Δευτέρα 12 Οκτωβρίου 2020

Ο μυστηριώδης πάπυρος του Φαραώ Αμενχοτέπ…

Αμένωφις Γ΄ (Αμενχοτέπ)

 Σύμφωνα με πληροφορίες των αγγλικών εφημερίδων, το Αρχαιολογικό Μουσείο του Καΐρου υπήρξε κατά τις αρχές της δεκαετίας του 1930 ένα θέατρο περιεργότατων φαινομένων. Ως γνωστόν, το μουσείο αυτό, μετά το Βρετανικό Μουσείο, περικλείει τα λαμπρότερα μνημεία των Φαραώ και κατέχει πλούτο παπύρων, όσο καμία άλλη συλλογή του κόσμου.

Στο διαμέρισμα, λοιπόν, των παπύρων συνέβη κάτι πολύ παράξενο, το οποίο

δεν είχε διευκρινιστεί και το οποίο είχε αρχίσει να προκαλεί την ιδέα ότι επρόκειτο για υπερφυσικά φαινόμενα.

Στην προθήκη με αριθμό 14 ήταν εναποτεθειμένοι πάπυροι, που ανάγονταν στην εποχή του βασιλέα Αμενχοτέπ (Αμένωφις Γ’). Οι πάπυροι αυτοί είχαν ανευρεθεί κατά το πλείστον μέσα σε τάφους και περιείχαν προσευχές ή επαίνους για την οικογένεια του θανόντος, προς τιμήν της οποίας είχαν γραφτεί.

Ένας από αυτούς τους παπύρους είχε προκαλέσει σε διάφορους αιγυπτιολόγους πολλούς κόπους, δεδομένου ότι ήταν ιδιαιτέρως φθαρμένος και συνεπώς, η ανάγνωσή του παρουσίαζε εξαιρετικές δυσκολίες. Ο εν λόγω πάπυρος περιελάμβανε έναν επαινετικό λόγο προς κάποιον ανώτερο ιερέα, ο οποίος είχε πέσει θύμα δολοφονικής απόπειρας.

Ένας νεαρός αιγυπτιολόγος από την Οξφόρδη είχε αναλάβει, το φθινόπωρο του 1930, το ακανθώδες έργο να μελετήσει και να διασαφηνίσει το περιεχόμενο του παπύρου. Δεν είχε παρέλθει πολύς καιρός αφ’ ότου ο Άγγλος επιστήμονας επιδόθηκε στο έργο αυτό, οπότε όλως αιφνιδίως ασθένησε και παρουσίασε συμπτώματα οξείας δηλητηρίασης. Οι ιατροί, για έναν ολόκληρο μήνα, πάλευαν να τον γλιτώσουν από τον θάνατο. Τελικά, ο ισχυρός οργανισμός του νεαρού υπερνίκησε τη μυστηριώδη ασθένεια.


Τον Φεβρουάριο του 1931, ένας άλλος αρχαιολόγος, ο Oliver Crewe, ενδιαφέρθηκε για τον πάπυρο αυτόν, τον οποίο υπέβαλε σε συστηματική μελέτη. Δύο ημέρες μετά, ο νέος αυτός ασθένησε με υψηλό πυρετό, αφού προηγουμένως παρουσίασε κι αυτός συμπτώματα δηλητηρίασης. Μετά από έναν ολόκληρο μήνα, εξακολουθούσε να χαροπαλεύει.

Η αλλόκοτη αυτή διπλή περίπτωση έκανε τους ειδικούς να πιστεύουν ότι δεν επρόκειτο για απλή σύμπτωση και ότι μεταξύ των δύο ασθενειών και του παπύρου υπήρχε μια ανεξήγητη σύνδεση, χωρίς βεβαίως να δύναται κανείς να αποδείξει τους ισχυρισμούς του.

Εν τω μεταξύ, γνωστοποιήθηκε μια άκρως παράξενη λεπτομέρεια. Ο κύλινδρος του παπύρου βρισκόταν παλαιότερα στην προθήκη με αριθμό 8 για πολλά χρόνια. Μια μέρα, όμως, ο φύλακας της συλλογής παρατήρησε ότι πάνω στην τζαμαρία της βιτρίνας αυτής είχε αποτυπωθεί μια ακριβέστατη απεικόνιση ενός μέρους της επιγραφής του παπύρου.

Ο κύλινδρος ήταν λίγο ανοιχτός και το ορατό μέρος της επιγραφής αποτυπώθηκε αυτομάτως πάνω στην προθήκη τόσο ζωηρά, ώστε κατορθώθηκε να τραβηχτεί και η σχετική φωτογραφία. Το πώς αποτυπώθηκε το ομοίωμα της επιγραφής του παπύρου πάνω στην προστατευτική βιτρίνα, θεωρήθηκε απολύτως αινιγματικό και μυστηριώδες. Η φωτογραφία, που πιστοποιούσε την αυθεντικότητα του περίεργου γεγονότος, βρίσκεται σήμερα στην κατοχή του Αρχαιολογικού Μουσείου του Καΐρου.

Λίγα χρόνια πριν, εξαιτίας των θανάτων ανθρώπων που σχετίζονταν με την ανακάλυψη των θησαυρών του Φαραώ Τουταγχαμόν, είχε εκφραστεί τελικά η υπόθεση ότι η περίφημη “Κατάρα των Φαραώ” δε σχετιζόταν διόλου με υπερφυσικά θέματα, αλλά στηριζόταν απολύτως σε υλική βάση.

Πολλοί φημισμένοι αιγυπτιολόγοι είχαν αναφέρει το έθιμο των Αιγυπτίων ιερέων της Παλαιάς Εποχής να παρασκευάζουν με ορισμένα δηλητηριώδη στοιχεία τις μούμιες υψηλών προσωπικοτήτων, όπως και τα οστά που είχαν εναποτεθεί στους τάφους, για να τα προφυλάξουν τοιουτοτρόπως από τους ιερόσυλους, που βεβήλωναν την αιώνια αταραξία τους από τη σύληση των τάφων τους.

 

Έτσι, ο μυστηριώδης πάπυρος του Αμενχοτέπ ήρθε να επιβεβαιώσει τη θεωρία αυτή. Τα συμπτώματα δηλητηρίασης, λοιπόν, τα οποία είχαν εμφανίσει οι δύο Άγγλοι αιγυπτιολόγοι, θα έπρεπε προφανώς να αποδοθούν στην επίδραση του τοξικού εκείνου στοιχείου, με το οποίο είχε παρασκευαστεί ο πάπυρος.

Επίσης, με τη χρήση κάποιου άγνωστου για εμάς ραδιενεργού στοιχείου που είχαν μεταχειριστεί οι ιερείς, ίσως να έγινε κατορθωτό να αποτυπωθεί τμήμα της επιγραφής του παπύρου πάνω στην επιφάνεια της προθήκης. Ως γνωστόν, τα ραδιενεργά σώματα εκπέμπουν συνεχώς ακτίνες, οι οποίες μπορούν να αμαυρώσουν τη φωτογραφική πλάκα. Κατά συνέπεια, το ράδιο δύναται να φωτογραφηθεί δια του ιδίου φωτός, όταν είναι περικλεισμένο σε ένα τεμάχιο χαρτιού, ευαίσθητου στο φως.


Η είδηση δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα “Η ΒΡΑΔΥΝΗ”, στις 05/03/1931…

Από το periergaa


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου