Όλοι λίγο-πολύ έχουμε ακουστά τον Μάρκο Πόλο, τον Κολόμβο, και άλλους μεγάλους ταξιδευτές και εξερευνητές. Ελάχιστοι όμως έχουν ακούσει τον Ιμπν Μπατούτα, έναν Μουσουλμάνο λόγιο του Μεσαίωνα που ταξίδεψε πάνω από 120.700 χλμ σε όλο -τον τότε γνωστό- κόσμο.
Γεννημένος το 1304 στην Ταγγέρη του Μαρόκου, ο Μαροκινός και Βέρβερος περιηγητής -το πλήρες όνομα του οποίου είναι Αμπού Αμπντάλα Μοχάμεντ ιντ Αμπντάλαχ λ-Λαβουάτι τ-Τανγκί ιμπν Μπατούτα- δήλωσε ότι
ταξίδεψε εκεί που σήμερα ονομάζουμε Βόρεια Αφρική, Ανατολική Ευρώπη, Μέση Ανατολή, Ινδία και Κίνα και επισκέφτηκε περιοχές που σήμερα απαρτίζουν 44 χώρες. Επειδή υπαγόρευσε τις εμπειρίες του σε έναν γραφέα, μπορούμε να διαβάσουμε σχετικά με τα τα ξίδια του στο έργο του Rihla (Ρίχλα), δηλαδή "Ταξίδι".
Γεννημένος σε μια οικογένεια νομοθετών, ο Ιμπν Μπατούτα ήθελε να κάνει προσκύνημα στη Μέκκα (Χατζ, το ετήσιο Ισλαμικό προσκύνημα στην Μέκκα. Θεωρείται το υποχρεωτικό θρησκευτικό καθήκον των Μουσουλμάνων, και πρέπει να εκτελεστεί τουλάχιστον μια φορά κατά την διάρκεια της ζωής τους, από όλους όσους είναι σωματικά και οικονομικά ικανοί να κάνουν το ταξίδι, και μπορούν να συντηρήσουν την οικογένεια τους κατά την απουσία τους. Είναι ένας από τους πέντε στύλους του Ισλάμ). Το 1325, στην ηλικία των 21 χρονών (22 με το σεληνιακό ημερολόγιο), έφυγε από τη πατρικό του στην Ταγγέρη, αναγνωρίζοντας στο Ρίχλα ότι λυπούνται που άφηνε τους γονείς του.
Στο δρόμο του προς τη Μέκκα, πέρασε από την Αίγυπτο και τη Συρία, κάνοντας φίλους και παντρεύτηκε μια νέα γυναίκα. Σταμάτησε στην Αλεξάνδρεια, την οποία αποκάλεσε όμορφη, καλοφτιαγμένη πόλη -και την οποία αργότερα θα αποκαλούσε ένα από τα πέντε πιο μαγευτικά μέρη που επισκέφθηκε ποτέ. Αναφέρει επίσης τις επισκέψεις του σε χριστιανικά ιερά μέρη στην Ιερουσαλήμ: τη Βηθλεέμ, τον τάφο της Παναγίας και τον τόπο ταφής του Ιησού. Τον άρεσε η Δαμασκός, για την οποία ανέφερε ότι "ξεπερνά όλες τις άλλες πόλεις σε ομορφιά" και μίλησε για το Μέγα Τέμενος Ομεϋαδών της πόλης.
Επισκέφτηκε το Κάιρο και πέρασε το Ραμαζάνι στη Δαμασκό. Στη συνέχεια πήγε στη Μεδίνα της Σαουδικής Αραβίας, την ιερή ισλαμική πόλη όπου στεγάζεται ο τάφος του Μωάμεθ. Τελικά, το 1326 έφτασε στη Μέκκα και συμμετείχε στο Χατζ. Θα μπορούσε να τελειώσει τα ταξίδια του, αλλά τότε, τον υποκίνησαν νέες περιπέτειες. Ισχυρίστηκε ότι είδε ένα όνειρο στο οποίο ανέβαινε στα φτερά ενός μεγάλου πουλιού, που πετούσε σε διάφορες κατευθύνσεις πριν "προσγειωθεί σε μια σκοτεινή και πράσινη χώρα, όπου με άφησε". Ένας ιερέας ερμήνευσε ότι έδειχνε στον Μπατούτα να συνεχίσει τα ταξίδια του σε όλη τη Μέση Ανατολή και την Ινδία. Και πράγματι, το έκανε.
Το ταξίδι ήταν επικίνδυνο λόγω των ληστές και των πειρατών. Κατά τη διάρκεια πολλών δεκαετιών που ο Ιμπν Μπατούτα ήταν στο δρόμο, τον λήστεψαν, του επιτέθηκαν και ναυάγησε. Επέζησε από πυρετούς, διάρροια και μοναξιά, ταξίδεψε με καμήλες, με φορτάμαξες, με τα πόδια, με πλοίο και μαζί με άλλους προσκυνητές για ασφάλεια. Στις πόλεις που επισκέφθηκε, ο Μπατούτα συνάντησε τοπικούς άρχοντες που του έδωσαν ασημένια νομίσματα, χρυσό, μαλλί, ρόμπες, φαγητό, κεριά, δούλους και μέρος να κοιμηθεί. Λόγω του ότι ήταν Μουσουλμάνος μελετητής και νομοθέτης, οι Μουσουλμάνοι ηγέτες που γνώριζε τον αντιμετώπισαν ως αξιότιμο επισκέπτη. Επισκέφτηκε τεμένη και παζάρια, παρατηρώντας τα τελετουργικά, τα ρούχα και τα φαγητά των ντόπιων. Επίσης προσευχήθηκε, μελέτησε με θεολόγους και εργάστηκε ως νομοθέτης για την επίλυση διαφορών.
Έπλευσε στην Ερυθρά Θάλασσα, βλέποντας την Υεμένη, το Κέρας της Αφρικής και τη Σομαλία το 1331. Πριν πάει στην Παλαιστίνη, έκανε ακόμη ένα προσκύνημα στη Μέκκα. Στην Κωνσταντινούπολη, εντυπωσιάστηκε από την Αγία Σοφία (αλλά αποφάσισε, ως μη χριστιανός, να μην μπει) και γνώρισε τον Ανδρόνικο Γ' Παλαιολόγο, τον Βυζαντινό αυτοκράτορα. Έπειτα πέρασε από το Αφγανιστάν και έφτασε στην Ινδία μέσω του Χίντου Κους (ή Ινδοκούς ή Ινδοκούχος ή Ινδοκαύκασος, μεγάλος ορεινός όγκος ή οροσειρά στη νοτιοκεντρική Ασία).
Επειδή το Ρίχλα ήταν στα αραβικά, ήταν γνωστό ως επί το πλείστον μόνο στους Μουσουλμάνους, μέχρις ότου, ένας Γερμανός επιστήμονας στις αρχές του 1800 βρήκε ένα χειρόγραφο και δημοσιεύθηκε μια μετάφραση το 1818. Οι μελετητές πιστεύουν ότι ο Ομπν Μπατούτα πιθανότατα δεν επισκέφτηκε προσωπικά όλες τις πόλεις που περιγράφει, και σαν παράδειγμα φέρνουν τη σχετική ασάφεια των περιγραφών του για την Κίνα. Μπορεί να εμπλούτισε κάποιες περιγραφές με ανέκδοτα που είχε ακούσει από ανθρώπους που γνώρισε ή με αποσπάσματα από προηγούμενα ταξιδιωτικά κείμενα, και έκανε μερικά γεωγραφικά λάθη. Για παράδειγμα, πίστευε ότι ο ποταμός Νίγηρας ήταν παραπόταμος του Νείλου. Εντούτοις, αυτά τα λάθη μπορεί να ήταν αποτέλεσμα μιας θολής μνήμης, καθώς ο Μπατούτα θυμήθηκε ταξίδια που είχαν γίνει δεκαετίες πριν.
Το έργο του Μπατούτα είναι σημαντικό, διότι παρέχει στους ιστορικούς περιγραφές τεράστιων πτυχών του μη δυτικού κόσμου του 14ου αιώνα. Προσφέρει επίσης πολύτιμες πληροφορίες σχετικά με τη συμπεριφορά των Μουσουλμάνων απέναντι στον γάμο, τη δουλεία και άλλες κοινωνικές πτυχές.
Σήμερα, ένας κρατήρας στο φεγγάρι ονομαστεί από τον Ιμπν Μαπτούτα, όπως και το αεροδρόμιο στην Ταγγέρη.
από: mental floss
Από το 3otiko
Follow @tiniosΓεννημένος το 1304 στην Ταγγέρη του Μαρόκου, ο Μαροκινός και Βέρβερος περιηγητής -το πλήρες όνομα του οποίου είναι Αμπού Αμπντάλα Μοχάμεντ ιντ Αμπντάλαχ λ-Λαβουάτι τ-Τανγκί ιμπν Μπατούτα- δήλωσε ότι
ταξίδεψε εκεί που σήμερα ονομάζουμε Βόρεια Αφρική, Ανατολική Ευρώπη, Μέση Ανατολή, Ινδία και Κίνα και επισκέφτηκε περιοχές που σήμερα απαρτίζουν 44 χώρες. Επειδή υπαγόρευσε τις εμπειρίες του σε έναν γραφέα, μπορούμε να διαβάσουμε σχετικά με τα τα ξίδια του στο έργο του Rihla (Ρίχλα), δηλαδή "Ταξίδι".
Γεννημένος σε μια οικογένεια νομοθετών, ο Ιμπν Μπατούτα ήθελε να κάνει προσκύνημα στη Μέκκα (Χατζ, το ετήσιο Ισλαμικό προσκύνημα στην Μέκκα. Θεωρείται το υποχρεωτικό θρησκευτικό καθήκον των Μουσουλμάνων, και πρέπει να εκτελεστεί τουλάχιστον μια φορά κατά την διάρκεια της ζωής τους, από όλους όσους είναι σωματικά και οικονομικά ικανοί να κάνουν το ταξίδι, και μπορούν να συντηρήσουν την οικογένεια τους κατά την απουσία τους. Είναι ένας από τους πέντε στύλους του Ισλάμ). Το 1325, στην ηλικία των 21 χρονών (22 με το σεληνιακό ημερολόγιο), έφυγε από τη πατρικό του στην Ταγγέρη, αναγνωρίζοντας στο Ρίχλα ότι λυπούνται που άφηνε τους γονείς του.
Στο δρόμο του προς τη Μέκκα, πέρασε από την Αίγυπτο και τη Συρία, κάνοντας φίλους και παντρεύτηκε μια νέα γυναίκα. Σταμάτησε στην Αλεξάνδρεια, την οποία αποκάλεσε όμορφη, καλοφτιαγμένη πόλη -και την οποία αργότερα θα αποκαλούσε ένα από τα πέντε πιο μαγευτικά μέρη που επισκέφθηκε ποτέ. Αναφέρει επίσης τις επισκέψεις του σε χριστιανικά ιερά μέρη στην Ιερουσαλήμ: τη Βηθλεέμ, τον τάφο της Παναγίας και τον τόπο ταφής του Ιησού. Τον άρεσε η Δαμασκός, για την οποία ανέφερε ότι "ξεπερνά όλες τις άλλες πόλεις σε ομορφιά" και μίλησε για το Μέγα Τέμενος Ομεϋαδών της πόλης.
Ο Ιμπν Μπατούτα - πηγή |
Το ταξίδι ήταν επικίνδυνο λόγω των ληστές και των πειρατών. Κατά τη διάρκεια πολλών δεκαετιών που ο Ιμπν Μπατούτα ήταν στο δρόμο, τον λήστεψαν, του επιτέθηκαν και ναυάγησε. Επέζησε από πυρετούς, διάρροια και μοναξιά, ταξίδεψε με καμήλες, με φορτάμαξες, με τα πόδια, με πλοίο και μαζί με άλλους προσκυνητές για ασφάλεια. Στις πόλεις που επισκέφθηκε, ο Μπατούτα συνάντησε τοπικούς άρχοντες που του έδωσαν ασημένια νομίσματα, χρυσό, μαλλί, ρόμπες, φαγητό, κεριά, δούλους και μέρος να κοιμηθεί. Λόγω του ότι ήταν Μουσουλμάνος μελετητής και νομοθέτης, οι Μουσουλμάνοι ηγέτες που γνώριζε τον αντιμετώπισαν ως αξιότιμο επισκέπτη. Επισκέφτηκε τεμένη και παζάρια, παρατηρώντας τα τελετουργικά, τα ρούχα και τα φαγητά των ντόπιων. Επίσης προσευχήθηκε, μελέτησε με θεολόγους και εργάστηκε ως νομοθέτης για την επίλυση διαφορών.
Έπλευσε στην Ερυθρά Θάλασσα, βλέποντας την Υεμένη, το Κέρας της Αφρικής και τη Σομαλία το 1331. Πριν πάει στην Παλαιστίνη, έκανε ακόμη ένα προσκύνημα στη Μέκκα. Στην Κωνσταντινούπολη, εντυπωσιάστηκε από την Αγία Σοφία (αλλά αποφάσισε, ως μη χριστιανός, να μην μπει) και γνώρισε τον Ανδρόνικο Γ' Παλαιολόγο, τον Βυζαντινό αυτοκράτορα. Έπειτα πέρασε από το Αφγανιστάν και έφτασε στην Ινδία μέσω του Χίντου Κους (ή Ινδοκούς ή Ινδοκούχος ή Ινδοκαύκασος, μεγάλος ορεινός όγκος ή οροσειρά στη νοτιοκεντρική Ασία).
Ο Ιμπν Μπατούτα στην Αίγυπτο, ελαιογραφία του 19ου αιώνα - πηγή |
Αρχίζοντας το 1333, εργάστηκε ως δικαστής για πολλά χρόνια στο Δελχί για τον σουλτάνο. Κατά τη διάρκεια μιας περιόδου μεγάλης αναταραχής στην Ινδία, ο σουλτάνος έστειλε τον Ιμπν Μπατούτα ως πρεσβευτή του στου Μογγόλους στην Κίνα. Κατά τη διάρκεια του ταξιδιού, το πλοίο που μετέφερε όλες τις αποσκευές του βυθίστηκε και βρέθηκε φτωχός πίσω στην Ινδία. Αντί να γυρίσει στο Δελχί (όπου ήταν σίγουρος ότι ο σουλτάνος θα τον εκτελούσε επειδή απέτυχε στην αποστολή του), ο Μπατούτα έφυγε και πάλι για την Κίνα, σταματώντας στις Μαλδίβες, όπου υπηρέτησε ως επικεφαλής δικαστής και παντρεύτηκε την κόρη του σουλτάνου (συνολικά, κατά τη διάρκεια των ταξιδιών του, παντρεύτηκε 10 γυναίκες). Συνέχισε στη Σρι Λάνκα και στο Βιετνάμ, φτάνοντας στην Κίνα το 1345. Περιέγραψε το Σινικό Τείχος, επαίνεσε τα ξύλινα πλοία που είδε στην πόλη Χανγκτσόου, επισκέφθηκε την αυτοκρατορική αυλή της δυναστείας Γιουάν στο Πεκίνο και πέρασε χρόνο με Μουσουλμάνους έμπορους που ζούσαν σε ένα συγκεκριμένο τμήμα της Κίνας.
Μετά από την Κίνα, ο Ιμπν Μπατούκα πήγε στη Σαρδηνία και τη Φεζ, φτάνοντας πίσω στην Ταγγέρη το 1349 -καθώς ο Μαύρος Θάνατος έπληττε την Ευρώπη και τη Βόρεια Αφρική. Ανικανοποίητος και μη μπορώντας να μείνει, έπλευσε προς την Ισπανία, βλέποντας το Γιβραλτάρ, την Βαλένθια και τους οπωρώνες, τους αμπελώνες και τους κήπους της Γρανάδας γύρω στο 1350. Επέστρεψε στο Μαρόκο, περιγράφοντας τα θαυμάσια τζαμιά στο Μαρακές και επισκέφθηκε το Μάλι και το Τιμπουκτού, κάνοντας ένα κοπιαστικό ταξίδι στην έρημο της Σαχάρας.
Το 1354, επέστρεψε πάλι στο σπίτι του στο Μαρόκο. Ο σουλτάνος προσέλαβε έναν ποιητή, τον Ibn Juzayy, για να δουλέψει με τον Ιμπν Μπατούτα ενώ ο μεγάλος εξερευνητής περιέγραφε, από μνήμης, τις εμπειρίες που είχε σχεδόν 30 χρόνια. Μαζί δημιούργησαν το Ρίχλα. Ο Μπατούτα έγινε δικαστής στο Μαρόκο μέχρι το θάνατό του, στα τέλη της δεκαετίας του 1360.
Επειδή το Ρίχλα ήταν στα αραβικά, ήταν γνωστό ως επί το πλείστον μόνο στους Μουσουλμάνους, μέχρις ότου, ένας Γερμανός επιστήμονας στις αρχές του 1800 βρήκε ένα χειρόγραφο και δημοσιεύθηκε μια μετάφραση το 1818. Οι μελετητές πιστεύουν ότι ο Ομπν Μπατούτα πιθανότατα δεν επισκέφτηκε προσωπικά όλες τις πόλεις που περιγράφει, και σαν παράδειγμα φέρνουν τη σχετική ασάφεια των περιγραφών του για την Κίνα. Μπορεί να εμπλούτισε κάποιες περιγραφές με ανέκδοτα που είχε ακούσει από ανθρώπους που γνώρισε ή με αποσπάσματα από προηγούμενα ταξιδιωτικά κείμενα, και έκανε μερικά γεωγραφικά λάθη. Για παράδειγμα, πίστευε ότι ο ποταμός Νίγηρας ήταν παραπόταμος του Νείλου. Εντούτοις, αυτά τα λάθη μπορεί να ήταν αποτέλεσμα μιας θολής μνήμης, καθώς ο Μπατούτα θυμήθηκε ταξίδια που είχαν γίνει δεκαετίες πριν.
Το έργο του Μπατούτα είναι σημαντικό, διότι παρέχει στους ιστορικούς περιγραφές τεράστιων πτυχών του μη δυτικού κόσμου του 14ου αιώνα. Προσφέρει επίσης πολύτιμες πληροφορίες σχετικά με τη συμπεριφορά των Μουσουλμάνων απέναντι στον γάμο, τη δουλεία και άλλες κοινωνικές πτυχές.
Σήμερα, ένας κρατήρας στο φεγγάρι ονομαστεί από τον Ιμπν Μαπτούτα, όπως και το αεροδρόμιο στην Ταγγέρη.
από: mental floss
Από το 3otiko
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου