτια χαλκού από άλλα αντικείμενα για μπαλώματα, να ανοίξουν τρύπες τόσο από μπαλώματα όσο και από πλάκες και στη συνέχεια να χρησιμοποιήσουν μικρά τυλιγμένα κομμάτια χαλκού ως πριτσίνια, τα οποία στη συνέχεια σφυρηλάτησαν στη θέση τους. Η ανασκαφή έδωσε περίπου 45 οικιακά αντικείμενα, συμπεριλαμβανομένων σιδερένιων τρίποδων που συγκρατούσαν τα μαγειρικά δοχεία, και μεγάλα μπολ μολύβδου, πιθανότατα κατασκευασμένα από φύλλα μολύβδου που φυλάσσονταν στο Utile για να μπαλώσουν τρύπες στη θάλασσα. Βρήκαν ακόμη και κομμάτια από χάλκινα κοσμήματα, όπως δαχτυλίδια, μερικά βραχιόλια, μενταγιόν και μια χτένα.
"Κανείς δεν έχει την εντύπωση ότι αυτοί οι άνθρωποι καταστράφηκαν από την κατάστασή τους. Προσπάθησαν να επιβιώσουν με τάξη και μέθοδο", είπε ο Guérout για τους ναυαγούς σκλάβους. "Είναι μια ανθρώπινη ιστορία, μια ιστορία ενστίκτου και επιβίωσης ανθρώπων που εγκαταλείφθηκαν επειδή θεωρούνταν από κάποιους συνανθρώπους τους λιγότερο άνθρωποι".
Όταν το 1954 οι γαλλικές αρχές έχτισαν έναν μετεωρολογικό σταθμό εκεί, μεγάλο μέρος του οικισμού τους καταστράφηκε. Δύο χρόνια αργότερα, καταστράφηκε και ο σταθμός από έναν κυκλώνα, αλλά ξαναχτίστηκε και λειτουργεί ακόμη και σήμερα και αποτελείται από λίγα κτίρια, δεξαμενές και τσιμεντένια πατώματα. Η μοναδική σύνδεση με τον έξω κόσμο είναι ένας αεροδιάδρομος 1.200 ποδιών.
Από το 1885, το νησί ονομάζεται νησί Τρομελίν από τον λοχαγό Tromelin de La Nuguy, ο οποίος έσωσε τους ξεχασμένους νησιώτες.
Από το 1885, το νησί ονομάζεται νησί Τρομελίν από τον λοχαγό Tromelin de La Nuguy, ο οποίος έσωσε τους ξεχασμένους νησιώτες.
από: amusing planet
Από το 3otiko
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου