Στις ισπανικές ακτές του Ατλαντικού Ωκεανού, δύο ψαράδες, πατέρας και γιος, βρήκαν στο δίχτυ τους ένα αλλόκοτο πλάσμα. Αφού τον παρατήρησαν προσεχτικά, κατάλαβαν ότι επρόκειτο για άνθρωπο.
Ο αλιευθείς άνθρωπος-ψάρι δε διατύπωνε γλωσσικές φράσεις, αλλά θορυβούσε άναρθρα. Στα χέρια και στα πόδια του δεν είχε καθόλου νύχια, ενώ το δέρμα του ήταν καλυμμένο από λεπτά λέπια και τα δάχτυλά του με μεμβράνες. Τα μαλλιά του ήταν σκληρά και τα μάτια του είχαν
μια γυαλιστερή επικάλυψη.
μια γυαλιστερή επικάλυψη.
Οι ψαράδες, προκειμένου να τον βοηθήσουν, προσπάθησαν να συνεννοηθούν μαζί του με νοήματα, αλλά εκείνος δεν έδειχνε καθόλου πρόθυμος να επικοινωνήσει. Έτσι, όταν έφτασαν στην ακτή, τον παρέδωσαν στο πλησιέστερο μοναστήρι. Οι μοναχοί, οι οποίοι τον μεταχειρίστηκαν σαν να ήταν ένας καταβεβλημένος ναυαγός, που είχε αντιμετωπίσει ανείπωτους κινδύνους και κατόρθωσε να επιβιώσει πολύ καιρό στην θάλασσα, του μίλησαν σε διάφορες γλώσσες, ισπανική, γαλλική, πορτογαλική, αλλά ο άνθρωπος-ψάρι δεν αποκρινόταν, ούτε φαινόταν να καταλαβαίνει το παραμικρό.
Αποκαρδιωμένοι, τον έθεσαν υπό την επιτήρηση ενός μοναχού, επειδή το παράξενο εκείνο ον έδειχνε την τάση να ξαναπέσει μες στα κύματα. Κάποια στιγμή, ο μοναχός εκείνος τον άκουσε να ψιθυρίζει τη λέξη “Λιργκάνες”. Αμέσως, σκέφτηκε ότι πιθανώς να καταγόταν από το χωριό Λιργκάνες. Ενημέρωσε τους υπόλοιπους στο μοναστήρι και αποφάσισαν να τον μεταφέρουν εκεί. Ω του θαύματος, οι χωρικοί τον αναγνώρισαν και είπαν στους μοναχούς ότι ανήκε σε μια ισπανική οικογένεια, ονομαζόταν Φραγκίσκος και ότι είχε εξαφανιστεί μυστηριωδώς πριν από πέντε χρόνια.
Εντόπισαν τους γονείς του, οι οποίοι τον υποδέχτηκαν με μεγάλη χαρά, μολονότι ο γιος τους είχε παραμορφωθεί, ιδίως στα άκρα του σώματός του.
Ο Φραγκίσκος, όταν ήταν μικρό παιδί, λάτρευε τη θάλασσα σε υπέρμετρο βαθμό και περνούσε όλες τις ώρες του κολυμπώντας, ώσπου κάποτε η θάλασσα τον κατάπιε.
Κανείς δεν μπορούσε να πει τι έκανε αυτός ο άνθρωπος-ψάρι εκείνα τα πέντε χρόνια της απουσίας του. Ο ίδιος, άλλωστε, δεν ήταν σε θέση να δώσει καμιά πληροφορία, καθώς έμοιαζε να έχει αποχαυνωθεί. Όμως, μπορούσε εύκολα να καταλάβει κανείς ότι ήταν δυστυχισμένος στην κοινωνία των ανθρώπων.
Την τρίτη ημέρα, ξέφυγε επιτήδεια από την επιτήρηση των γονιών του και ρίχτηκε από τη γέφυρα στον ποταμό, οπότε και ξαναγύρισε στη θάλασσα.
Έτσι, παρέμεινε άλυτο το αίνιγμα του πλάσματος εκείνου, που έζησε σαν ψάρι.
Η είδηση δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα “ΕΘΝΟΣ”, στις 02/06/1936…
Από το strangepress
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου