Ένας νεαρός Αφρικανός έγινε έκθεμα σε ζωολογικό κήπο μέσα σε ένα κλουβί μαζί με πιθήκους. 114 χρόνια μετά ο ζωολογικός κήπος ζήτησε συγγνώμη. Αυτή είναι η τραγική ιστορία του Ότα Μπένγκα.
Στις 8 Σεπτεμβρίου 1906 ο ζωολογικός κήπος του Μπρονξ στη Νέα Υόρκη είχε ένα ολοκαίνουργιο έκθεμα πίσω από τα κάγκελα των κλουβιών του. Η πινακίδα έγραφε:
«Ο Αφρικανός Πυγμαίος, Ότα Μπένγκα
Ηλικία,
23 ετών. Ύψος, 4 πόδια 11 ίντσες.
Βάρος, 103 λίβρες.
Από τον ποταμό Κασάι, Ελεύθερη Πολιτεία του Κονγκό, Νοτιο Κεντρική Αφρική
Από τον Δρ. Σάμιουελ Π. Βέρνερ.
Εκτίθεται κάθε απόγευμα κατά τον Σεπτέμβριο».
Ανάμεσα σε πιθήκους ένα αγόρι από την Αφρική κοιτούσε τους χιλιάδες επισκέπτες που έρχονταν κάθε μέρα να δουν το θέαμα. Ήταν ο Ότα Μπένγκα ένα αγόρι με μια τραγική ιστορία κι ένα επίσης τραγικό τέλος που έλαβε την συγγνώμη που του άξιζε μόλις τώρα, 114 χρόνια μετά.
Η απαγωγή και το ταξίδι στις ΗΠΑ
Ο Ότα Μπένγκα ήταν πυγμαίος της φυλής των Μπούτι (Mbuti) από την περιοχή που βρίσκεται σήμερα η Δημοκρατία του Κονγκό, η οποία τότε άνηκε στον Βέλγο βασιλιά Λεοπόλδο Β’ του Βελγίου. Ο Μπένγκα υποδουλώθηκε από Αφρικανούς δουλεμπόρους, οι οποίοι κατόπιν τον πούλησαν το 1904 στον Αμερικανό εξερευνητή Σάμιουελ Φίλιπς Βέρνερ. Ο Βέρνερ είχε φτάσει στην αφρικανική ήπειρο αναζητώντας ιθαγενείς ως… εκθέματα για την Διεθνή Έκθεση της Λουιζιάνα!
Τα εκθέματα τα είχε ζητήσει ο Γουίλιαμ Τζον ΜακΓκι, ο πρόεδρος της νεοσύστατης Αμερικανής Ανθρωπολογικής Εταιρείας, ο οποίος ήταν παράλληλα και επικεφαλής του εθνολογικού τμήματος της έκθεσης. Σκοπός του ήταν να εκθέσει «ανθρωποειδή» από μια κατώτερη εξελικτική βαθμίδα, όπως οι ιθαγενείς από την Αμερική, την Παταγονία, την Ιαπωνία, ενώ θεωρούσε ότι συγκεκριμένα οι Πυγμαίοι βρίσκονταν στην χαμηλότερη κλίμακα της εξέλιξης.
Σε επιστολές που έστειλε ο Βέρνερ στον ΜακΓκι αναφέρει ότι είναι έτοιμος να του προσφέρει τις υπηρεσίες του, ενώ ακολουθεί συχνή αλληλογραφία μεταξύ των δύο αντρών για να κανονίσουν τα «διαδικαστικά».
Ο ΜακΓκι τονίζει στον Βέρνερ ότι θα πρέπει οι Πυγμαίοι να πάνε μαζί του εθελοντικά και να φροντίσει μετά να τους επιστρέψει σπίτι τους, ενώ δεν θα πρέπει να ξεχάσει να πάρει την άδεια του Βασιλιά Λεοπόλδου Β’.
Ο Βέρνερ (λλαμβάνει το ποσό των 8.500 δολαρίων για τις αγορές, συμπεριλαμβανομένου των 500 δολαρίων που ήταν πληρωμή του και 1.500 δολαρίων για πρόσθετα έξοδα.
Σε γράμμα του, ο Βέρνερ αναφέρει ότι εφοδιάστηκε με όπλα σε περίπτωση που οι Πυγμαίοι δεν θελήσουν να πάνε μαζί του με τη θέληση τους.
Ο ΜακΓκι του απαντά: «Εκεί τώρα εσύ είσαι ο νόμος. Κάνε ό,τι πιστεύεις πως χρειάζεται».
Ο Βέρνερ μια εβδομάδα μετά την άφιξή του στην περιοχή ανακοινώνει ότι βρήκε τον πρώτο του Πυγμαίο. Ήταν ο Ότα Μπένγκα.
Ο Βέρνερ στη συνέχεια έδωσε τουλάχιστον τρεις διαφορετικές εκδοχές για το πώς συναντήθηκε με τον Μπένγκα.
Σε μια από αυτές τον έσωσε από μια φυλή κανιβάλων, σε μια άλλη ανέφερε ότι απελευθέρωσε από μια εχθρική φυλή της δικής του που τον είχε πιάσει αιχμάλωτο, ενώ σε μια άλλη εκδοχή ανέφερε ότι τον συνάντησε καθώς περίμενε ένα πλοίο.
Το κοινό σημείο σε όλες τις περιπτώσεις είναι ότι ο Βέρνερ τον έσωσε και ότι ο Μπένγκα πήγε μαζί του με την θέλησή του. Στη συνέχεια ο Βέρνερ ενημερώνει σταδιακά τον ΜακΓκι ότι βρίσκει κι άλλους Πυγμαίους παρά τις αντιστάσεις που συναντά. Τελικά καταλήγει με εννέα άντρες, αν και το αρχικό σχέδιο ήταν στην «ομάδα» να βρίσκονται παιδιά, γυναίκες και ηλικιωμένοι.
Τελικά, το 1904 οι εννέα Πυγμαίοι του Βέρνερ φτάνουν στις ΗΠΑ. Σύμφωνα με την λίστα επιβατών, ο νεότερος από αυτούς είναι μόλις 12 ετών και ονομάζεται Μπομουσούνγκα.
Ο Ότα Μπένγκα καταγράφεται ως 17 ετών, πολύ πιο μικρός από την ηλικία με την οποία παρουσιάστηκε στη συνέχεια από τον Βέρνερ. Οι Πυγμαίοι εκτέθηκαν στην Διεθνή Έκθεση στο Σαιντ Λούις ως χαρακτηριστικά δείγματα μιας… κατώτερης μορφής ανθρώπου με τον κόσμο να συρρέει για να τους δει.
Η έκθεση μάλιστα συνεχίστηκε και τον χειμώνα με τον Μπένγκα και τους άλλους οχτώ άντρες να πρέπει να είναι σχεδόν γυμνοί κατά την αφρικανική ενδυμασία παρόλο που έκανε έντονο κρύο. Παράλληλα, έπρεπε να ποζάρουν για φωτογραφίες, οι οποίες πωλούνταν στους επισκέπτες.
Ο ζωολογικός κήπος
Δύο χρόνια μετά, τον Σεπτέμβριο του 1906 ο Ζωολογικός Κήπος του Μπρονξ Wildlife Conservation Society τοποθέτησε τον Μπένγκα ως έκθεμα σε ένα κλουβί μαζί με πιθήκους.
Ο Ουίλιαμ Χόρναντεϊ διευθυντής του ζωολογικού κήπου και ο ευγονιστής και υποστηρικτής του επιστημονικού ρατσισμού Μάντισον Γκραντ θεώρησαν ότι ο Μπένγκα θα προσέλκυε αρκετούς θεατές σε μια «μελέτη» για ένα «κατώτερο είδος» όπως ήταν οι άνθρωποι από την Αφρική.
Πράγματι ο Μπένγκα προσέλκυσε μεγάλο πλήθος κόσμου τις 20 μέρες που εκτιθόταν (υπολογίζεται ότι τον είδαν περίπου 200.000 θεατές).
Ένα άρθρο των New York Times με τίτλο «Άνθρωπος των θάμνων μοιράζεται ένα κλουβί με πίθηκους του Ζωολογικού Κήπου του Μπρονξ» έκανε τον Μπένγκα ακομα πιο διάσημο έκθεμα. Στο άρθρο αναφερόταν ότι «μέχρι και 500 άτομα την ημέρα πηγαίνουν να παρακολουθήσουν τον Ότα Μπένγκα, ο οποίος παίζει με έναν παπαγάλο ή κρατά τα βέλη και το δόρυ του.
Τα παιδιά χαχανίζουν με ευχαρίστηση, ενώ οι ενήλικοι γελάνε πολύ εύκολα με το θέαμα».
Μάλιστα περιμένοντας ακόμα περισσότερο κόσμο μετά το δημοσίευμα της εφημερίδας, οι υπεύθυνοι του ζωολογικού κήπου μετακομίζουν τον Μπένγκα σε ένα μεγαλύτερο κλουβί, «το καλύτερο κλουβί στο Σπίτι των Πιθήκων», όπως ανέφερε ο Χόρναντεϊ, φροντίζοντας μάλιστα να διακοσμήσει το κλουβί με μεγάλα κόκαλα παραπέμποντας στην τακτική του κανιβαλισμού.
Οι αντιδράσεις
Ωστόσο, δεν άργησαν να έρθουν και οι αντιδράσεις. Μια ομάδα Αφροαμερικανών ιερέων υπό την ηγεσία του αιδεσιμότατου Τζέιμς Γκόρντον ήταν η πρώτη που αντέδρασε.
Μετά και το άρθρο των New York Times, ο αιδεσιμότατος Γκόρντον πήγε στον ζωολογικό κήπο και εξέφρασε έντονα την οργή του τονίζοντας ότι η κατάσταση αυτή εξομοιώνει τους μαύρους με τους πιθήκους, ενώ θα έπρεπε να θεωρούνται και αυτοί μέλη της ανθρώπινης φυλής.
Τόνισε εξάλλου πως μια κίνηση όπως αυτή ήταν εχθρική προς τον Χριστιανισμό και ζήτησε να λήξει άμεσα η αιχμαλωσία του Μπένγκα.
Ο Χόρναντεϊ υπερασπίστηκε το έκθεμα υποστηρίζοντας ότι τα κάνει όλα για την επιστήμη: «Δίνω αυτή την έκθεση καθαρά από εθνολογική σκοπιά», ανέφερε και τόνισε ότι η έκθεση θα συνεχιζόταν όπως είχε προγραμματιστεί.
Η αντίδραση του αιδεσιμότατου Γκόρντον δεν πέρασε απαρατήρητη και από τους New York Times, οι οποίοι επανήλθαν με ένα νέο άρθρο στο οποίο εξέφραζαν την απορία τους γι’ αυτές τις αντιδράσεις!
Όπως ανέφεραν είναι παράλογο να υπάρχει γκρίνια για την υποτιθέμενη ταπείνωση και εξευτελισμό τον οποίο υφίσταται ο Μπένγκα.
«Σύμφωνα με τις πληροφορίες μας, ο Ότα Μπένγκα είναι ένα χαρακτηριστικό δείγμα του είδους της φυλής του (των Πυγμαίων) με τον εγκέφαλό του ανεπτυγμένο σε ανάλογο βαθμό με των ομοίων του.
Είτε απεικονίζονται ως χαρακτηριστικά δείγματα υπολειπόμενης ανάπτυξης και πιο κοντά στους ανθρωποειδείς πιθήκους από άλλους Αφρικανούς αγρίους είτε ως κατώτεροι απόγονοι των κανονικών νέγρων έχουν το ίδιο ενδιαφέρον στην μελέτη της εθνολογίας και μπορούν να εξεταστούν προσφέροντας μεγάλο όφελος», ήταν μερικά από τα εξωφρενικά που ανέφερε το editorial της εφημερίδας.
Παράλληλα τονιζόταν πως «οι Πυγμαίοι είναι σε τόσο χαμηλή βαθμίδα στο ανθρώπινο είδος που η πρόταση ότι ο Μπένγκα θα έπρεπε να βρίσκεται στο σχολείο αντί στο κλουβί αγνοεί την υψηλή πιθανότητα πως το σχολείο θα ήταν ένα μέρος βασανιστηρίου γι’ αυτόν.
Η ιδέα πως όλοι οι άνθρωποι είναι το ίδιο και πως οι διαφορές τους προκύπτουν από τις ευκαιρίες που έχουν ή μη στην απόκτηση εκπαίδευσης, είναι πλέον κατά πολύ ξεπερασμένη», κατέληγε το δημοσίευμα.
Η κοινή ιδέα που προωθούνταν ήταν ότι η έκθεση του Μπένγκα ήταν επιμορφωτική και πρόσφερε επιστημονικές γνώσεις.
Οι πιο καταξιωμένοι επιστήμονες της εποχής άλλωστε ήταν φανατικοί υποστηρικτές της ευγονικής. Θεωρούσαν ότι ο Μπένγκα άνηκε σε ένα κατώτερο είδος ανθρώπου, ένα ανθρωποειδές, και τοποθετώντας τον ως έκθεμα στον ζωολογικό κήπο προωθούσαν τα υψηλά ιδανικά του μοντέρνου πολιτισμού.
Ο Βέρνερ, ο άνθρωπος που είχε φέρει τον Μπένγκα στις ΗΠΑ δήλωνε στους New York Times ότι ούτε ο ίδιος ούτε ο ζωολογικός κήπος είχε κάποιο όφελος από την έκθεση του.
«Το κοινό είναι το μόνο που ωφελείται», τόνιζε ενώ υποστήριζε ότι ο Μπένγκα ήταν εκεί με δική του θέληση: «Είναι απόλυτα ελεύθερος. Η μόνη απαγόρευση που του επιβάλλεται είναι ότι δεν πρέπει να φύγει από αυτούς που τον κρατούν κι αυτό είναι για την δική του ασφάλεια», τόνιζε.
Θέλοντας μάλιστα να ηρεμήσει τις αντιδράσεις που είχαν αρχίσει να γίνονται πιο έντονες ανέφερε:
«Αν ο Ότα Μπένγκα είναι σε ένα κλουβί είναι επειδή φροντίζει τα ζώα. Κι η πινακίδα που υπάρχει γι’ αυτόν έξω από το κλουβί τοποθετήθηκε για να αποφεύγουμε τις τόσες πολλές ερωτήσεις γι’ αυτόν»,
ανέφερε τονίζοντας μάλιστα για να καθησυχάσει τους Χριστιανούς ότι η έκθεση του Μπένγκα δεν γίνεται τις Κυριακές.
Τελικά, στις 16 Σεπτεμβρίου, μια εβδομάδα μετά την έναρξη της έκθεσης, επιτρέπεται στον Μπένγκα να μην ζει μέσα στο κλουβί και να μπορεί να κυκλοφορεί ελεύθερα μέσα στο πάρκο.
Εκείνη την ημέρα 40.000 άνθρωποι πήγαν να τον δουν. Όπου πήγαινε ένα τεράστιο πλήθος ανθρώπων τον ακολουθούσε και τον κυνηγούσε.
Αν κατάφερναν να τον στριμώξουν σε κάποιο σημείο, πολλοί τον τσιμπούσαν , τον έπιαναν ή του έβαζαν τρικλοποδιά, ενώ άλλοι απλώς γελούσαν στο θέαμα.
Προσπαθώντας να υπερασπιστεί τον εαυτό του, ο Μπένγκα χτύπησε αρκετούς θεατές μέχρι που τελικά τρεις άντρες τον μετέφεραν πίσω στο κλουβί του.
Οι αντιδράσεις για τον τρόπο που αντιμετωπιζόταν ο Μπένγκα άρχισαν να εντείνονται.
Το θέμα κάλυψαν εφημερίδες μέχρι και την άλλη πλευρά των ΗΠΑ, όπως οι Los Angeles Times.
Τελικά, στις 26 Σεπτεμβρίου οι δημοτικές αρχές ελέγχουν τον ζωολογικό κήπο ύστερα από καταγγελίες ότι λαμβάνουν χρήματα ώστε να επιτρέπουν σε επισκέπτες να πηγαίνουν στον χώρο όπου κοιμούνταν ο Μπένγκα.
Ο επιθεωρητής ανέφερε ότι ο Μπένγκα είχε εμφάνιση παιδιού και τον περιέγραψε ως «έναν ιθαγενή Αφρικανό για τον οποίο οι επισκέπτες πίστευαν ότι είναι ένας άγριος άντρας που καταλαβαίνει την γλώσσα των πιθήκων» κάτι που ο ίδιος δεν συμμεριζόταν καθώς όπως σημείωνε ο άντρας καταλάβαινε πολύ καλά τα αγγλικά και δεν φαινόταν να υπολείπεται σε νοητική εξέλιξη. Σημείωσε μάλιστα ότι εξωτερικά έμοιαζε πάρα πολύ «με τους πιο σκούρους Αφροαμερικανούς της Νέας Υόρκης».
Η συγκεκριμένη αναφορά άρχισε να αλλάζει ακόμα περισσότερο το κλίμα με το κοινό πλέον να εναντιώνεται στον Χόρναντεϊ και την τακτική του ζωολογικού κήπου, ενώ ακόμα και οι New York Times αρχίζουν να αλλάζουν τη θέση τους ασκώντας κριτική για τις συνθήκες διαβίωσης του Μπένγκα.
Σε άρθρο τους αναφέρεται πως «στέλνουμε ιεραποστόλους στην Αφρική για να τους κάνουμε χριστιανούς και όταν τους φέρνουμε εδώ τους βασανίζουμε».
Την ίδια στιγμή το κοινό άρχισε να γίνεται ακόμα πιο ενοχλητικό και ο Μπένγκα άρχισε να προβάλλει ακόμα περισσότερη αντίσταση και να γίνεται βίαιος. Όταν οι υπάλληλοι τον πήγαιναν στο κλουβί του μπορεί να τους χτυπούσε ή να τους δάγκωνε σε μια προσπάθεια να ξεφύγει.
Ο αιδεσιμότατος Γκόρντον παρακαλούσε τον Χόρναντεϊ να πάρει τον Μπένγκα στο ορφανοτροφείο του, ωστόσο αυτό αρνιόταν εκτός αν ο Γκόρντον υποσχόταν ότι θα έδινε τον Μπένγκα στον Βέρνερ όταν αυτός επέστρεφε στην Νέα Υόρκη. Ο Γκόρντον δεν δεχόταν καθώς δεν ήθελε να επιστρέψει στα χέρια του ανθρώπου που τον αιχμαλώτισε.
Η απελευθέρωση
Τελικά, στις 28 Σεπτεμβρίου 1906 – 20 ημέρες μετά την έναρξη της έκθεσης- ο Μπένγκα έφυγε από τον ζωολογικό κήπο μαζί με τον Βέρνερ χωρίς σχεδόν κανείς να τους καταλάβει. Δεν ενημερώθηκαν οι δημοσιογράφοι ενώ το κοινό δεν ήταν παρόν. Οδηγήθηκε στο ορφανοτροφείο για έγχρωμους Howard Coloured Orphan Asylum, το οποίο διοικούσε ο αιδεσιμότατος Γκόρντον.
«Μοιάζει περισσότερο με ένα μικρό έγχρωμο αγόρι με ασυνήθιστη οικειότητα και περιέργεια. Τώρα, το σχέδιό μας είναι αυτό: Θα του συμπεριφερθούμε ως φιλοξενούμενο. Του δώσαμε το δικό του δωμάτιο, όπου μπορεί ακόμα και να καπνίσει αν το θελήσει», ανέφερε ο Γκόρντον τονίζοντας ότι ο Μπένγκα έχει μάθει ήδη εντυπωσιακά μεγάλο αριθμό λέξεων και σύντομα θα μπορεί να εκφράζεται. «Αυτή είναι αρχή της εκπαίδευσής του», τόνισε.
Πράγματι, ο Μπένγκα επιμορφώθηκε μέσα στο ορφανοτροφείο, ενώ τον Ιανουάριο του 1910 στάλθηκε στο Λίντσμπουργκ της Βιρτζίνια για να φοιτήσει στο Θεολογικό Κολέγιο της πόλης, στο οποίο φοιτούσαν και δίδασκαν μόνο Αφροαμερικάνοι.
Παράλληλα, ήταν το μόνο σχολείο για μαύρους που δεν πρόσφερε γνώσεις για τεχνικά επαγγέλματα αλλά για θεωρητικές τέχνες.
Εκεί ο Μπένγκα έζησε στο σπίτι της χήρας του πρώην προέδρου του Κολεγίου, της Μέρι Χάγιες Άλεν, μαζί με τα επτά παιδιά της. Ο Μπένγκα κυκλοφορούσε συνήθως ξυπόλητος και οδηγούσε συχνά τα νέα παιδιά της γειτονιάς στο δάσος διδάσκοντάς τους κυνήγι, πώς να φτιάχνουν βέλη, να κυνηγούν άγριες γαλοπούλες και σκίουρους και να παγιδεύουν μικρά ζώα. Συχνά τους διηγούνταν με τα σπασμένα του αγγλικά ιστορίες κυνηγιού από την πατρίδα του. Ο Μπένγκα είχε επιτέλους βρει μια θετή οικογένεια.
Ωστόσο, οι εμπειρίες που είχε βιώσει από πολύ νωρίς είχαν αφήσει πολύ βαθιά το σημάδι τους. Μόνο ο ίδιος μπορούσε να ξέρει όσα είχε περάσει τόσο στην Αμερική όσο και πίσω στην Αφρική. Τα αγόρια από την γειτονιά ανέφεραν στη συνέχεια ότι κάποιες νύχτες πήγαινε μόνος του και άναβε φωτιά χορεύοντας και τραγουδώντας γύρω από αυτή.
Το 1916 ο Μπένγκα άρχισε να χάνει το ενδιαφέρον του για τις εκδρομές του με τα παιδιά για κυνήγι και ψάρεμα, ενώ συχνά επέλεγε να μείνει μόνος του. Για ώρες μπορεί να στεκόταν σιωπηλός κάτω από ένα δέντρο. Κάποια από τα παιδιά που ζούσαν στη γειτονιά, όταν μεγάλωσαν θυμούνταν ακόμα ότι τον άκουγαν να τραγουδά ένα τραγούδι που είχε μάθει στο κολέγιο: «Πιστεύω θα πάω σπίτι / Κύριε δεν θα με βοηθήσεις;»
Αργά το απόγευμα στις 19 Μαρτίου 1916, τα αγόρια είδαν πάλι τον Μπένγκα να μαζεύει ξύλα για να φτιάξει μια φωτιά γύρω από την οποία χόρεψε και τραγούδησε. Τη νύχτα, ο Ότα Μπένγκα βγήκε από το σπίτι και πήρε ένα όπλο που είχε κρύψει σε ένα δέντρο. Λίγο πριν το ξημέρωμα αυτοκτόνησε με μια σφαίρα στην καρδιά.
Η διαστρεβλωμένη αλήθεια
Ο Μπένγκα δεν μπόρεσε να πει ποτέ ο ίδιος την ιστορία του και να καταγράψει όλα όσα του συνέβησαν και όσα ο ίδιος αισθανόταν. Έτσι, οι «ισχυροί» της εποχής… ανέλαβαν να φτιάξουν την ιστορία του με μισές ή παραποιημένες αλήθειες ή ακόμα και καταφανή ψέματα σε μια προσπάθεια να καλύψουν τις πράξεις τους.
Μάλιστα, ο εγγονός του Σάμιουελ Βέρνερ έφτασε στο σημείο σε ένα βιβλίο του το 1992 να υποστηρίξει ότι ο παππούς του και ο Μπένγκα ήταν πολύ καλοί φίλοι και ότι ο ίδιος λάτρευε να δίνει παραστάσεις για τους Αμερικανούς.
Καθώς τα χρόνια περνούσαν και οι 20 μέρες του Σεπτέμβρη είχαν ξεχαστεί ο ζωολογικός κήπος άρχισε να παρουσιάζει τον Μπένγκα ως υπάλληλο που απλώς του αρέσει να μένει στο κλουβί και να φροντίζει τα ζώα, μια θέση που συνεχιζόταν να υποστηρίζεται για πολλά χρόνια.
Το 1916 μετά τον θάνατο του Μπένγκα, οι New York Times υποστήριξαν ότι είναι «αστικός μύθος» η έκθεση του στον ζωολογικό κήπο. «Το γεγονός ότι εργαζόταν εκεί έδωσε τροφή σ’ αυτές τις αστήρικτες αναφορές ότι κρατούνταν στο πάρκο ως έκθεμα στο κλουβί των πιθήκων», ανέφερε μόλις μια δεκαετία αφού η ίδια είχε παρουσιάζει το γεγονός!
Ωστόσο, γράμματα από εκείνη την εποχή και σημειώσεις από το πεδίο της ανθρωπολογίας αποκαθιστούν σιγά σιγά την αλήθεια γύρω από την ιστορία του Μπένγκα.
Τελικά, μόλις τώρα, ο ζωολογικός κήπος του Μπρονξ παραδέχθηκε αυτό που δεν είχε τολμήσει να κάνει εδώ και 114 χρόνια. Με μια ανακοίνωσή του ο διευθυντής του Wildlife Conservation Society (WCS), Κρίστιαν Σάμπερ, παραδέχεται την απάνθρωπη μεταχείριση του Ότα Μπένγκα και απολογείται για την στάση του πάρκου όχι μόνο τότε αλλά και για ολόκληρο τον επόμενο αιώνα.
Ο Σάμπερ στο μήνυμά του αναφέρεται στις διαδηλώσεις που έχουν ξεσπάσει στις ΗΠΑ μετά τους συνεχείς θανάτους Αφροαμερικανών από λευκούς αστυνομικούς τονίζοντας ότι ο WCS θα πρέπει να κοιτάξει με θάρρος την δική του ιστορία και να αντιμετωπίσει τα λάθη του παρελθόντος.
«Πρώτα απ’ όλα απολογούμαστε για την μεταχείριση ενός νεαρού από την Κεντρική Αφρική από την φυλή των Μπούτι, του σημερινού Κονγκό.
Το όνομά του ήταν Ότα Μπένγκα.
Οι αρχές του ζωολογικού κήπου του Μπρονξ, υπό τον Γουίλιαμ Χόρναντεϊ, τοποθέτησαν τον Μπένγκα στο Σπίτι των Πιθήκων του πάρκου και για αρκετές μέρες κατά τη διάρκεια της εβδομάδας της 8ης Σεπτεμβρίου 1906 τον εξέθεταν πριν ξεκινήσουν οι αντιδράσεις από μαύρους κληρικούς που έφεραν πολύ γρήγορα τέλος σε αυτό το κατάπτυστο γεγονός με τον αιδεσιμότατο Τζέιμς Γκόρντον να κανονίζει στη συνέχεια την μεταφορά του σε ορφανοτροφείο. Έχοντας κλέψει από αυτόν την ανθρώπινη αξιοπρέπειά του και χωρίς να μπορεί να επιστρέψει σπίτι του, ο Ότα Μπένγκα αυτοκτόνησε μια δεκαετία μετά».
Παρόλο που έχουν περάσει 114 χρόνια και παρά την απολογητική διάθεση του, ο Σάμπερ στην ανακοίνωσή του αρκείται να πει ότι ο Μπένγκα εκτίθονταν «για αρκετές μέρες κατά τη διάρκεια της εβδομάδας της 8ης Σεπτεμβρίου 1906» αλλάζοντας ακόμα και τώρα την ιστορία μιας και ο Μπένγκα έμεινε στο πάρκο ως έκθεμα επί 20 ημέρες.
Ο Σάμπερ απολογήθηκε ακόμα και για την μακρά σχέση του ζωολογικού κήπου με επιστήμονες ένθερμους υποστηρικτές της ευγονικής που χαρακτήριζαν όσους ανθρώπους δεν ήταν λευκοί ως όντα «κατώτερου είδους».
Προανήγγειλε μάλιστα ότι θα δώσει στη δημοσιότητα όλα τα αρχεία του πάρκου που σχετίζονται με τον Ότα Μπένγκα σε μια προσπάθεια να αποκατασταθεί η αλήθεια.
«Σήμερα προκαλώ τον εαυτό μου και τους συνεργάτες μου να γίνουμε καλύτεροι και να μην κοιτάξουμε πότε μακριά όποτε και όταν συμβαίνει κάποια αδικία», καταλήγει.
Από το
amfipolinews
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου