Ο Ευμένιος Ξηρουδάκης (1850 – 1920) ήταν Μητροπολίτης Κρήτης και ένας από τους δυναμικότερους ιεράρχες της Ελλάδος.
Γεννήθηκε στη Κωνσταντινούπολη το 1850, (κατ΄ άλλους το 1845) διατηρώντας καταγωγή από τα Σφακιά της Κρήτης, με το κοσμικό όνομα Νικόλαος. Όταν ολοκλήρωσε τις σπουδές του στη Θεολογική Σχολή της Χάλκης διορίστηκε δάσκαλος στα Σφακιά και αργότερα σχολάρχης στα Χανιά. Το 1880 επέστρεψε στη Κωνσταντινούπολη όπου και
ανέλαβε καθηγητής στη Σχολή της Χάλκης.
Το 1886 επί πατριαρχίας Ιωακείμ Γ΄ του Μεγαλοπρεπούς, χειροτονήθηκε επίσκοπος όπου και ανέλαβε την ιερά επισκοπή Λάμπης και Σφακίων στη Κρήτη. Σημαντικότερο έργο του στη περίοδο εκείνη ήταν η δημιουργία της Ιεράς Σχολής του Αγίου Πνεύματος. Τη θέση αυτή του επισκόπου διατήρησε μέχρι το 1898 όπου και εκλέχθηκε μητροπολίτης Κρήτης ως Ευμένιος Β΄, διαδεχόμενος τον θανόντα Τιμόθεο Καστρινογιαννάκη.
Την εκλογή όμως αυτή δεν την αναγνώρισε ο τότε σύμβουλος της Δικαιοσύνης της Κρήτης Ελευθέριος Βενιζέλος που διατηρούσε και την πλειοψηφία του Εκτελεστικού στην ύπαιθρο, με το αιτιολογικό αφενός ότι η ανάδειξή του Ευμένιου έγινε από το Οικουμενικό Πατριαρχείο, επί πατριαρχίας Κωνσταντίνου Ε΄, και όχι από τον κρητικό λαό και αφετέρου ότι η ενθρόνιση – εγκατάστασή του θα συνοδεύονταν από φιρμάνι του Σουλτάνου, κατά την περίοδο που η Κρήτη τελούσε υπό κηδεμονία των Μεγάλων Δυνάμεων και όδευε σε αυτονομία.
Παρότι όμως δεν ακολούθησε σχετικό φιρμάνι, (που μπορεί να εκδόθηκε όπως προβλέπονταν και στη συνέχεια ν΄ ανακλήθηκε), ο Ε. Βενιζέλος συνέχιζε να επιμένει στη μη αναγνώριση της εκλογής του Ευμένιου Β΄ με συνέπεια οι σχέσεις των δύο ανδρών να ψυχραθούν με ότι σήμαινε αυτό για το χριστεπώνυμο πλήρωμα της τοπικής εκκλησίας.
Τελικά ο Ε. Βενιζέλος προφανώς κατόπιν πιέσεων αναγνώρισε τον μητροπολίτη Κρήτης Ευμένιο Β, δύο χρόνια μετά την εκλογή του, το 1900.
Κατά την Επανάσταση του Θερίσου την άνοιξη του 1905, ο μητροπολίτης Κρήτης Ευμένιος Β’, πιεζόμενος από εκατοντάδες οπλισμένους Κρήτες, αναθεμάτισε τον Ελευθέριο Βενιζέλο, από την Ωραία Πύλη της Μητροπόλεως Ηρακλείου, ως εχθρό της πατρίδας και όργανο των ξένων δυνάμεων, που επεδίωκαν το χωρισμό της Κρήτης από την Ελλάδα. Ο αφορισμός περιελάμβανε, μεταξύ άλλων, τα εξής: «Αφωρισμένος είη ο Ελευθέριος Βενιζέλος παρά Θεού Παντοκράτορος και κατηραμένος και ασυγχώρητος και άλυτος μετά θάνατον…» Τούτο αποτελεί το δεύτερο από τα τρία αναθέματα που δέχθηκε ο Ελευθέριος Βενιζέλος κατά τον βίο του.
Αργότερα όταν εκδηλώθηκε το κίνημα της Εθνικής Άμυνας, το 1916, ο Ευμένιος Β΄ στράφηκε ενάντια προς αυτή, κατηγορώντας τη για ωμή παραβίαση συνταγματικών και χρηστών ηθών που θα οδηγούσαν τη Χώρα στη καταστροφή. Συνέπεια αυτού ήταν η κυβέρνηση του Βενιζέλου να διατάξει τη σύλληψη, την καθαίρεσή του, καθ΄ όλα παράνομη, και τον εκτοπισμό του στη Χίο, όπου και απέθανε από θλίψη τρία χρόνια μετά, στις 1 Απριλίου του 1920.
wikipedia, ngradio
Από το olympia
Γεννήθηκε στη Κωνσταντινούπολη το 1850, (κατ΄ άλλους το 1845) διατηρώντας καταγωγή από τα Σφακιά της Κρήτης, με το κοσμικό όνομα Νικόλαος. Όταν ολοκλήρωσε τις σπουδές του στη Θεολογική Σχολή της Χάλκης διορίστηκε δάσκαλος στα Σφακιά και αργότερα σχολάρχης στα Χανιά. Το 1880 επέστρεψε στη Κωνσταντινούπολη όπου και
ανέλαβε καθηγητής στη Σχολή της Χάλκης.
Το 1886 επί πατριαρχίας Ιωακείμ Γ΄ του Μεγαλοπρεπούς, χειροτονήθηκε επίσκοπος όπου και ανέλαβε την ιερά επισκοπή Λάμπης και Σφακίων στη Κρήτη. Σημαντικότερο έργο του στη περίοδο εκείνη ήταν η δημιουργία της Ιεράς Σχολής του Αγίου Πνεύματος. Τη θέση αυτή του επισκόπου διατήρησε μέχρι το 1898 όπου και εκλέχθηκε μητροπολίτης Κρήτης ως Ευμένιος Β΄, διαδεχόμενος τον θανόντα Τιμόθεο Καστρινογιαννάκη.
Την εκλογή όμως αυτή δεν την αναγνώρισε ο τότε σύμβουλος της Δικαιοσύνης της Κρήτης Ελευθέριος Βενιζέλος που διατηρούσε και την πλειοψηφία του Εκτελεστικού στην ύπαιθρο, με το αιτιολογικό αφενός ότι η ανάδειξή του Ευμένιου έγινε από το Οικουμενικό Πατριαρχείο, επί πατριαρχίας Κωνσταντίνου Ε΄, και όχι από τον κρητικό λαό και αφετέρου ότι η ενθρόνιση – εγκατάστασή του θα συνοδεύονταν από φιρμάνι του Σουλτάνου, κατά την περίοδο που η Κρήτη τελούσε υπό κηδεμονία των Μεγάλων Δυνάμεων και όδευε σε αυτονομία.
Παρότι όμως δεν ακολούθησε σχετικό φιρμάνι, (που μπορεί να εκδόθηκε όπως προβλέπονταν και στη συνέχεια ν΄ ανακλήθηκε), ο Ε. Βενιζέλος συνέχιζε να επιμένει στη μη αναγνώριση της εκλογής του Ευμένιου Β΄ με συνέπεια οι σχέσεις των δύο ανδρών να ψυχραθούν με ότι σήμαινε αυτό για το χριστεπώνυμο πλήρωμα της τοπικής εκκλησίας.
Τελικά ο Ε. Βενιζέλος προφανώς κατόπιν πιέσεων αναγνώρισε τον μητροπολίτη Κρήτης Ευμένιο Β, δύο χρόνια μετά την εκλογή του, το 1900.
Κατά την Επανάσταση του Θερίσου την άνοιξη του 1905, ο μητροπολίτης Κρήτης Ευμένιος Β’, πιεζόμενος από εκατοντάδες οπλισμένους Κρήτες, αναθεμάτισε τον Ελευθέριο Βενιζέλο, από την Ωραία Πύλη της Μητροπόλεως Ηρακλείου, ως εχθρό της πατρίδας και όργανο των ξένων δυνάμεων, που επεδίωκαν το χωρισμό της Κρήτης από την Ελλάδα. Ο αφορισμός περιελάμβανε, μεταξύ άλλων, τα εξής: «Αφωρισμένος είη ο Ελευθέριος Βενιζέλος παρά Θεού Παντοκράτορος και κατηραμένος και ασυγχώρητος και άλυτος μετά θάνατον…» Τούτο αποτελεί το δεύτερο από τα τρία αναθέματα που δέχθηκε ο Ελευθέριος Βενιζέλος κατά τον βίο του.
Αργότερα όταν εκδηλώθηκε το κίνημα της Εθνικής Άμυνας, το 1916, ο Ευμένιος Β΄ στράφηκε ενάντια προς αυτή, κατηγορώντας τη για ωμή παραβίαση συνταγματικών και χρηστών ηθών που θα οδηγούσαν τη Χώρα στη καταστροφή. Συνέπεια αυτού ήταν η κυβέρνηση του Βενιζέλου να διατάξει τη σύλληψη, την καθαίρεσή του, καθ΄ όλα παράνομη, και τον εκτοπισμό του στη Χίο, όπου και απέθανε από θλίψη τρία χρόνια μετά, στις 1 Απριλίου του 1920.
wikipedia, ngradio
Από το olympia
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου