Έφυγαν οι Γερμανοί κατακτητές και τον Δεκέμβριο του ΄44 και έπρεπε να φαγωθούμεμεταξύ μας.
Πείνα και των γονέων ...είχε μαυρίσει το μάτι τους όλα αυτά τα χρόνια..
Στις αυλές μαζευόντουσαν οι γυναίκες τα απογεύματα έπλεκαν και θυμόντουσαν τα πρόσφατα τότε χρόνια της Κατοχής αλλά και του Εμφυλίου.
Οι μπακάληδες δεν
είχαν και το καλύτερο όνομα....θα μου πείς κοίταγαν πρώτα για την οικογένειά τους αλλά δεν ήταν έτσι χωρίς φυσικά να παίρνει όλους η μπάλα.Στενό συγγενικό μου πρόσωπο έμενε και δούλευε σε ένα μπακαλόσπιτο...
Μπακαλόσπιτο το έλεγαν γιατί ήταν διώροφο με υπόγειο....επάνω το σπίτι κάτω το μπακάλικο και στο υπόγειο οι αποθήκες....
Αυτή η φουκαριάρα δούλευε από το πρωϊ μέχρι το βράδυ που πήγαινε να κοιμηθεί στο υπόγειο σε ένα πρόχειρο χώρο με εντολή να έχει τον νού της για κανένα κλέφτη....η ηλικία της 14 ετών.
Έβλεπε πολλά ...
Το μπακάλικο είχε ελάχιστα πράγματα στην μόστρα...τα πολλά ήταν στο υπόγειο και ο πελάτης κατέβαινε να ψωνίσει πάντα με χρυσαφικό ή λίρα...
Τα Κατοχικά χαρτονομίσματα ήταν για προσάναμα...
Και τι δεν έβλεπε η φουκαριάρα και πόσα δεν καταλάβαινε και αργότερα όταν τα θυμότανε προσπαθούσε να τα συνδέσει.
Υπέγραφαν κάτι χαρτιά οι πελάτες..έλεγε...έφευγαν κλαίγοντας ...
Άκουγε φωνές...."....μου έφαγες το οικόπεδο..."
Το αγόραζε κοψοχρονιά και του έδινε τρόφιμα για κάποιες ημέρες.
Φοβότανε...κρυβότανε...έκλεινε τα αυτιά της...
Ο μπακάλης θησαύριζε....και όταν αποχωρούσαν οι Γερμανοί και κατάλαβε τι θα γινόταν απλά έβγαλε ότι τρόφιμα είχε στο υπόγειο και τα μοίρασε στην γειτονιά δωρεάν.
Και έτρεχε ο κοσμάκης...και του φύλαγαν το χέρι...και τι καλός άνθρωπος.
Ένας άλλος γείτονας είχε στην Σοφοκλέους στο Κέντρο της Αθήνας μαγαζί ΛΙΠΗ-ΕΛΑΙΑ ΧΟΝΔΡΙΚΗ ΛΙΑΝΙΚΗ....
Στην Κατοχή και στον Εμφύλιο είχε μεταφέρει τα βαρέλια με το λάδι και τους τενεκέδες με τα λίπη στις αποθήκες που είχε στην μεγάλη αυλή του σπιτιού του για ασφάλεια.
Εκεί πήγαιναν στην ζούλα με το μπουκάλι χωμένο μέσα στο παλτό για λάδι δίνοντας ότι είχαν αλλά και προσέχοντας όταν έφευγαν μην τους δει κανένας πεινασμένος και τους λυντσάρει.
Δεν θυμήθηκα μπακάλη εκείνα τα χρόνια που να μην είχε τον τρόπο του....
Φορούσε την λευκή μπλούζα και για ταμείο στα χοντρά είχε την τσέπη του... τα κέρματα τα έριχνε στο ταμείο-συρτάρι στην τσίγκινη θήκη με τα χωρίσματα.
Χαζεύαμε όταν έχωνε βαθειά το χέρι στην τσέπη και έβγαζε εκείνο τον πάκο με τα χαρτονομίσματα για να δώσει ρέστα.
Έγλυφε το δάχτυλο για να μην κολλήσει κανένα παραπάνω και στην συνέχεια πήγαινε να βάλει φέτα...την έκοβε με το μαχαίρι από το βαρέλι και την έπιανε με το χέρι που είχε δώσει τα ρέστα για να στην τυλίξει στην λαδόκολα και μετά στην εφημερίδα.
Από το Πίσω στα παλιά
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου