Τα Σαββατόβραδα, ο διευθυντής της εφημερίδας «Βραδυνή», Τζώρτζης Αθανασιάδης, συνήθιζε να παίζει τάβλι με τον φίλο του, Βαγγέλη Κουρλιμπίνη. Κάθονταν μέχρι αργά στο γραφείο, ώσπου το κτίριο άδειαζε από κόσμο.
Έτσι έκαναν και το Σαββατόβραδο της 19ης Μαρτίου του 1983, το τελευταίο σαββατοκύριακο της Αποκριάς. Λίγο πριν από τις 8 το απόγευμα, στο κτίριο βρισκόταν μόνο ο τηλεφωνητής, Τάκης Αναγνωστόπουλος, εκτός από τον Αθανασιάδη και τον
Κουρλιμπίνη.
Κάποιος χτύπησε την πόρτα, ο Αναγνωστόπουλος άνοιξε και μπροστά του είδε έναν άντρα. Ήταν χλωμός, με κοντό μαλλί, ύψος γύρω στο 1,75, περίπου 35 χρόνων. Φορούσε, σύμφωνα με τον Αναγνωστόπουλο, μαύρο δερμάτινο σακάκι. Ο άντρας ζήτησε να δει τον διευθυντή. Είχε ένα πολύ επείγον μήνυμα να παραδώσει και δεν ευκαιρούσε ούτε το όνομά του να δώσει.
Ο Αναγνωστόπουλος τον άφησε να περιμένει στο ισόγειο και πήγε να ενημερώσει τον Αθανασιάδη για την άφιξη του αγνώστου. «Σαββατιάτικα;», αναρωτήθηκε ο διευθυντής, αλλά δέχτηκε να τον δει. Ο άγνωστος άντρας μπήκε στο γραφείο, καθώς ο Κουρλιμπίνης έβγαινε και δεν άκουσε το όνομά του, ούτε τη συζήτηση που είχε με τον Αθανασιάδη.
Κάποια στιγμή άκουσε τον διευθυντή να λέει με ένταση: «Δεν είναι δυνατόν. Δεν γίνονται αυτά». Λίγα λεπτά αργότερα, ο άντρας βγήκε από το γραφείο και επέστρεψε κρατώντας ένα μικρό τσαντάκι. Από τη μισόκλειστη πόρτα του γραφείου, ο Κουρλιμπίνης άκουσε πυροβολισμούς. Έτρεξε, την άνοιξε και είδε μπροστά το πτώμα του Αθανασιάδη
Ο δολοφόνος στεκόταν απέναντι από τον Κουρλιμπίνη και πυροβολούσε προς το μέρος του.
Ο Κουρλιμπίνης προσπάθησε να τον εμποδίσει, αλλά ο άντρας τον έσπρωξε στην άκρη και έφυγε τρέχοντας από το γραφείο. Κανείς δεν θα έμαθε ποτέ την ταυτότητά του.
Ο Τζώρτζης Αθανασιάδης γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη το 1912. Το 1924 ήρθε με την οικογένειά του στην Ελλάδα και εγκαταστάθηκε στον Πειραιά. Ύστερα από σύντομη ενασχόληση με τη λογιστική, αφιερώθηκε στη δημοσιογραφία.
Από το 1936 διηύθυνε την εφημερίδα “Ναυτεμπορική” και το 1963 ανέλαβε τη διεύθυνση της “Βραδυνής”, στην οποία αναφερόταν πάντα ως “το άτακτο παιδί του”.
Σε όλη του την πορεία, υπήρξε σθεναρός υποστηρικτής του Κωνσταντίνου Καραμανλή. Στις 23 Απριλίου του 1973, δημοσίευσε στο πρωτοσέλιδο της “Βραδυνής” τις δηλώσεις του Καραμανλή από το Παρίσι, με αποτέλεσμα να κατασχεθεί το φύλλο από τη χούντα.
Την 1η Δεκεμβρίου απαγορεύθηκε εντελώς η κυκλοφορία της εφημερίδας, η οποία έμεινε κλειστή μέχρι και το τέλος της δικτατορίας, το 1974. Από το 1981, με την άνοδο του ΠΑΣΟΚ, η “Βραδυνή” λειτουργούσε ως η εφημερίδα της αντιπολίτευσης, ασκώντας δριμεία κριτική στην κυβέρνηση του Ανδρέα Παπανδρέου.
Σύμφωνα με την οικογένειά του, ο Αθανασιάδης δεν είχε δείξει ποτέ ότι φοβόταν για τη ζωή του. Επέμενε να οδηγεί ο ίδιος το αυτοκίνητό του και δεν δέχτηκε να προσλάβει φρουρούς. Όμως, τις τελευταίες βδομάδες πριν από τη δολοφονία του οι κόρες του παρατήρησαν ότι φαινόταν ανήσυχος.
Προσέλαβε οδηγό και του ζητούσε να τον γυρνάει στο σπίτι από διαφορετικό δρόμο κάθε βράδυ. Δεν καθόταν πια δίπλα στο παράθυρο για να πιει τον πρωινό καφέ του και προτιμούσε να μένει κλεισμένος στο γραφείο του.
Πέντε μέρες πριν τη δολοφονία, ο οδηγός του περίμενε στο αυτοκίνητο έξω από το σπίτι του Αθανασιάδη. Παρατήρησε έναν άνδρα που πλησίασε το αυτοκίνητο και το περιεργάστηκε για μερικά λεπτά. Ήταν η τελευταία εβδομάδα της αποκριάς και ο άνδρας ήταν μασκαρεμένος. Φορούσε στολή Ντόμινο και μάσκα. Ο οδηγός ξέχασε το συμβάν και το ανέφερε στην οικογένειά μετά τη δολοφονία.
Η εκδοχή της πολιτικής δολοφονίας
Ένας απ’ τους πρώτους ανθρώπους που έφτασαν στον τόπο του εγκλήματος ήταν ο εισαγγελέας Γιώργος Θεοφανόπουλος, ο οποίος δήλωσε ότι η δολοφονία ήταν καλά οργανωμένη και είχε πολιτικό χαρακτήρα.
Ο Θεοφανόπουλος δολοφονήθηκε την 1η Απριλίου του 1985 από την τρομοκρατική οργάνωση του Χρήστου Τσουτσουβή, “Αντικρατική Πάλη”.
Οι αρχές ήλπιζαν ότι θα έβρισκαν αμέσως τον δολοφόνο του Αθανασιάδη και θα έριχναν φως στην υπόθεση. Όμως, ο δράστης είχε εξαφανιστεί και η έρευνα δεν οδηγούσε πουθενά. Τότε, το τηλεφώνημα μιας γυναίκας έδωσε νέα ώθηση στις έρευνες.
Σε κάδο απορριμάτων στη διασταύρωση των οδών Σταδίου και Αιόλου, υπήρχε προκήρυξη της τρομοκρατικής οργάνωσης “Αντιστρατιωτική Πάλη”, που ανέλαβε την ευθύνη για τη δολοφονία Αθανασιάδη. Όμως την επόμενη μέρα, με δεύτερη προκήρυξη, η οργάνωση αποποιήθηκε την ευθύνη και τότε η προσοχή των αρχών στράφηκε προς τη 17 Νοέμβρη. Και αυτή η οργάνωση ανακοίνωσε ότι δεν είχε καμία συμμετοχή.
Η 17Ν σχολίασε μάλιστα, ότι η δολοφονία θύμιζε ενέργεια της CIA ή της ΚΥΠ, της ελληνικής υπηρεσίας πληροφοριών.
Η έρευνα οδήγησε την αστυνομία στο σπίτι του πράκτορα της ΚΥΠ, Ντάνου Κρυστάλλη, ο οποίος συνελήφθη τον Σεπτέμβριο του 1985.
Στο σπίτι του βρέθηκαν αδημοσίευτες προκηρύξεις της “Αντιστρατιωτικής Πάλης”. Ο Κρυστάλλης δήλωσε ότι ως “πράκτορας διείσδυσης”, είχε έρθει σε επαφή με την τρομοκρατική οργάνωση και έτσι έπεσαν στα χέρια του οι προκηρύξεις. Το δικαστήριο κατέληξε ότι ο Κρυστάλλης δεν είχε πάρει μέρος στη δολοφονία του Αθανασιάδη.
Ο Κ.Καραμανλής επισκέφτηκε την οικογένεια Αθανασιάδη μετά τη δολοφονία. Η συγκίνηση του ήταν διάχυτη.
Οι πολιτικοί και η δολοφονία Αθανασιάδη
Δεν έχει αποδειχθεί επισήμως ότι η δολοφονία του Αθανασιάδη είχε πολιτικά κίνητρα. Πάντως, σίγουρα χρησιμοποιήθηκε ως εργαλείο από τους πολιτικούς. Η Νέα Δημοκρατία κατηγορήθηκε ότι πάτησε πάνω στο πτώμα του Αθανασιάδη για να “αναστηθεί”.
Παρατηρήθηκε εντονότερη συσπείρωση μέσα στο κόμμα, το οποίο είχε αρχίσει να χάνει τη δυναμική του τα τελευταία χρόνια.
Το ΠΑΣΟΚ κατηγορήθηκε ότι εκμεταλλεύθηκε τη δολοφονία για να σπείρει διχόνοια και συνθήματα μίσους ανάμεσα στους πολίτες και την αντιπολίτευση.
Η κηδεία του Τζώρτζη Αθανασιάδη τέλεστηκε στη Μητρόπολη Αθηνών στις 23 Μαρτίου του 1983. Παρευρέθηκαν εκατοντάδες άνθρωποι, οι περισσότεροι μέλη της Νέας Δημοκρατίας, για να αποχαιρετήσουν έναν απ’ τους μεγαλύτερους εκδότες της Ελλάδας. Ο Κωνσταντίνος Καραμανλής είχε επισκεφτεί την οικογένεια του Αθανασιάδη την επομένη της δολοφονίας, αλλά δεν παρέστη στην κηδεία. Είχε μάλιστα παρακαλέσει την οικογένεια να κάνει κρυφά την κηδεία για να μην προκληθούν ταραχές.
Η υπόθεση Αθανασιάδη παραμένει ανεξιχνίαστη μέχρι σήμερα…
Πηγή: Η Μηχανή του Χρόνου
Από το makeleio
Έτσι έκαναν και το Σαββατόβραδο της 19ης Μαρτίου του 1983, το τελευταίο σαββατοκύριακο της Αποκριάς. Λίγο πριν από τις 8 το απόγευμα, στο κτίριο βρισκόταν μόνο ο τηλεφωνητής, Τάκης Αναγνωστόπουλος, εκτός από τον Αθανασιάδη και τον
Κουρλιμπίνη.
Κάποιος χτύπησε την πόρτα, ο Αναγνωστόπουλος άνοιξε και μπροστά του είδε έναν άντρα. Ήταν χλωμός, με κοντό μαλλί, ύψος γύρω στο 1,75, περίπου 35 χρόνων. Φορούσε, σύμφωνα με τον Αναγνωστόπουλο, μαύρο δερμάτινο σακάκι. Ο άντρας ζήτησε να δει τον διευθυντή. Είχε ένα πολύ επείγον μήνυμα να παραδώσει και δεν ευκαιρούσε ούτε το όνομά του να δώσει.
Ο Αναγνωστόπουλος τον άφησε να περιμένει στο ισόγειο και πήγε να ενημερώσει τον Αθανασιάδη για την άφιξη του αγνώστου. «Σαββατιάτικα;», αναρωτήθηκε ο διευθυντής, αλλά δέχτηκε να τον δει. Ο άγνωστος άντρας μπήκε στο γραφείο, καθώς ο Κουρλιμπίνης έβγαινε και δεν άκουσε το όνομά του, ούτε τη συζήτηση που είχε με τον Αθανασιάδη.
Κάποια στιγμή άκουσε τον διευθυντή να λέει με ένταση: «Δεν είναι δυνατόν. Δεν γίνονται αυτά». Λίγα λεπτά αργότερα, ο άντρας βγήκε από το γραφείο και επέστρεψε κρατώντας ένα μικρό τσαντάκι. Από τη μισόκλειστη πόρτα του γραφείου, ο Κουρλιμπίνης άκουσε πυροβολισμούς. Έτρεξε, την άνοιξε και είδε μπροστά το πτώμα του Αθανασιάδη
Ο δολοφόνος στεκόταν απέναντι από τον Κουρλιμπίνη και πυροβολούσε προς το μέρος του.
Ο Κουρλιμπίνης προσπάθησε να τον εμποδίσει, αλλά ο άντρας τον έσπρωξε στην άκρη και έφυγε τρέχοντας από το γραφείο. Κανείς δεν θα έμαθε ποτέ την ταυτότητά του.
Ο Τζώρτζης Αθανασιάδης γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη το 1912. Το 1924 ήρθε με την οικογένειά του στην Ελλάδα και εγκαταστάθηκε στον Πειραιά. Ύστερα από σύντομη ενασχόληση με τη λογιστική, αφιερώθηκε στη δημοσιογραφία.
Από το 1936 διηύθυνε την εφημερίδα “Ναυτεμπορική” και το 1963 ανέλαβε τη διεύθυνση της “Βραδυνής”, στην οποία αναφερόταν πάντα ως “το άτακτο παιδί του”.
Σε όλη του την πορεία, υπήρξε σθεναρός υποστηρικτής του Κωνσταντίνου Καραμανλή. Στις 23 Απριλίου του 1973, δημοσίευσε στο πρωτοσέλιδο της “Βραδυνής” τις δηλώσεις του Καραμανλή από το Παρίσι, με αποτέλεσμα να κατασχεθεί το φύλλο από τη χούντα.
Την 1η Δεκεμβρίου απαγορεύθηκε εντελώς η κυκλοφορία της εφημερίδας, η οποία έμεινε κλειστή μέχρι και το τέλος της δικτατορίας, το 1974. Από το 1981, με την άνοδο του ΠΑΣΟΚ, η “Βραδυνή” λειτουργούσε ως η εφημερίδα της αντιπολίτευσης, ασκώντας δριμεία κριτική στην κυβέρνηση του Ανδρέα Παπανδρέου.
Σύμφωνα με την οικογένειά του, ο Αθανασιάδης δεν είχε δείξει ποτέ ότι φοβόταν για τη ζωή του. Επέμενε να οδηγεί ο ίδιος το αυτοκίνητό του και δεν δέχτηκε να προσλάβει φρουρούς. Όμως, τις τελευταίες βδομάδες πριν από τη δολοφονία του οι κόρες του παρατήρησαν ότι φαινόταν ανήσυχος.
Προσέλαβε οδηγό και του ζητούσε να τον γυρνάει στο σπίτι από διαφορετικό δρόμο κάθε βράδυ. Δεν καθόταν πια δίπλα στο παράθυρο για να πιει τον πρωινό καφέ του και προτιμούσε να μένει κλεισμένος στο γραφείο του.
Πέντε μέρες πριν τη δολοφονία, ο οδηγός του περίμενε στο αυτοκίνητο έξω από το σπίτι του Αθανασιάδη. Παρατήρησε έναν άνδρα που πλησίασε το αυτοκίνητο και το περιεργάστηκε για μερικά λεπτά. Ήταν η τελευταία εβδομάδα της αποκριάς και ο άνδρας ήταν μασκαρεμένος. Φορούσε στολή Ντόμινο και μάσκα. Ο οδηγός ξέχασε το συμβάν και το ανέφερε στην οικογένειά μετά τη δολοφονία.
Η εκδοχή της πολιτικής δολοφονίας
Ένας απ’ τους πρώτους ανθρώπους που έφτασαν στον τόπο του εγκλήματος ήταν ο εισαγγελέας Γιώργος Θεοφανόπουλος, ο οποίος δήλωσε ότι η δολοφονία ήταν καλά οργανωμένη και είχε πολιτικό χαρακτήρα.
Ο Θεοφανόπουλος δολοφονήθηκε την 1η Απριλίου του 1985 από την τρομοκρατική οργάνωση του Χρήστου Τσουτσουβή, “Αντικρατική Πάλη”.
Οι αρχές ήλπιζαν ότι θα έβρισκαν αμέσως τον δολοφόνο του Αθανασιάδη και θα έριχναν φως στην υπόθεση. Όμως, ο δράστης είχε εξαφανιστεί και η έρευνα δεν οδηγούσε πουθενά. Τότε, το τηλεφώνημα μιας γυναίκας έδωσε νέα ώθηση στις έρευνες.
Σε κάδο απορριμάτων στη διασταύρωση των οδών Σταδίου και Αιόλου, υπήρχε προκήρυξη της τρομοκρατικής οργάνωσης “Αντιστρατιωτική Πάλη”, που ανέλαβε την ευθύνη για τη δολοφονία Αθανασιάδη. Όμως την επόμενη μέρα, με δεύτερη προκήρυξη, η οργάνωση αποποιήθηκε την ευθύνη και τότε η προσοχή των αρχών στράφηκε προς τη 17 Νοέμβρη. Και αυτή η οργάνωση ανακοίνωσε ότι δεν είχε καμία συμμετοχή.
Η 17Ν σχολίασε μάλιστα, ότι η δολοφονία θύμιζε ενέργεια της CIA ή της ΚΥΠ, της ελληνικής υπηρεσίας πληροφοριών.
Η έρευνα οδήγησε την αστυνομία στο σπίτι του πράκτορα της ΚΥΠ, Ντάνου Κρυστάλλη, ο οποίος συνελήφθη τον Σεπτέμβριο του 1985.
Στο σπίτι του βρέθηκαν αδημοσίευτες προκηρύξεις της “Αντιστρατιωτικής Πάλης”. Ο Κρυστάλλης δήλωσε ότι ως “πράκτορας διείσδυσης”, είχε έρθει σε επαφή με την τρομοκρατική οργάνωση και έτσι έπεσαν στα χέρια του οι προκηρύξεις. Το δικαστήριο κατέληξε ότι ο Κρυστάλλης δεν είχε πάρει μέρος στη δολοφονία του Αθανασιάδη.
Ο Κ.Καραμανλής επισκέφτηκε την οικογένεια Αθανασιάδη μετά τη δολοφονία. Η συγκίνηση του ήταν διάχυτη.
Οι πολιτικοί και η δολοφονία Αθανασιάδη
Δεν έχει αποδειχθεί επισήμως ότι η δολοφονία του Αθανασιάδη είχε πολιτικά κίνητρα. Πάντως, σίγουρα χρησιμοποιήθηκε ως εργαλείο από τους πολιτικούς. Η Νέα Δημοκρατία κατηγορήθηκε ότι πάτησε πάνω στο πτώμα του Αθανασιάδη για να “αναστηθεί”.
Παρατηρήθηκε εντονότερη συσπείρωση μέσα στο κόμμα, το οποίο είχε αρχίσει να χάνει τη δυναμική του τα τελευταία χρόνια.
Το ΠΑΣΟΚ κατηγορήθηκε ότι εκμεταλλεύθηκε τη δολοφονία για να σπείρει διχόνοια και συνθήματα μίσους ανάμεσα στους πολίτες και την αντιπολίτευση.
Η κηδεία του Τζώρτζη Αθανασιάδη τέλεστηκε στη Μητρόπολη Αθηνών στις 23 Μαρτίου του 1983. Παρευρέθηκαν εκατοντάδες άνθρωποι, οι περισσότεροι μέλη της Νέας Δημοκρατίας, για να αποχαιρετήσουν έναν απ’ τους μεγαλύτερους εκδότες της Ελλάδας. Ο Κωνσταντίνος Καραμανλής είχε επισκεφτεί την οικογένεια του Αθανασιάδη την επομένη της δολοφονίας, αλλά δεν παρέστη στην κηδεία. Είχε μάλιστα παρακαλέσει την οικογένεια να κάνει κρυφά την κηδεία για να μην προκληθούν ταραχές.
Η υπόθεση Αθανασιάδη παραμένει ανεξιχνίαστη μέχρι σήμερα…
Πηγή: Η Μηχανή του Χρόνου
Από το makeleio
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου