Σε ένα εν πλω ταξίδι 4.000 μιλίων, από την Ταϊτή μέχρι το Σαν Ντιέγκο, η Τάμι Όλνταμ (Tami Oldham Ashcraft) και ο αρραβωνιαστικός της Ρίτσαρντ Σαρπ (Richard Sharp) έπεσαν σε έναν τυφώνα κατηγορίας 4.
Πριν πέσει αναίσθητη, το τελευταίο πράγμα που θυμάται η Όλνταμ ήτα οι κραυγές του Σαρπ. Όταν ξύπνησε μετά από 27 ώρες, βρισκόταν στην καμπίνα του 44 ποδιών μήκους γιοτ τους, ενώ γύρω της υπήρχαν μόνο
νερό και συντρίμια. Ο αρραβωνιαστικός της είχε χαθεί και το ιστιοφόρο τους ήταν κατεστραμμένο, σαν αποτέλεσμα της συνάντησής τους με τον τυφώνα.
Για τις επόμενες 41 μέρες, η Όλνταμ θα ήταν μόνη της, ακυβέρνητη στη μέση του Ειρηνικού Ωκεανού, παλεύοντας να επιβιώσει.
Τρεις εβδομάδες πριν από την καταιγίδα, η Όλνταμ και ο Σαρπ ξείνησαν για ένα ταξίδι ρουτίνας. Οι δύο τους ήταν έμπειροι ιστιοπλόοι και περνούσαν πολύ από το χρόνο τους ταξιδεύοντας στα νησιά του Νοτίου Ειρηνικού με το μήκους 36 ποδιών ιστιοφόρο του Σαρπ. Ένιωθαν τον ωκεανό σπίτι τους και, κατά καιρούς, ήταν πιο άνετοι στη θάλασσα απ' ότι στη στεριά.
Τον Οκτώβριο του 1983, ένας φίλος ζήτησε από το ζευγάρι αν μπορούσαν να παραδώσουν ένα 44 ποδιών γιοτ, το Hazana, από την Ταϊτή στο Σαν Ντιέγκο. Αν και η απόσταση ήταν πάνω από 4.000 μίλια -και πολύ πιο μακρύ απ' ότι είχαν υπολογίσει αρχικά-, το ζευγάρι ήταν σίγουρο ότι θα τα κατάφερνε.
Ίσως και να τα κατάφερναν.
Η Όλνταμ και ο Σαρπ πριν ξεκινήσουν το ταξίδι τους
Τρεις εβδομάδες αφότου ξεκίνησαν το ταξίδι τους, χτύπησε η τραγωδία. Ο τυφώνας Raymond, ένας τυφώνας κατηγορίας 4, ξάφνιασε το ζευγάρι αλλάζοντας πορεία πιο σύντομα απ' ότι το περίμεναν. Καθώς βρισκόντουσαν ήδη στην πορεία της καταιγίδας, το ζευγάρι προσπάθησε να την ξεπεράσει. Και τότε, κύματα ύψους 40 ποδιών και άνεμοι 140 μιλίων/ώρα άρχισαν να χτυπούν το σκάφος.
Ο Σαρπ επέμενε η Όλνταμ να κατέβει στο κατάστρωμα, ενώ εκείνος δέθηκε στον ιμάντα ασφαλείας. Καθώς εκείνη έκλεινε την πόρτα, άκουσε τον Σαρπ να φωνάζει "Ω Θεέ μου" πριν το σκάφος ανατραπεί. Η Όλνταμ έπεσε με δύναμη στον τοίχο, πέφτοντας αναίσθητη.
Όταν ξύπνησε, ήταν περιτριγυρισμένη από την καταστροφή. Η κύρια καμπίνα ήταν γεμάτη νερό, τα κατάρτια ήταν σπασμένα και τα πανιά στο νερό. Παρ' όλα αυτά, κατά ένα παράξενο τρόπο, το σκάφος επέπλεε ακόμα.
Όμως, ο Σαρπ είχε χαθεί. Ο ιμάντας ασφαλείας ήταν κρεμασμένος στο νερό, αλλά ο αρραβωνιαστικός της δεν ήταν πουθενά. Η Όλνταμ σκέφτηκε ότι η δύναμη του ανέμου ήταν υπερβολικά ισχυρή, θα τον έριξε στη θάλασσα και έπεσε στα τεράστια κύματα.
Δεν είχε όμως την ώρα να πενθήσει τον υποτιθέμενο νεκρό αρραβωνιαστικό της. Το γιοτ βυθιζόταν και η ίδια είχε μια πληγή στο μέτωπο που πονούσε όλο και πιο πολύ. Μετά από περαιτέρω έρευνα, η Όλνταμ συνειδητοποίησε ότι ο κινητήρας, το σύστημα πλοήγησης και οι συσκευές εντοπισμού καταστάσεων έκτακτης ανάγκης είχαν επίσης κατεστραμένες.
Με ένα σπασμένο σωλήνα και με έναν φλόκο, έφτιαξε ένα αυτοσχέδιο πανί και κατόρθωσε να αντλήσει το νερό από την καμπίνα. Στην άδεια από νερό καμπίνα πλέον, βρήκε έναν εξάντα και ένα ρολόι, τα μοναδικά εργαλεία που είχε για να επιβιώσει και αυτά που θα χρησιμοποιούσε για να πλοηγηθεί μέχρι την πλησιέστερη ξηρά, το νησί Χίλο της Χαβάης, που απείχε 1.500 μίλια.
Αν και όλες οι πιθανότητες ήταν εναντίον της, η Τάμι Όλνταμ τα κατάφερε.
Βασιζόμενη στον εξάντα, σε κονσερβοποιημένες φρουτοσαλάτες και σαρδέλες, και την ελπίδα ότι ήταν σε ρεύματα που θα την πήγαιναν προς τη Χαβάη, η Τάμι πέρασε 41 μέρες προσπαθώντας να επιβιώσει. Τελικά, ένα ιαπωνικό ερευνητικό σκάφος εντόπισε το Hazana λίγο έξω από το λιμάνι και το ρυμούλκησε μέχρι το Χίλο.
Το Hazana όταν έφτασε στο λιμάνι του Hilo
Αν και η εμπειρία της ήταν οδυνηρή και χωρίς αμφιβολία τραυματική, η Τάμι βρήκε παρηγοριά γράφοντας την ιστορία της.
Αν και έξι χρόνια μετά το συμβάν δεν μπορούσε να διαβάσει λόγω του τραύματος στο κεφάλι της, κατόρθωσε να γράψει ολόκληρη την ιστορία της στο βιβλίο της "Red Sky in Mourning: A True Story of Love, Loss, and Survival at Sea". Αργότερα, το βιβλίο μεταφράστηκε σε οκτώ γλώσσες, κυκλοφόρησε σε δεκαπέντε χώρες και το 2018 έγινε ταινία με τίτλο Adrift (Μετά την Καταιγίδα).
"Σίγουρα, το πιο δύσκολο κομμάτι ήταν ο χαμός του Ρίτσαρντ", δήλωσε στην πρώτη συνέντευξή της για την εμπειρία της μετά την δημοσίευση του βιβλίου της. "Υπήρχαν φορές που δεν ήθελα να ζήσω γιατί δεν ήξερα πώς να συνεχίσω. Δε θα ερωτευόμουν ποτέ ξανά".
"Στην πραγματικότητα, ενώ βρισκόμουν σε κατάσταση επιβίωσης, η θλίψη μου ήταν αρκετά χαμηλή", συνέχισε. "Δεν ήταν τόσο έντονη όσο όταν έφτασα στην ακτή και είχε ολοκληρωθεί η επιβίωση και μπορούσα να δω ανθρώπους μαζί και όλα μου τον θύμιζαν. Ήμουν πολύ χάλια. Αλλά αυτό το ένστικτο επιβίωσης [ενώ βρισκόμουν στη θάλασσα] με ταρακούνησε. Με βοήθησε να επικεντρωθώ".
Σήμερα, η Τάμι ζει στο Νησί Σαν Χουάν στις ακτές της Ουάσιγκτον και ακόμη ασχολείται με την ιστιοπλοΐα. Αν και εξακολουθεί να θυμάται την εμπειρία της με τον -τότε- αρραβωνιαστικό της κάθε μέρα, παντρεύτηκε και έχει δύο παιδιά. Το μόνο σημάδι της εμπειρίας της είναι ένα μικροσκοπικό μενταγιόν με εξάντα, το οποίο φορά κάθε μέρα.
"Μου θυμίζει το πώς γύρισα. Μου έσωσε τη ζωή".
από: ati
Από το 3otiko
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου